Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 1

Το βιβλίο του Ιερεμία

1 Λόγοιτου Ιερεμία, γιου του Χελκία. Ο Ιερεμίας ανήκε σε μια ιερατική οικογένεια της Αναθώθ, περιοχής της φυλής Βενιαμίν.

2 Σ’ αυτόν μίλησε ο Κύριος για πρώτη φορά το δέκατο τρίτο έτος της βασιλείας του Ιωσία, γιου του Αμών,ο οποίος ήταν βασιλιάς του Ιούδα.

3 Και συνέχισε να του μιλάει όλο τον καιρό που βασιλιάς του Ιούδα ήταν ο Ιωακίμ, γιος του Ιωσία, κι ως τότε που ο Σεδεκίας, άλλος γιος του Ιωσία, συμπλήρωσε έντεκα χρόνια βασιλιάς του Ιούδα –συγκεκριμένα ως τον πέμπτο μήνα εκείνου του έτους, οπότε οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία.

Ο Θεός καλεί τον Ιερεμία να μεταβιβάσει το λόγο του

4 Ο Κύριος μου είπε:

5 «Πριν ακόμη σε πλάσω μες στην κοιλιά της μάνας σου, σε διάλεξα, και πριν ακόμα γεννηθείς σε είχα ξεχωρίσει, για να είσαι προφήτης στα έθνη».

6 Τότε εγώ απάντησα: «Μα Κύριε, Θεέ, εγώ δεν ξέρω να κηρύττω το λόγο· είμαι ακόμη πολύ νέος».

7 Ο Κύριος μου αποκρίθηκε: «Μη λες πως είσαι ακόμη πολύ νέος· γιατί σε όλους όσους σε στέλνω θα πας, και όλα όσα σε διατάζω θα τα πεις.

8 Μη φοβάσαι κανέναν, γιατί εγώ είμαι μαζί σου για να σε προστατεύω. Εγώ το λέω, ο Κύριος».

9 Τότε ο Κύριος άπλωσε το χέρι του και άγγιξε τα χείλη μου. Και μου είπε: «Έτσι βάζω τα λόγια μου στο στόμα σου.

10 Πρόσεξε· από σήμερα θα έχεις την εξουσία στα έθνη και στα βασίλεια να ξεριζώνεις και να γκρεμίζεις, να καταστρέφεις και να ερημώνεις, να χτίζεις και να φυτεύεις».

11 Έπειτα ο Κύριος με ρώτησε: «Τι βλέπεις, Ιερεμία;» «Ένα κλαδί μυγδαλιάς», απάντησα.

12 «Καλά είδες», μου λέει, «κι εγώ επαγρυπνώγια να πραγματοποιήσω τα λόγια μου».

13 Ο Κύριος με ξαναρώτησε: «Τι βλέπεις;» Κι απάντησα: «Βλέπω ένα καζάνι που βράζει, με το στόμιο στραμμένο σ’ εμένα από το βορρά».

14 «Από το βορρά»,μού λέει, «θα ξεχυθεί η δυστυχία πάνω στους κατοίκους αυτής της χώρας».

15 Και συνέχισε ο Κύριος: «Θα καλέσω να έρθουν όλα τα έθνη απ’ το βορρά· οι βασιλιάδες τους θα στήσουν τους θρόνους τους γύρω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ και απέναντι από τις πύλες της· θα περικυκλώσουν όλες τις πόλεις του βασιλείου του Ιούδα.

16 Τότε θα τους κρίνω για όλες τις κακίες τους, επειδή με εγκατέλειψαν και θυσίασαν σε άλλους θεούς και προσκύνησαν τα έργα που κατασκεύασαν με τα χέρια τους.

17 »Εσύ, όμως Ιερεμία, ετοιμάσου, και σήκω να τους πεις όλα όσα σε διατάζω. Μη τους φοβηθείς, για να μη σε κάνω στ’ αλήθεια να δειλιάσεις μπροστά τους.

18 Εγώ σήμερα σε κάνω δυνατό σαν πόλη οχυρωμένη, σαν σιδερένιο στύλο και σαν τείχος χάλκινο, ν’ αντισταθείς απέναντι σ’ όλη αυτή τη χώρα, στους βασιλιάδες του Ιούδα, στους άρχοντες, στους ιερείς και στο λαό της.

19 Θα σε πολεμήσουν, αλλά δε θα σε νικήσουν, γιατί εγώ θα είμαι μαζί σου για να σε προστατεύω. Εγώ το λέω, ο Κύριος».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/1-ff9958c521c8abd06b76c4f069a3b489.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 2

Απ’ την πηγή με το τρεχούμενο νερό σε δεξαμενές με ρωγμές

1 Ο Κύριος με πρόσταξε και μου είπε:

2 «Πήγαινε αυτό το μήνυμα στην Ιερουσαλήμ: “ακούστε τι λέει ο Κύριος: Θυμάμαι πόσο πιστή μού ήσουν στα νιάτα σου, και πόσο μ’ αγαπούσες όταν ήμασταν νιόπαντροι. Με είχες ακολουθήσει στην έρημο, σε γη που τίποτα δε φυτρώνει.

3 Τότε ανήκες μονάχα σ’ εμένα, όπως οι πρώτοι καρποί της σοδειάς. Όποιος τολμούσε να σ’ αγγίξει θα ήταν ένοχος και θα τον τιμωρούσα, λέει ο Κύριος”».

4 Το λόγο του Κυρίου ακούστε, απόγονοι του Ιακώβ, όλες οι φυλές του Ισραήλ!

5 Ο Κύριος λέει: «Σε τι έβλαψα τους προγόνους σας κι απομακρύνθηκαν από μένα; Στράφηκαν στα είδωλα και γι’ αυτό καταστράφηκαν.

6 Δεν ενδιαφερθήκατε για μένα, αν και σας έβγαλα απ’ την Αίγυπτο και σας οδήγησα μέσα από την έρημο, μέσ’ από γη με στέπες και χαράδρες, μέσ’ από γη ξερή και σκοτεινή, απάτητη και ακατοίκητη.

7 Σας έφερα σε καρποφόρα χώρα για να χαίρεστε τους καρπούς και τα καλύτερα αγαθά της, αλλά εσείς ήρθατε και μολύνατε τη χώρα μου, κάνατε μισητή τη χώρα που μου ανήκει.

8 Οι ιερείς σας δεν ενδιαφέρθηκαν για μένα· αυτοί οι ιερείς, που εξηγούν το νόμο μου, δε με γνώρισαν. Οι άρχοντες επαναστάτησαν εναντίον μου και οι προφήτες προφήτεψαν επικαλούμενοι το Βάαλ και λάτρεψαν τ’ άχρηστα είδωλα.

9 Γι’ αυτό εγώ, ο Κύριος, θα κατηγορήσω εσάς, μαζί ακόμη και τα παιδιά σας και τα εγγόνια σας.

10 »Μακριά πηγαίνετε, στις χώρες της δύσης· και στην Κηδάρ στα ανατολικά στείλτε να δείτε· παρατηρήστε και θα διαπιστώσετε πως δεν ξανάγινε πράγμα σαν κι αυτό:

11 Ποτέ ένα έθνος τους θεούς του δεν τους άλλαξε, έστω κι αν δεν ήταν πραγματικοί θεοί. Κι όμως ο λαός μου εμένα, το δυνατό του Θεό, με αντικατέστησε με είδωλα ανίσχυρα.

12 Θαυμάστε ουρανοί γι’ αυτό, φρίξτε, βαθιά συγκλονιστείτε», λέει ο Κύριος.

13 «Διπλή αμαρτία έκανε ο λαός μου: Εμένα εγκατέλειψαν, πηγή τρεχούμενου νερού, και σκάψαν να ’χουνε δεξαμενές ρωγμές γεμάτες, που δεν μπορούν να συγκρατήσουν το νερό».

Πόσο πικρό είναι για τον άνθρωπο τον Κύριο να εγκαταλείπει

14 «Μήπως είναι δούλος ο Ισραήλ ή μήπως είναι δούλος οικογενής;Πώς κατάφερε να γίνει λάφυρο των εχθρών του;

15 Βρυχήθηκαν σαν τα λιοντάρια εναντίον του οι εχθροί, ξέσπασαν σε κραυγές, ερήμωσαν τη χώρα του· κάηκαν εντελώς οι πόλεις του, δεν έχουν πια κατοίκους.

16 Τώρα οι Αιγύπτιοι της Μέμφιδας και της Δάφνης θα έρθουν και θα του ξυρίσουν το κεφάλι.

17 Δεν φταις για όλα αυτά εσύ, που εγκατέλειψες τον Κύριο, τον Θεό σου, όταν σε οδηγούσε στην πορεία σου;

18 Και τώρα, τι προσδοκάς πηγαίνοντας στην Αίγυπτο να πιεις νερό από το Νείλο; Και τι προσδοκάς πηγαίνοντας στην Ασσυρία να πιεις νερό απ’ τον Ευφράτη;

19 Η ίδια σου η ασέβεια θα σε τιμωρήσει κι η απομάκρυνσή σου από μένα θα σε καταδικάσει. Θα μάθεις και θα δεις πόσο κακό είναι και πικρό τον Κύριο να εγκαταλείπεις, το Θεό σου, και πια να μην τον σέβεσαι. Εγώ ο Κύριος του σύμπαντος το λέω».

Ο λαός του Ισραήλ – γυναίκα άστατη και άπιστη

20 «Ήθελες από πάντα να συντρίψεις το ζυγό σου, να σπάσεις τις αλυσίδες σου. “Δε θέλω να υπηρετήσω” έλεγες. Πάνω σε κάθε ψηλό λόφο και κάτω από κάθε σκιερό δέντρο ξάπλωνες και πόρνευες.

21 Ενώ εγώ σε είχα φυτέψει σαν κλήμα εκλεκτό, από το σπόρο τον καλύτερο, εσύ έγινες αγριόκλημα, που πια δεν το αναγνωρίζω.

22 Όσο και αν πλένεσαι με νίτρο και χρησιμοποιείς ποτάσα άφθονη, η ανομία σου από μπροστά μου δεν θα εξαλειφθεί», λέει ο Κύριος ο Θεός.

23 «Και πώς μπορείς να λες: “εγώ δεν μολύνθηκα και δε λάτρεψα διόλου τους Βααλίμ”; Κοίτα τα ίχνη σου στην κοιλάδακαι αναγνώρισε το τι έχεις κάνει. Μοιάζεις με νεαρή καμήλα σε οργασμό, που τρέχει άσκοπα εδώ κι εκεί.

24 Μοιάζεις με άγριο θηλυκό γαϊδούρι, που μαθημένο είναι να ζει στην έρημο, λαχανιασμένο από τον οργασμό· ποιος μπορεί να το σταματήσει! Τ’ αρσενικά που το αναζητούν, το βρίσκουν εύκολα μπροστά τους, όταν είναι στον καιρό του.

25 Προσέξτε Ισραηλίτες, μήπως και λιώσουν τα ποδήματα στα πόδια σας και το λαρύγγι σας από το τρέξιμο ξεραθεί. Αλλά εσείς λέτε: “τι μας νοιάζει; Εμείς αγαπάμε τους ξένους θεούς και τους ακολουθούμε”».

Οι Ισραηλίτες θυμούνται το Θεό μόνο στην ανάγκη

26 «Όπως ο κλέφτης νιώθει ντροπή όταν τον πιάνουν, έτσι θα ντρέπεστε κι εσείς, Ισραηλίτες, οι βασιλιάδες σας κι οι άρχοντές σας, οι ιερείς σας κι οι προφήτες σας.

27 Λέτε στο ξύλο “εσύ είσαι πατέρας μας”, στην πέτρα “εσύ μας γέννησες”. Μου στρέψατε τα νώτα σας αντί για το πρόσωπό σας. Μα όταν σας βρούνε συμφορές, μού φωνάζετε “σήκω και σώσε μας!”

28 Πού είναι όμως οι θεοί σας, που κατασκευάσατε; Ας σηκωθούν, λοιπόν, να σας σώσουν, αν μπορούν, όταν σας βρούνε συμφορές. Γιατί οι θεοί σας είναι τόσοι πολλοί, όσες και οι πόλεις σας, λαέ του Ιούδα.

29 Γιατί κατηγορείτε εμένα, αφού όλοι σας επαναστατείτε εναντίον μου;» λέει ο Κύριος.

30 «Μάταια σας τιμώρησα· δε διορθωθήκατε. Καθώς αχόρταγο λιοντάρι, το ξίφος σας έφαγε τους προφήτες μου».

Ο λαός του Ισραήλ ξέχασε το Θεό του

31 «Εσείς, όμως, η σύγχρονη γενιά, ακούστε το λόγο του Κυρίου: Μήπως έγινα τόσο τρομερός για τους Ισραηλίτες, όπως η έρημος ή το βαθύ σκοτάδι; Λέτε, λαέ μου, “δε θέλουμε να έχουμε καμιά σχέση μαζί σου· δε θα ξαναγυρίσουμε σ’ εσένα”.

32 Μπορεί η κοπέλα να ξεχάσει τα στολίδια της ή μια νύφη το νυφικό της; Και όμως ο λαός μου με έχει ξεχασμένον εδώ κι αμέτρητους καιρούς».

Η ειδωλολατρία οδηγεί στην αδικία

33 «Πόσο καλά ξέρεις να τρέχεις πίσω από τους εραστές σου! Συνήθισες πια να διαπράττεις εγκλήματα.

34 Στα ρούχα σου υπάρχει αίμα αθώων φτωχών ανθρώπων, που δεν πιάστηκαν δα και να παραβιάζουν σπίτια!Μα η κατάρα για όλα αυτά τα έργα, πάνω σας θα ξεσπάσει.

35 Εσύ όμως λες: “είμαι αθώος. Ο Κύριος δεν είναι πια μαζί μου θυμωμένος”. Αλλά εγώ ο Κύριος θα σε κρίνω, γιατί ισχυρίζεσαι ότι δεν έχεις αμαρτήσει».

Καμιά συμμαχία δεν σώζει τον Ιούδα

36 «Γιατί τόσο εύκολα αλλάζεις πολιτική; Θα ντροπιαστείτε από την Αίγυπτο, όπως ντροπιαστήκατε από την Ασσυρία.

37 Θα φύγεις κι από ’κει καλύπτοντας το πρόσωπό σου με τα χέρια σου από ντροπή, γιατί εγώ, ο Κύριος έχω απορρίψει εκείνους που εσύ εμπιστεύεσαι. Τίποτα δεν θα πετύχεις μ’ αυτούς».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/2-32f6f31b629ab9d3e0c6474b595ad8a7.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 3

Η αμετανόητη πόρνη

1 Ο Κύριος λέει: «Αν κάποιος διώξει τη γυναίκα του, κι αυτή πάει και γίνει γυναίκα άλλου, μπορεί ο πρώτος να την ξαναπαντρευτεί; Όχι. Δεν είν’ αυτή η χώρα εντελώς μολυσμένη;Εσύ, Ισραήλ, πόρνεψες μ’ εραστές πολλούς και τώρα θέλεις να γυρίσεις σ’ εμένα;

2 Σήκω τα μάτια σου στους λόφους και δες πού δεν επόρνεψες; Σε ποιους δρόμους δεν κάθισες προσμένοντας τους εραστές σου, καθώς ο Άραβας στην έρημο, που καρτεράει το θύμα του; Με τις πορνείες σου και τις κακίες σου μόλυνες τη γη.

3 Γι’ αυτό δεν έπεσαν βροχές φθινόπωρο ούτε άνοιξη. Μοιάζεις πόρνη ξεδιάντροπη και τα λάθη σου δεν τ’ αναγνωρίζεις.

4 Και τώρα μου λες: “πατέρα μου, που μ’ αγαπάς από παιδί,

5 δε θα ’σαι αιώνια μαζί μου οργισμένος, δεν είν’ έτσι;” Αυτά είπες, Ισραήλ, αλλά δεν παύεις πεισματικά να κάνεις όσα κακά μπορείς».

Οι δυο μοιχαλίδες αδερφές

6 Την εποχή της βασιλείας του Ιωσία ο Κύριος μου είπε: «Είδες τι έπραξε αυτή η άπιστη γυναίκα, ο Ισραήλ; Πήγε πάνω σε κάθε ψηλό βουνό και κάτω από κάθε σκιερό δέντρο και πόρνεψε εκεί.

7 Κι αναλογίστηκα: Αφού χορτάσει μ’ όλα αυτά, θα γυρίσει σ’ εμένα· αλλά δε γύρισε. Και τα είδε αυτά ο Ιούδας, η άπιστη αδερφή του Ισραήλ.

8 Ακόμα είδα και τούτο: ότι ενώ εγώ έδιωξα τον Ισραήλ, την άπιστη γυναίκα, για όλες τις μοιχείες που είχε διαπράξει και της έδωσα το έγγραφο του διαζυγίου, ωστόσο η άλλη άπιστη γυναίκα, ο Ιούδας, δε φοβήθηκε αλλά πήγε και πόρνεψε κι εκείνη.

9 Με την αδιάντροπη πορνεία του μόλυνε τη χώρα και μοίχευε λατρεύοντας λιθάρια και ξύλα.

10 Και μ’ όλα αυτά ο Ιούδας, η άπιστη αδερφή του Ισραήλ, δεν επέστρεψε σ’ εμένα μ’ όλη του την καρδιά, αλλά προσποιητά. Εγώ το λέω, ο Κύριος».

Η επιστροφή του Ισραήλ είναι εφικτή

11 Ο Κύριος μου είπε: «Μολονότι ο Ισραήλ είχε απομακρυνθεί από μένα, αποδείχτηκε δικαιότερος από τον άπιστο Ιούδα.

12 Πήγαινε, λοιπόν, φώναξε κατά το βορράκαι πες: “ο Κύριος λέει: Γύρνα πίσω, άπιστη γυναίκα, Ισραήλ· δε θέλω να ξεσπάσει πάνω σου η οργή μου, γιατί εγώ είμαι πολυεύσπλαχνος. Δε θα είμαι για πάντα οργισμένος.

13 Μονάχα παραδέξου την ανομία σου, ότι απίστησες σ’ εμένα, τον Κύριο, το Θεό σου· στους ξένους παραδόθηκες θεούς κάτω από κάθε σκιερό δέντρο, και δεν υπάκουσες στις εντολές μου”».

Ελπίδα για τον Ιούδα και μετά την καταστροφή του

14 «Γυρίστε πίσω», λέει ο Κύριος, «παραστρατημένα παιδιά, γιατί σ’ εμένα ανήκετε. Θα πάρω έναν δυο από κάθε πόλη και φυλή και θα τους φέρω στη Σιών.

15 Θα σας δώσω ποιμένες όπως τους θέλω εγώ, και θα σας φροντίζουν με σύνεση και κατανόηση.

16 »Τότε», συνέχισε ο Κύριος, «όταν θα ’χετε γίνει πολυάριθμοι και θα ’χετε αυξηθεί στη χώρα αυτή, κανείς δε θα μιλάει πια για την κιβωτό της διαθήκης του Κυρίου ούτε κανείς θα τη σκέφτεται ούτε θα τη θυμάται ούτε θα τη χρειάζεται ούτε και θα την ξαναφτιάξει κανείς.

17 Εκείνον τον καιρό θα αποκαλούν την Ιερουσαλήμ “Θρόνο του Κυρίου” και θα συγκεντρώνονται σ’ αυτήν όλα τα έθνη στ’ όνομα του Κυρίου· δε θ’ ακολουθούν τις διαθέσεις της πονηρής καρδιάς τους.

18 Τότε θα ενωθεί ο Ιούδας με τον Ισραήλ, και θα ’ρθουνε μαζί από τη χώρα του βορρά στη χώρα που έδωσα στους πατέρες σας να την έχουν στην κατοχή τους».

Αχαριστία και απιστία του Ισραήλ

19 Ο Κύριος λέει: «Είχα αποφασίσει να σε δεχτώ σαν γιο μου,και να σου δώσω μια ονειρεμένη χώρα ιδιοκτησία σου, ένδοξη ανάμεσα στα έθνη. Κι αναλογιζόμουν ότι θα με αποκαλούσες “πατέρα” κι από μένα δεν θ’ απομακρυνόσουν.

20 Αλλά όπως μια γυναίκα απιστεί στον άντρα της, έτσι απίστησες σ’ εμένα, Ισραήλ».

Το παράπονο του Ιούδα και η πρόσκληση του Θεού για επιστροφή

21 Φωνή ακούστηκε από τους λόφους, θρήνος και παρακλήσεις των Ισραηλιτών, επειδή πήραν το στραβό δρόμο, λησμόνησαν τον Κύριο, το Θεό τους.

22 Αλλά ο Κύριος λέει: «Επιστρέψτε παραστρατημένα παιδιά· θα αποκαταστήσω το παραστράτημά σας».

«Ναι, Κύριε, ερχόμαστε σ’ εσένα, γιατί εσύ είσαι ο Θεός μας.

23 Στ’ αλήθεια, η θορυβώδης πολυπραγμοσύνηπάνω στα βουνά και στους λόφους δε μας βοηθάει· η βοήθειά μας, Κύριε, Θεέ μας, μόνο από σένα προέρχεται.

24 Από παλιά ο Βάαλ κατέφαγε καθετί που οι πρόγονοί μας είχαν αποκτήσει: τα πρόβατά μας, τα βόδια μας, τους γιους μας και τις κόρες μας.

25 Ζούμε μέσα στη ντροπή, βυθισμένοι στην ατιμία μας. Έτσι μας αξίζει, γιατί αμαρτήσαμε στον Κύριο, το Θεό μας, εμείς και οι πρόγονοί μας, από παλιά μέχρι σήμερα· δεν υπακούσαμε στις εντολές του».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/3-0dc756be3c0bf66b281983083c4292fe.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 4

1 «Αν θέλεις να επιστρέψεις, Ισραήλ, μπορείς να επιστρέψεις σ’ εμένα», λέει ο Κύριος. «Αν πετάξεις τα βδελυρά σου είδωλα να μην τα βλέπω, δε θα μείνεις άλλο χωρίς πατρίδα.

2 Κι αν ορκιστείς επικαλούμενος το όνομα του αληθινού Θεού και είσαι ειλικρινής, τίμιος και δίκαιος, τότε οι κάτοικοι των εθνών θα ευλογούν ο ένας τον άλλον χρησιμοποιώντας το όνομά μου και θα είναι υπερήφανοι που με γνωρίζουν».

3 Ο Κύριος λέει στους κατοίκους του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ: «Οργώστε καλά τα χωράφια σας αντί να σπέρνετε ανάμεσα στ’ αγκάθια.

4 Κάμετε περιτομή που να ευχαριστεί εμένα τον Κύριο· περιτμηθείτε στις καρδιές σας, άντρες του Ιούδα και κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. Αλλιώς θα ξεσπάσει ο θυμός μου φλογερός σαν τη φωτιά, που κανείς δε θα μπορεί πια να τη σβήσει· τόσες πολλές θα είναι οι κακές σας πράξεις».

Διακήρυξη στο βασίλειο του Ιούδα

5 Αναγγείλατε και κηρύξτε στους κατοίκους του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ. Σαλπίστε με τη σάλπιγγα σ’ όλη τη χώρα, φωνάξτε δυνατά, και πείτε τους: «Συναχθείτε γρήγορα να μπούμε στις οχυρωμένες πόλεις!

6 Βάλτε στους δρόμους οδοδείκτες προς τη Σιών, τρέξτε να γλιτώσετε! Μη στέκεστε! Γιατί κακό θα φέρω απ’ το βορρά,καταστροφή μεγάλη».

7 Σαν το λιοντάρι που βγαίνει από το δάσος του, ξεκίνησε ο καταστροφέαςτων εθνών και βγήκε από τον τόπο του, τη χώρα σας για να ερημώσει· οι πόλεις σας θα καταστραφούν και κανείς κάτοικος δε θ’ απομείνει.

8 Γι’ αυτό, φορέστε πένθιμα, θρηνήστε και μοιρολογήστε: «δεν έπαψε ακόμη ο Κύριος να είναι φοβερά θυμωμένος μαζί μας».

9 «Τη μέρα εκείνη», λέει ο Κύριος, «ο βασιλιάς κι οι άρχοντες θα χάσουν το θάρρος τους. Οι ιερείς θα ταραχθούν και οι προφήτες θα εκπλαγούν.

10 Τότε θα παραπονιούνται:“αχ, Κύριε Θεέ, εξαπάτησες τελείως το λαό αυτό και τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ· γιατί ενώ είπες πως θα ’χουμε ειρήνη, μάς έχουν βάλει το μαχαίρι στο λαιμό”.

11 Τότε θα πω κι εγώ στο λαό αυτό και στους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, ότι θα φυσήξει εναντίον τους ένας ζεστός άνεμος από τους λόφους της ερήμου. Δε θα ’ναι ο αέρας που λυχνίζουν και καθαρίζουν το στάρι·

12 θα είναι αέρας πιο δυνατός απ’ αυτόν και θα ’ρθει με διαταγή μου. Γιατί τώρα εγώ ο Κύριος θα ανακοινώσω τη δικαστική απόφαση εναντίον τους».

Οι εχθροί έρχονται από παντού

13 Έρχονται σύννεφο οι εχθροί κι είναι τ’ αμάξια τους ανεμοστρόβιλος· απ’ τους αετούς γοργότερα είναι τ’ άλογά τους. Αλίμονό μας! Είμαστε χαμένοι.

14 Ξέπλυνε τις κακίες της καρδιάς σου, Ιερουσαλήμ, για να σωθείς· ως πότε θα παραμένουν μέσα σου οι σκέψεις σου οι κακές;

15 Ακούστε λοιπόν: Οι αγγελιοφόροι φέρνουνε άσχημα νέα απ’ την περιοχή της Δαν κι απ’ τα βουνά του Εφραΐμ.

16 Προειδοποιήστε τα έθνη, ανακοινώστε το και στην Ιερουσαλήμ ότι έρχονται εχθροί από μακρινή χώρα με πολεμικές ιαχές ενάντια στις πόλεις του βασιλείου του Ιούδα.

17 Σαν φύλακες του αγρού την περικύκλωσαν, «γιατί επαναστάτησε εναντίον μου», λέει ο Κύριος.

18 Όλα αυτά σού τα προξένησαν η συμπεριφορά σου και τα έργα σου, λαέ του Ιούδα. Αυτή η κακία σας σάς έφερε πίκρα που έφτασε μέχρι την καρδιά σας.

Ο πόνος του Ιερεμία για την επερχόμενη καταστροφή

19 Τα σωθικά μου! Πονούν τα σωθικά μου! Σφαδάζω από τον πόνο! Η καρδιά μου πάει να σπάσει· δεν μπορώ να σωπάσω, γιατί άκουσα τον ήχο της σάλπιγγας, την πολεμική ιαχή.

20 Απανωτές ειδήσεις έρχονται για τις ήττες και τις καταστροφές. Όλη η χώρα ερημώνεται! Με μιας καταστραφήκαν οι σκηνές μας, τα παραπετάσματά μας σκίστηκαν.

21 Ως πότε θα βλέπω την πολεμική σημαία και θ’ ακούω τον ήχο της σάλπιγγας;

22 «Ο λαός μου είναι ανόητος», λέει ο Κύριος. «Δε με γνωρίζουν· είναι σαν τ’ άμυαλα παιδιά τα δίχως γνώση. Είναι πανούργοι για να κάνουν το κακό, μα το καλό δεν ξέρουν να το πράττουν».

23 Κοιτώ τη γη: έρημη είναι κι ασχημάτιστη· κοιτώ τους ουρανούς: ούτ’ ένα αστέρι.

24 Κοιτάζω τα βουνά: τρέμουν· όλοι οι λόφοι τραντάζονται.

25 Ψάχνω για ανθρώπους μα δε βρίσκω ούτ’ έναν· και για πουλιά, μα όλα έχουνε φύγει.

26 Κοιτώ την εύφορη τη γη: έγινε έρημος. Όλες οι πόλεις είναι ερείπια απ’ του Κυρίου το φοβερό θυμό.

27 Κι όλα αυτά, γιατί ο Κύριος είχε πει: «Όλη η χώρα θα ερημωθεί, αλλά ολοκληρωτική καταστροφή δεν θα προξενήσω.

28 Για τούτο θα πενθήσει η χώρα, θα σκοτεινιάσει ο ουρανός. Εγώ ο Κύριος μίλησα κι αποφάσισα· δε θα μετανιώσω ούτε θ’ ανακαλέσω».

29 Όλοι οι κάτοικοι της χώρας φεύγουν από το θόρυβο που κάνουν οι καβαλάρηδες· έρχονται οι τοξότες στα δάση κι ανεβαίνουν στους βράχους. Όλες οι πόλεις εγκαταλείπονται· κανένας πια δεν κατοικεί σ’ αυτές!

30 Κι εσύ, Ιερουσαλήμ, είσαι καταδικασμένη να καταστραφείς. Τι επιδιώκεις όταν ντύνεσαι στα κόκκινα, όταν φοράς χρυσά στολίδια και βάφεις τα μάτια σου με σκιές; Μάταια καλλωπίζεσαι! Οι εραστές σου θα σ’ εγκαταλείψουν, θα επιδιώξουν να σε σκοτώσουν.

31 Άκουσα μια φωνή, σαν της γυναίκας όταν την πιάνουν οι πόνοι του πρώτου της τοκετού. Είν’ η φωνή της Σιών που προσπαθεί να αναπνεύσει. Απλώνει τα χέρια της απελπισμένα και φωνάζει: «Βοήθεια! Με σκοτώνουν!»

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/4-e0d7e3f088e81baff6b09d6f20a323cd.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 5

Διεφθαρμένη πόλη

1 Ο Κύριος λέει: «Βαδίστε μέσ’ από τους δρόμους της Ιερουσαλήμ· καλά κοιτάξτε και ψάξτε στις πλατείες της! Αν βρείτε έστω κι έναν άνθρωπο να κάνει το σωστό και ν’ αναζητάει την αλήθεια, τότε εγώ θα συγχωρήσω την αμαρτία της πόλης.

2 Κι όμως, ακόμη και όταν ορκίζονται στο όνομά μου, σίγουρα ψέματα ορκίζονται».

3 Κύριε, δεν είναι η εντιμότητα το μόνο που σ’ ενδιαφέρει; Τους χτύπησες αλλά αυτοί δεν νοιάστηκαν· τους σύντριψες αλλά δε διορθώθηκαν· αντίθετα, αποδείχτηκαν πιο πεισματάρηδες κι αρνήθηκαν να επιστρέψουνε σ’ εσένα.

4 Τότε εγώ σκέφτηκα: Αυτοί είναι φτωχοί κι αγράμματοι, οπότε δεν ξέρουν το δρόμο του Κυρίου, τις εντολές του Θεού.

5 Θα πάω, λοιπόν, στους ισχυρούς να τους μιλήσω. Αυτοί ασφαλώς θα ξέρουν το δρόμο του Κυρίου και τις εντολές του Θεού τους. Αλλά κι αυτοί, ακόμη περισσότερο αρνήθηκαν να υπακούσουν στον Κύριο· έφυγαν μακριά του, λες κι ήτανε βαριά δεσμά οι εντολές του.

6 «Γι’ αυτό του δάσους θα τους φάνε τα λιοντάρια», λέει ο Κύριος, «λύκοι από την έρημο θα τους κατασπαράξουν· παρδάλεις θα παραμονεύουνε στις πόλεις τους. Όποιον βγαίνει έξω απ’ αυτές θα τον ξεσκίζουν, γιατί πληθύναν οι ανομίες τους κι οι αποστασίες τους αυξήθηκαν».

Η συγχώρηση είναι αδύνατη πια

7 Λέει ο Κύριος: «Πώς να σας συγχωρήσω για όλα αυτά; Τα παιδιά σας μ’ εγκατέλειψαν και σε θεούς ορκίστηκαν που δεν ήταν θεοί. Εγώ τους χόρτασα, εκείνοι όμως μοίχευαν και τρέχανε στα σπίτια των πορνών.

8 Είναι σαν τα καλοθρεμμένα, τα βαρβάτα άλογα, που το ένα για το ταίρι του άλλου χρεμετίζει.

9 Δεν πρέπει να τους τιμωρήσω για όλα αυτά; Να μην εκδικηθώ ένα τέτοιο έθνος;

10 Ανεβείτε εχθροί στ’ αμπέλια και καταστρέψτε τα· μα μην τα αφανίσετε εντελώς. Τα κλήματά της ξεριζώστε τα, γιατί σ’ εμένα δεν ανήκουν.

11 Ο λαός του Ισραήλ και ο λαός του Ιούδα απίστησαν πολλές φορές σ’ εμένα. Κι αυτά τα λέω εγώ, ο Κύριος».

Οι συνέπειες της αυτοπεποίθησης

12 Αυτοί οι άνθρωποι αρνήθηκαν τον Κύριο και είπαν: «Τι χρησιμεύει να υπολογίζουμε σ’ αυτόν; Δε θα μας βρει κακό κανένα· πείνα δεν θ’ αντιμετωπίσουμε ούτε πόλεμο.

13 Όσα οι προφήτες λένε είναι του αέρα λόγια. Δεν έχουν μέσα τους λόγια Θεού να πουν. Εκείνα που προλέγουν ας πέσουν πάνω τους».

14 Αλλά ο Θεός, ο Κύριος του σύμπαντος, μου είπε: «Επειδή αυτοί μιλούν έτσι, θα κάνω εγώ τα λόγια μου στο στόμα σου φωτιά, και το λαό αυτό ξύλα θα τον κάνω και θα τους κατακάψει η φωτιά.

15 »Πες τους από μέρους μου: “Ισραηλίτες, θα φέρω εναντίον σας ένα έθνος από μακριά, έθνος αρχαίο και δυνατό, που δε θα ξέρετε τη γλώσσα του και δε θα καταλαβαίνετε τι λένε.

16 Των πολεμιστών του η φαρέτρα το θάνατο σκορπίζει· είναι όλοι τους πανίσχυροι.

17 Αυτοί θα τρώνε τους καρπούς απ’ τη συγκομιδή σας και το δικό σας το ψωμί· τους γιους σας θα σκοτώνουν και τις κόρες σας. Τα πρόβατά σας και τα βόδια σας θα τα καταβροχθίζουν, θα εξαφανίζουν τον καρπό από τ’ αμπέλια σας και απ’ τις συκιές. Θα καταστρέφουν πολεμώντας τις οχυρωμένες πόλεις σας, που σ’ αυτές νιώθατε ασφαλείς”».

Τιμωρία αντίστοιχη με την αμαρτία

18 Μου είπε επίσης ο Κύριος: «Ακόμη και τότε όμως δε θα καταστρέψω εντελώς το λαό μου.

19 Κι όταν ρωτήσουν: “γιατί ο Κύριος ο Θεός μας μάς τα κάνει όλα αυτά;” τότε απάντησέ τους: “όπως στη χώρα σας εκείνον τον εγκαταλείψατε και υπηρετήσατε ξένους θεούς, έτσι θα υπηρετήσετε κι ανθρώπους ξένους, σε χώρα που δε θ’ ανήκει σ’ εσάς”».

Όταν δεν αναγνωρίζεται η εξουσία του Θεού

20 «Στείλτε μήνυμα στους απογόνους του Ιακώβ, διακηρύξτε στους κατοίκους του βασιλείου του Ιούδα και πείτε τους:

21 Πρόσεξε, λοιπόν, λαέ ανόητε και πεισματάρη. Έχετε μάτια αλλά δε βλέπετε, αυτιά αλλά δεν ακούτε.

22 Γιατί, διαφορετικά θα με υπολογίζατε», λέει ο Κύριος. «Θα τρέματε μπροστά μου. Εγώ έβαλα την άμμο φραγμό στη θάλασσα, αιώνιο σύνορο που να το ξεπεράσει δεν μπορεί· φουσκώνει η θάλασσα μα παραπέρα δεν μπορεί να προχωρήσει. Ταράζονται τα κύματά της, αλλά το σύνορο να το περάσουν δεν μπορούν.

23 Εσείς, όμως, Ισραηλίτες, είστε λαός ισχυρογνώμονας κι επαναστατικός· αποστατήσατε και φύγατε από μένα.

24 Ούτε σκεφτήκατε να με τιμήσετε, εμένα τον Κύριο, το Θεό σας, που στέλνω στον καιρό της τη φθινοπωρινή και την ανοιξιάτικη βροχή, κι εξασφαλίζω κάθε χρόνο τις εβδομάδες του θερισμού.

25 Οι ανομίες και οι αμαρτίες σας σάς στέρησαν όλα αυτά τα καλά».

Η επιδίωξη του πλούτου με κάθε μέσον

26 Ο Κύριος λέει: «Βρεθήκαν στο λαό μου ασεβείς, που στήνουνε παγίδα ανθρώπους να συλλάβουνε, όπως εκείνοι που παραμονεύουν να πιάσουνε πουλιά.

27 Όπως είναι γεμάτο το κλουβί πουλιά, έτσι τα σπίτια τους είναι γεμάτα απάτη. Γι’ αυτό έγιναν δυνατοί και πλούτισαν,

28 και χόντρυναν και πάχυναν. Δε βάζουν όρια στις κακές τους πράξεις· δίκαια δεν κρίνουν, αδικούν τα ορφανά και τους φτωχούς, κι έτσι καλοπερνάνε.

29 Δεν πρέπει να τα τιμωρήσω όλα αυτά;» λέει ο Κύριος. «Να μην εκδικηθώ ένα τέτοιο έθνος;»

Η ευθύνη των προφητών και των ιερέων

30 «Τρομερά και φοβερά συμβαίνουνε σ’ αυτή τη χώρα», λέει ο Κύριος.

31 «Οι προφήτες προφητεύουν επικαλούμενοι το ψεύδοςκαι οι ιερείς ενεργούν σύμφωνα με τη δική τους διδασκαλία. Και ο λαός μου όλα αυτά τα δέχεται. Μα τι θα κάνετε όταν θα έρθει το τέλος;»

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/5-ebee5247c87642d9e12ed31a0c83b5e5.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 6

Μεγάλη καταστροφή απειλεί την Ιερουσαλήμ

1 Απόγονοι του Βενιαμίν φύγετε από την Ιερουσαλήμ και ζητήστε ασφάλεια αλλού. Σαλπίστε σάλπιγγα στην Τεκωά και κάντε σινιάλο με καπνό στη Βαιθ-Ακαρέμ. Γιατί έρχεται απ’ το βορράσυμφορά και καταστροφή μεγάλη.

2 Τη Σιών, που είναι σαν κοπέλα όμορφη και τρυφερή, τώρα θα την εξολοθρεύσω!

3 Θα έρθουν οι ποιμένες των εθνών με τα κοπάδια τους, γύρω σου θα σου στήσουν τις σκηνές τους· καθένας στο δικό του το λειβάδι θα βόσκει το κοπάδι του.

4 «Ετοιμαστείτε για επίθεση εναντίον της!» θα πουν. «Εμπρός, να επιτεθούμε το μεσημέρι! Τι κρίμα! Η μέρα γέρνει, του απόσπερου μακραίνουν οι σκιές!

5 Τότε εμπρός, να γίνει η επίθεση τη νύχτα! Να καταστρέψουμε τα ωραία της τ’ ανάκτορα».

6 Ο ίδιος ο Κύριος του σύμπαντος προστάζει τους εχθρούς: «Κόψτε δέντρα κι υψώστε ανάχωμα ενάντια στην Ιερουσαλήμ· αυτή την πόλη θα την τιμωρήσω, γιατί μονάχα καταπίεση υπάρχει εκεί.

7 Σαν την πηγή που αναβλύζει τα νερά της, έτσι κι αυτή αναβλύζει την κακία της. Βίας κραυγές και καταπίεσης ακούγονται σ’ αυτήν· μπροστά στα μάτια μου οι άνθρωποι βασανίζονται και υποφέρουν.

8 »Άκου την προειδοποίησή μου, Ιερουσαλήμ, για να μη σ’ εγκαταλείψω κι έρημο σε κάνω και γη ακατοίκητη».

Ο λαός δεν θέλει ν’ ακούσει

9 Ο Κύριος του σύμπαντος μου είπε: «Καλά τρυγήστε σαν αμπέλι το υπόλοιπο των Ισραηλιτών, που επέζησε· τα χέρια σας απλώστε στο λαό σας, όπως ο τρυγητής ραγολογάει τα κλήματα».

10 Αλλά εγώ είπα: «Ποιος θα με άκουγε αν τους μιλούσα και τους προειδοποιούσα; Αυτοί έχουν κλειστά τ’ αυτιά τους κι αρνιούνται να προσέξουν τα λόγια σου. Ο λόγος του Κυρίου έγινε γι’ αυτούς αντικείμενο χλευασμού· δεν ευχαριστούνται να τον ακούν.

11 Γι’ αυτό είμαι γεμάτος απ’ του Κυρίου το θυμό. Κουράστηκα και δεν μπορώ να συγκρατήσω το θυμό μου».

Ο Κύριος μου απάντησε: «Άσ’ το θυμό σου να ξεσπάσει πάνω στα παιδιά που είναι έξω στους δρόμους, πάνω στις συνάξεις των νέων· άντρες και γυναίκες, γέροι και οι πολύ ηλικιωμένοι, όλοι θα αιχμαλωτιστούν.

12 Τα σπίτια τους σε άλλους θα δοθούν και τα χωράφια κι οι γυναίκες τους το ίδιο· γιατί θα τιμωρήσω αυτής της χώρας τους κατοίκους», λέει ο Κύριος.

13 «Όλοι τους, από τον πιο ασήμαντο ως τον πιο σπουδαίο, προσπαθούν να πλουτίσουν παράνομα. Ακόμη και προφήτες και οι ιερείς εξαπατούν το λαό.

14 Φέρονται σαν οι πληγές του λαού μου να ήταν αμυχές·λένε στο λαό μου πως όλα πάν’ καλά, μα τίποτε καλά δεν πάει.

15 Θα έπρεπε να ντρέπονται που έπραξαν εκείνες τις βδελυρές τους πράξεις. Καθόλου όμως δεν ντράπηκαν ούτε κοκκίνισαν. Γι’ αυτό και θα καταστραφούν όπως όλοι οι άλλοι. Θα τους τιμωρήσω και θ’ αφανιστούν», λέει ο Κύριος.

Οι συνέπειες της ισχυρογνωμοσύνης

16 Ο Κύριος λέει: «Εγώ είχα νουθετήσει το λαό μου: Στο δρόμο που βαδίζετε παρατηρήστε και ρωτήστε, ανάμεσα στα μονοπάτια που οι πρόγονοί σας βάδισαν, ποιο ήτανε το πιο σωστό· ακολουθήστε τότε αυτό και θα βρείτε ανάπαυση. Εκείνοι όμως απάντησαν: “δε θέλουμε”.

17 Εγώ τους έβαλα σκοπιές για να τους ειδοποιήσουν: “προσέξτε τον ήχο της σάλπιγγας!” Αυτοί όμως απάντησαν: “δε θα προσέξουμε”.

18 »Γι’ αυτό ακούστε, έθνη, και μάθετε καλά τι πρόκειται να συμβεί στο λαό μου.

19 Άκου, γη: Η συνέπεια των πονηρών σχεδίων τους είναι ότι θα τους τιμωρήσω, γιατί στα λόγια μου δεν δώσαν προσοχή κι απέρριψαν το νόμο μου.

20 Αδιάφορον μ’ αφήνει το λιβάνι που μου φέρνουν απ’ τη Σαβά, και η ευωδιαστή κανέλα από χώρα μακρινή. Τα ολοκαυτώματά τους δεν είναι δεκτά και οι θυσίες τους δε μου είναι ευχάριστες.

21 Γι’ αυτό, θα βάλω εμπόδια μπροστά σ’ ετούτο το λαό· πάνω τους θα σκοντάψουνε και θα πεθάνουν πατέρες μαζί με τους γιους τους, οι γειτονές τους και οι φίλοι τους».

Ο εχθρός καταφθάνει από το βορρά

22 Ο Κύριος λέει: «Έρχεται λαός από μια χώρα απ’ το βορρά,έθνος μεγάλο ξεσηκώνεται από της γης τις άκρες.

23 Τόξο κρατάνε και χατζάρι, είναι σκληροί και άσπλαχνοι· στ’ άλογα ανεβαίνουν κι ακούγονται οι φωνές τους σαν τη βοή της θάλασσας· πολεμιστές που για τη μάχη παρατάσσονται ενάντια σ’ εσένα, πόλη της Σιών».

24 Λένε οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ: «Ακούσαμε την είδηση και παραλύσανε τα χέρια μας· μας έπιασε αγωνία και πονέσαμε σαν τη γυναίκα που είναι να γεννήσει».

25 Λένε ο ένας στον άλλον οι άνθρωποι: «Μη βγείτε στα χωράφια· από τους δρόμους μακριά! Γιατί ο εχθρός εκεί είναι και σκοτώνει, τρόμος επικρατεί παντού».

26 Λαέ μου, ντύσου στα πένθιμα και κυλίσου στη στάχτη· πένθησε όπως πενθεί κανείς για το μονάκριβο το γιο του, θρήνησε πικρά· γιατί άξαφνα θα ’ρθει ο εχθρός που όλα θα τα καταστρέψει.

Σκληρό σίδερο και άχρηστο ασήμι

27 Ο Κύριος μου είπε: «Ιερεμία, σε έβαλα ελεγκτήγια να ελέγχεις το λαό μου και να εξερευνάς τις διαθέσεις τους».

28 Κι εγώ διαπίστωσα πως όλοι τους είναι ισχυρογνώμονες, στασιαστές και συκοφάντες· σκληροί σαν το χαλκό και σαν το σίδερο· όλοι τους είναι διεφθαρμένοι.

29 Φυσάει ο φυσητήρας του μεταλλουργού να λιώσει το μολύβι με τη φωτιά· μάταια όμως παιδεύεται ο χωνευτής· δεν ξεχωρίζουν οι κακοί.

30 Άχρηστο ασήμι θα ονομάζουν τους Ισραηλίτες, γιατί ο Κύριος τους απέρριψε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/6-f4b3a5202788a7a73fa0608c9e6cfc40.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 7

Αδικαιολόγητη η εμπιστοσύνη στο ναό

1 Ο Κύριος είπε στον Ιερεμία:

2 «Στάσου στην πόρτα του ναού μου και κήρυξε εκεί το λόγο αυτόν εδώ: Ακούστε του Κυρίου το λόγο όλοι οι κάτοικοι του Ιούδα, που περνάτε απ’ αυτές τις πύλες για να πάτε να προσευχηθείτε στον Κύριο!

3 Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: Διορθώστε τη συμπεριφορά σας και τα έργα σας, και τότε θα επιτρέψω να κατοικήσετε στον τόπο αυτό.

4 Μην ξεγελάτε τον εαυτό σας επαναλαμβάνοντας: “ο ναός που κατοικεί ο Κύριος, ο ναός του Κυρίου, ο ναός του Κυρίου είν’ εδώ!”

5 Αν πράγματι διορθώσετε τη συμπεριφορά και τα έργα σας, αν αποδώσετε απόλυτα το δίκαιο ο ένας στον άλλο,

6 αν δεν καταπιέζετε τον ξένο, το ορφανό και τη χήρα, αν πάψετε να θανατώνετε αθώους ανθρώπους εδώ σ’ αυτόν τον τόπο και να λατρεύετε ξένους θεούς, γιατί αυτό θα είναι η καταστροφή σας,

7 τότε εγώ θα κατοικήσω μαζί σας σ’ αυτόν τον τόπο, στη χώρα που έδωσα στους προγόνους σας για πάντα.

8 »Εσείς όμως εξαπατάτε τον εαυτό σας με λόγια ψεύτικα, που απ’ αυτά δεν θα ωφεληθείτε.

9 Κλέβετε και σκοτώνετε, μοιχεύετε κι ορκίζεστε ψέματα· θυμίαμα προσφέρετε στο Βάαλ και λατρεύετε θεούς, που ποτέ δεν τους γνωρίσατε.

10 Κι έπειτα έρχεστε και στέκεστε ενώπιόν μου, στο ναό αυτό που φέρει τ’ όνομά μου και λέτε: “εδώ είμαστε ασφαλείς!” Και συνεχίζετε να κάνετε όλες αυτές τις βδελυρές πράξεις.

11 Τι θαρρείτε πως είναι ο ναός αυτός, που φέρει τ’ όνομά μου; Σπηλιά ληστών; Εντάξει! Τότε κι εγώ θα τον θεωρήσω έτσι.

12 »Πηγαίνετε, λοιπόν, στη Σιλώ, τον τόπο που για πρώτη φορά είχα διαλέξει να λατρεύομαι, και δείτε τι καταστροφή έκανα σ’ αυτόν για τις αμαρτίες του λαού μου, του Ισραήλ.

13 Και τώρα, πάλι κάνατε τα ίδια ανόσια έργα· σας μίλησα ασταμάτητα μα δεν ακούσατε· σας κάλεσα μα δεν αποκριθήκατε.

14 Γι’ αυτό, σ’ ετούτον το ναό που φέρει τ’ όνομά μου κι όπου εσείς αισθάνεστε ασφαλείς, στον τόπο αυτόν που έδωσα σ’ εσάς και στους προγόνους σας, θα κάνω τα ίδια που έκανα και στη Σιλώ.

15 Θα σας διώξω από μπροστά μου, όπως έδιωξα και τους αδερφούς σας, όλους τους απογόνους του Εφραΐμ”.Εγώ το λέω, ο Κύριος».

Ο Κύριος απαγορεύει στον Ιερεμία να προσεύχεται για το λαό του

16 «Εσύ, Ιερεμία, μην προσεύχεσαι πια για το λαό αυτόν! Μη μου φωνάζεις και μη με παρακαλείς· μη με πιέζεις, γιατί δε θα σε ακούσω.

17 Δε βλέπεις τι κάνουν αυτοί στις πόλεις του Ιούδα, στους δρόμους της Ιερουσαλήμ;

18 Τα παιδιά μαζεύουν ξύλα, οι πατεράδες ανάβουν τη φωτιά· οι γυναίκες ζυμώνουν το ζυμάρι και φτιάχνουνε γλυκίσματα για τη Βασίλισσα του Ουρανού·σπονδές προσφέρουν σ’ άλλους θεούς, για να κάνουν εμένα να πονέσω.

19 Αλήθεια, εμένα θα κάνουν να πονέσω; Όχι βέβαια, αλλά τον εαυτό τους! Αυτοί θα ντροπιαστούν.

20 Γι’ αυτό λέω εγώ, ο Κύριος, ο Θεός: Θα ξεσπάσει ο φλογερός θυμός μου πάνω σ’ αυτό τον τόπο· πάνω σ’ ανθρώπους και σε ζώα και σε δέντρα και πάνω στους καρπούς της γης· κι όταν ανάψει ο θυμός μου, κανείς δεν θα μπορέσει να τον σβήσει».

Το έθνος δεν ακούει το Θεό

21 Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: «Τι μου προσφέρετε ολοκαυτώματα και τα προσθέτετε στις άλλες σας θυσίες; Φάτε τα εσείς όλα τα κρέατα!

22 Όταν εγώ έβγαλα τους προγόνους σας από την Αίγυπτο, δεν τους διέταξα τίποτε για ολοκαυτώματα και για θυσίες.

23 Αλλά τους έδωσα αυτή την εντολή: “υπακούστε σ’ εμένα, και τότε εγώ θα είμαι Θεός σας κι εσείς λαός μου· ακολουθήστε καθ’ όλα το δρόμο που σας καθορίζω, για να είστε ευτυχείς”.

24 Αυτοί όμως δεν υπακούσανε ούτε δώσανε προσοχή αλλά κάνανε εκείνο που τους έλεγε η σκληρή και πονηρή καρδιά τους· μου ’στρεψαν την πλάτη αντί για το πρόσωπο.

25 Από τότε που έβγαλα τους προγόνους σας από την Αίγυπτο μέχρι σήμερα, σας έστελνα αδιάκοπα όλους τους δούλους μου τους προφήτες.

26 Αλλά κανείς σας δεν με άκουσε ούτε με πρόσεξε. Αντισταθήκατε με πείσμα· και πράξατε χειρότερα απ’ τους προγόνους σας.

27 »Αν πας να τους τα πεις όλα αυτά, δε θα σε ακούσουν· αν τους καλέσεις, δε θα σου αποκριθούν.

28 Πες τους, λοιπόν: “είστε έθνος που δεν υπακούει στον Κύριο, το Θεό του, και δε διορθώνεται· για πιστότητα δεν γίνεται πια λόγος. Χάθηκε κι αυτή”».

Πεδιάδα φονιάδων

29 Λαέ της Ιερουσαλήμ, κούρεψε τα μαλλιά σουκαι πέταξέ τα· θρήνησε πάνω στους λόφους, γιατί είσαι μια γενιά που ο Κύριος οργίστηκε εναντίον της, την απέρριψε και την εγκατέλειψε.

30 «Πράγματι», λέει ο Κύριος, «οι κάτοικοι του βασιλείου του Ιούδα έκαναν μιαρές πράξεις ενώπιόν μου. Έστησαν τα είδωλά τους στο ναό που φέρει τ’ όνομά μου και τον μόλυναν.

31 Στην κοιλάδα Εννόμκαθιέρωσαν ιερόν τόπο, που τον ονόμασαν “Τοφέθ”· εκεί θυσιάζουν τους γιους τους και τις κόρες τους στη φωτιά, πράγμα που εγώ δεν το διέταξα ούτε καν το διανοήθηκα.

32 Γι’ αυτό θα έρθουν μέρες, που η κοιλάδα αυτή δεν θα ονομάζεται πια “Κοιλάδα Εννόμ” ή “Τοφέθ”, αλλά “Φαράγγι της Σφαγής”, γιατί εκεί θα θάβουν τους νεκρούς, επειδή αλλού δε θα υπάρχει τόπος.

33 Και τα πτώματα του λαού αυτού θα είναι τροφή για τα όρνια και τα τσακάλια, που δε θά ’ναι κανείς να τα φοβίσει.

34 Στις πόλεις του Ιούδα και στους δρόμους της Ιερουσαλήμ θα κάνω να σωπάσουν οι θόρυβοι των πανηγυριών, οι κραυγές της χαράς και τα τραγούδια των νιόπαντρων, γιατί η χώρα θα ερημωθεί».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/7-57587f6bb4dc4ef078cc5b3e91a29855.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 8

1 «Εκείνο τον καιρό», λέει ο Κύριος, «θα βγάλουν απ’ τους τάφους τους τα κόκαλα των βασιλιάδων του Ιούδα, των αρχόντων του, των ιερέων, των προφητών και όλων των κατοίκων της Ιερουσαλήμ.

2 Και θα τ’ απλώσουν αντίκρυ στον ήλιο, στο φεγγάρι και σ’ όλα τ’ άστρα του ουρανού, που αυτοί οι άνθρωποι τ’ αγάπησαν και τα λάτρεψαν, τ’ ακολούθησαν, τα συμβουλεύτηκαν και τα προσκύνησαν σαν θεούς. Αυτά τα κόκαλα δεν θα τα συγκεντρώσουν ποτέ ούτε και θα τα ξαναθάψουν· κοπριά θα γίνουν πάνω στη γη».

Ο θάνατος προτιμότερος από τη ζωή

3 Ο Κύριος του σύμπαντος λέει: «Ο θάνατος θα είναι προτιμότερος απ’ τη ζωή, για όλους εκείνους που θα επιζήσουν από την πονηρή αυτή γενιά, σ’ όλους τους τόπους που θα τους έχω διασκορπίσει».

Αχαρακτήριστη ισχυρογνωμοσύνη

4 Ο Κύριος με πρόσταξε να πω στο λαό του: «Αν κάποιος πέσει, δε θα ξανασηκωθεί; Αν κάποιος το δρόμο του χάσει, δε θα τον ξαναβρεί;

5 Γιατί, λοιπόν αυτός ο λαός μου της Ιερουσαλήμ απομακρύνεται αδιάκοπα χωρίς ποτέ το δρόμο του να βρίσκει; Στα είδωλά τους προσκολλώνται κι αρνούνται να επιστρέψουν.

6 Με προσοχή άκουσα, μα δε μίλησαν σωστά· κανένας δεν υπάρχει που να μετανοεί για την κακία του και που να λέει “τι έκανα;” Καθένας τους ακολουθεί ασυλλόγιστα το δρόμο του, καθώς το άλογο που ορμά στη μάχη.

7 Κι ο πελαργός ακόμα στον ουρανό ξέρει το χρόνο ακριβώς που πρέπει να γυρίσει. Το τρυγόνι, το χελιδόνι κι ο γερανός γνωρίζουν τον καιρό τον ορισμένο για ν’ αποδημήσουν. Ο λαός μου όμως δεν έχει ιδέα για τις εντολές που του έχω δώσει».

Δήθεν σοφοί

8 Ο Κύριος λέει: «Πώς ισχυρίζετε ότι είστε σοφοί, επειδή ξέρετε τους νόμους του Κυρίου; Αφού οι νόμοι αυτοί έχουν νοθευτεί απ’ τους ανάξιους ερμηνευτές τους!

9 Θα ντροπιαστούνε οι σοφοί, θα φοβηθούν και θα παγιδευτούνε: Αρνήθηκαν το λόγο μου· τότε η σοφία τους ποια θα είναι;

10 »Θα δώσω τις γυναίκες τους σε άλλους, και τα χωράφια τους σε ξένους, σε κατακτητές· επειδή όλοι, από τον πιο ασήμαντο ως τον πιο σπουδαίο, γυρεύουν να πλουτίσουνε παράνομα. Όλοι τους, ακόμα κι οι προφήτες και οι ιερείς, ψέματα λένε.

11 Φέρονται σαν οι πληγές του λαού μου να ήταν αμυχές·λένε στο λαό μου πως όλα πάν’ καλά, μα τίποτε καλά δεν πάει.

12 Θα έπρεπε να ντρέπονται για εκείνες τις βδελυρές τους πράξεις. Καθόλου όμως δεν ντράπηκαν ούτε κοκκίνισαν. Γι’ αυτό και θα καταστραφούν όπως όλοι οι άλλοι· θα τους τιμωρήσω και θ’ αφανιστούν», λέει ο Κύριος.

Αβάσιμες ελπίδες

13 «Αν έρθω στο λαό μου σαν τρυγητής, σταφύλια δεν θα βρω ούτε σύκα», λέει ο Κύριος. «Ακόμα και τα φύλλα θά ’χουνε μαραθεί. Γι’ αυτό θα παραδώσω το λαό μου στους ξένους και θα τον καταστρέψουν».

14 Οι κάτοικοι του Ιούδα λένε: «Τι καθόμαστε; Ελάτε, μαζευτείτε να μπούμε στις οχυρωμένες πόλεις και να πεθάνουμε εκεί. Ο Κύριος, ο Θεός μας, μας καταδίκασε σε θάνατο· μας πότισε νερό δηλητηριασμένο, γιατί αμαρτήσαμε σ’ αυτόν.

15 Προσμέναμε πως όλα θα πήγαιναν καλά, μα δεν ήρθε καλό κανένα. Προσμέναμε να γιατρευτούμε απ’ τα δεινά αλλά μας βρήκε τρόμος.

16 Ακούγεται κιόλας το χλιμίντρισμα των αλόγων του εχθρού από τη Δαν· σείεται όλη η γη απ’ το χρεμέτισμα των δυνατών αλόγων τους. Έρχονται και θα καταστρέψουν τη χώρα και τα προϊόντα της, την πόλη και τους κατοίκους της».

17 «Θα εξαποστείλω εναντίον σας φαρμακερές οχιές», λέει ο Κύριος, «που θα ’ναι αδύνατο κανείς να τις γητέψει· αυτές θα σας δαγκώσουν».

Η θλίψη του Ιερεμία

18 Ένα βάρος πιέζει την καρδιά μου και με αρρωσταίνει.

19 Ακούω απελπισμένη του λαού μου τη φωνή, σ’ όλη τη χώρα: «Δεν είναι πια ο Κύριος στη Σιών; Ο βασιλιάς της δεν είναι εκεί;» Αλλά ο Κύριος απαντά: «Γιατί μ’ εξόργισαν με τα είδωλά τους, με τις ξένες τις άχρηστες θεότητες;»

20 Ο λαός παραπονιέται: «Το καλοκαίρι πέρασε, τέλειωσε η συγκομιδή, κι εμείς προσμένουμε ακόμα να σωθούμε!»

21 Απ’ του λαού μου την πληγή πληγώθηκα, πένθησα, κατατρόμαξα.

22 Βάλσαμο δεν υπάρχει στη Γαλαάδ;Δεν είναι εκεί γιατρός; Γιατί, λοιπόν, ο λαός μου δε γιατρεύτηκε;

23 Μακάρι βρύση δακρύων να ’ταν τα μάτια μου, να ήταν το κεφάλι μου πηγάδι με νερό, μέρα και νύχτα για να κλαίω τους σκοτωμένους του λαού μου!

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/8-882cd1cd0bf93fd38ef17289efaf5bda.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 9

Λαός διαβρωμένος από το ψέμα

1 Μακάρι να ’χα μες στην έρημο ταξιδιωτών κατάλυμα, ώστε να εγκαταλείψω το λαό μου και ν’ απομακρυνθώ απ’ αυτόν, γιατί όλοι τους είναι μοιχοί, συνάθροιση απίστων.

2 «Σαν τόξο τεντωμένο, έτοιμη για να ρίξει βέλη ψεύδους είναι η γλώσσα τους. Στη χώρα δεν είναι η αλήθεια που επικρατεί. Κάνουν το ένα κακό μετά το άλλο, κι αρνιούνται κάθε σχέση νά ’χουνε μαζί μου», λέει ο Κύριος.

3 «Γι’ αυτό καθένας να φυλάγεται απ’ τους φίλους του και να μην έχει εμπιστοσύνη ούτε στον αδερφό του· γιατί κάθε αδερφός το δίχως άλλο εξαπατά,και οι φίλοι είναι συκοφάντες.

4 Εξαπατά καθένας τον πλησίον του, κανείς δε λέει την αλήθεια· συνήθισαν τη γλώσσα τους στο ψέμα και έχουν τόσο πολύ αναμειχθεί με το κακό, ώστε είναι ανήμποροι πια να ξεφύγουν.

5 Η μια καταπίεση διαδέχεται την άλλη, κι η μια απάτη ακολουθεί την άλλη και αρνούνται να με γνωρίσουν».

6 Γι’ αυτό, λέει ο Κύριος του σύμπαντος: «Στο χωνευτήρι θα τους βάλω σαν το μέταλλο και θα τους δοκιμάσω. Ο λαός μου έχει πράξει το κακό. Τι άλλο μπορώ γι’ αυτούς να κάνω;

7 Είναι η γλώσσα τους θανατηφόρο βέλος· το στόμα τους λέει ψέματα. Καθένας λέει στο διπλανό του λόγια φιλικά, μα μέσα στην καρδιά του μυστικά, παγίδα τού ετοιμάζει.

8 Για όλα αυτά δεν θα τους τιμωρήσω;» λέει ο Κύριος· «δε θα εκδικηθώ ένα τέτοιο έθνος;»

Θρήνος για τον Ιούδα και την Ιερουσαλήμ

9 Θα κλάψω, θα θρηνήσω για τα ψηλά βουνά, θα παραπονεθώ για τα λιβάδια. Καήκαν κάτω στην πεδιάδα! Κανείς πια δεν περνάει από ’κει ούτε ακούγονται των κοπαδιών βελάσματα· τ’ ουρανού τα πουλιά και τ’ άγρια ζώα έφυγαν, εξαφανίστηκαν.

10 Ο Κύριος όμως λέει: «Θα κάνω την Ιερουσαλήμ σωρό από πέτρες και τόπο τσακαλιών· τις πόλεις θα ερημώσω του Ιούδα, ώστε κανείς να μην κατοικεί πια σ’ αυτές».

11 Υπάρχει άνθρωπος τόσο σοφός, που να μπορεί αυτό να το εννοήσει, και στον οποίο να μιλήσει ο Κύριος και να του το εξηγήσει; Το γιατί κατακάηκε η χώρα και ερημώθηκε ώστε κανείς να μην περνάει απ’ αυτήν;

12 Ο ίδιος ο Κύριος απάντησε: «Επειδή εγκατέλειψαν το νόμο μου, το νόμο που τους είχα δώσει, και δεν υπάκουσαν τις εντολές μου,

13 αλλά ακολούθησαν ό,τι τους έλεγε η σκληρή και πονηρή καρδιά τους· τα είδωλα ακολούθησαν του Βάαλ, όπως τους δίδαξαν οι πρόγονοί τους.

14 Γι’ αυτό κι εγώ, ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, είπα: “θα θρέψω το λαό αυτό με πικρά χόρτα και θα τους ποτίσω δηλητηριασμένο νερό.

15 Θα τους διασκορπίσω ανάμεσα σε έθνη που δεν τα γνώρισαν ούτε αυτοί ούτε οι πρόγονοί τους και θα εξαπολύσω πόλεμο εναντίον τους, ώσπου να τους εξαφανίσω”.

16 Βγάλτε συμπέρασμα απ’ όλα αυτά», λέει ο Κύριος του σύμπαντος, «και καλέστε να έρθουν οι ειδικές μοιρολογίστρες, γυναίκες που ξέρουν τι να κάνουνε σε τέτοιες περιπτώσεις».

17 Ας έρθουν γρήγορα και θρήνο ας αρχίσουνε για μας, να τρέξουν δάκρυα απ’ τα μάτια μας, νερό από τα βλέφαρά μας.

18 Το θρήνο ακούστε απ’ της Σιών τα μέρη:

«Χαθήκαμε και καταντροπιαστήκαμε!

Έπρεπε να εγκαταλείψουμε τη χώρα,

γιατί τα σπίτια μας είχανε γκρεμιστεί».

19 Ακούστε, εσείς γυναίκες, το λόγο του Κυρίου! Προσέξτε τα λόγια του, μάθετε τις κόρες σας να θρηνολογούν, διδάξτε η μια στην άλλη αυτό το μοιρολόγι:

20 «Ο θάνατος ανέβηκε απ’ τα παράθυρά μας,

μπήκε στ’ ανάκτορά μας·

για να θερίσει τα παιδιά μέσα στους δρόμους,

και στις πλατείες τα παλικάρια μας».

21 Ο Κύριος μου μίλησε και με διέταξε να πω: «Τα πτώματα των ανθρώπων θα πέσουν πάνω στα χωράφια σαν κοπριά και πίσω από τους θεριστές σαν τα χερόβολα· κι ούτ’ ένας δε θα βρεθεί να τα περισυλλέξει».

Αληθινή σοφία είναι η γνώση του Κυρίου

22 Ο Κύριος λέει: «Ας μην καυχάται ο σοφός για τη σοφία του ούτε ο δυνατός για τη δύναμή του ούτε ο πλούσιος για τον πλούτο του.

23 Αλλά όποιος θέλει να καυχάται, να καυχάται επειδή είναι ικανός να με γνωρίζει και να ξέρει ότι εγώ, ο Κύριος, ενεργώ με αγάπη, δικαιοσύνη και αξιοπιστία πάνω στη γη. Αυτά με ευχαριστούν».

Προειδοποίηση γι’ αυτούς που λένε πως είναι περιτμημένοι

24 Ο Κύριος λέει: «Έρχονται μέρες που θα τιμωρήσω όλους που έχουν κάνει περιτομή.

25 Τους Αιγυπτίους, τους κατοίκους του Ιούδα, τους Εδωμίτες, τους Αμμωνίτες, τους Μωαβίτες και όλους που έχουν ξυρισμένους τους κροτάφους τους και κατοικούν στην έρημο. Επειδή όλα αυτά τα έθνη, ακόμα και οι Ισραηλίτες, είναι για μένα απερίτμητοι, γιατί δεν έχουν περιτμηθεί στην καρδιά».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/9-7c5fb7a73d4158946c231ed93d1d399e.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 10

Ο αληθινός Θεός και τα είδωλα

1 Ακούστε, Ισραηλίτες, το μήνυμα που σας απευθύνει ο Κύριος!

2 «Μην ακολουθείτε τα έθιμα των εθνών», λέει ο Κύριος, «και μη φοβάστε από τα ασυνήθιστα φαινόμενα του ουρανού· τα έθνη φοβούνται απ’ αυτά.

3 Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των εθνών είναι παράλογες: Κόβουν ένα ξύλο από το δάσος και το επεξεργάζονται οι ξυλουργοί με το σκαρπέλο.

4 Το διακοσμούν με ασήμι και χρυσάφι, και το καρφώνουν στέρεα με τα σφυριά για να μην κουνιέται.

5 Σαν σκιάχτρο σε αγγουρόκηπο είναι οι θεοί τους· δε μιλούν· έχουν ανάγκη να υποβαστάζονται, γιατί δεν μπορούν να βαδίσουν. Μην τους φοβάστε γιατί δεν μπορούν να κάνουν ούτε κακό ούτε καλό».

6 Κύριε, όμοιος μ’ εσένα δεν υπάρχει! Είσαι μεγάλος και μεγάλη είναι η φήμη σου που λέει για τη δύναμή σου.

7 Ποιος δεν θα σε τιμούσε, βασιλιά των εθνών; Σ’ εσένα δικαιωματικά ανήκει η τιμή. Ανάμεσα σε όλους τους σοφούς των εθνών και σ’ όλα τα βασίλεια όμοιος μ’ εσένα δεν υπάρχει.

8 Όλοι αυτοί είναι εντελώς ανόητοι· τι θα μπορούσαν να διδαχτούν από τα ξύλινα είδωλα;

9 Τα είδωλά τους είναι καλυμμένα με ασήμι, που το ’χουν φέρει από τη Θαρσείς, και με χρυσό από την Ουφάζ, έργα τεχνίτη των μετάλλων. Είναι ντυμένα με γαλάζιο και με κόκκινο ένδυμα· όλα αυτά είναι έργα επιδέξιων τεχνητών.

10 Αλλά ο Κύριος είναι Θεός αληθινός, Θεός ζωντανός και βασιλιάς αιώνιος, που πάνω στην οργή του τραντάζει τη γη και που τα έθνη δεν μπορούν ν’ αντέξουν το θυμό του.

11 Εσείς, Ισραηλίτες θα λέτε για τους ξένους θεούς: «Οι θεοί που δεν έφτιαξαν τον ουρανό και τη γη δεν έχουν θέση στον ουρανό και πρέπει να αφανιστούν από τη γη».

12 Ο Κύριος έκανε τη γη αποδεικνύοντας τη δύναμή του, στερέωσε την οικουμένη δείχνοντας τη σοφία του, και άπλωσε τους ουρανούς φανερώνοντας τη σύνεσή του.

13 Με τη φωνή του το νερό μαζεύεται πάνω από τον ουρανό κι από τις άκριες της γης τα σύννεφα ανεβαίνουν· δημιουργεί τις αστραπές, δρόμο ν’ ανοίξει στη βροχή κι από τις αποθήκες του τον άνεμο τον βγάζει.

14 Μπροστά σε όλα αυτά κάθε άνθρωπος μένει κατάπληκτος. Κάθε τεχνίτης που φτιάχνει είδωλα νιώθει ντροπή για τα κατασκευάσματά του, γιατί είναι ψεύτικα, χυτά, και δεν υπάρχει μέσα τους πνοή.

15 Είναι ένα τίποτα, έργα γελοία· όταν ο Κύριος έρθει τιμωρός, αυτά θ’ αφανιστούν.

16 Πόσο είναι διαφορετικός ο Θεός του Ιακώβ! Αυτός δημιούργησε τα πάντα, και διάλεξε τους Ισραηλίτες να ’ναι λαός του. Το όνομά του είναι “Κύριος του σύμπαντος”.

Η επερχόμενη καταστροφή

17 Ιερουσαλήμ, πολιορκημένη πόλη, ας μαζέψουν οι κάτοικοί σου ό,τι τους έχει απομείνει.

18 Γιατί ο Κύριος λέει: «Αυτή τη φορά θα οδηγήσω αιχμαλώτους τους κατοίκους της χώρας· θα τους ταλαιπωρήσω για να πάρουν ένα καλό μάθημα».

19 «Αλίμονό μου! Καταστράφηκα!» φωνάζει η Ιερουσαλήμ. «Αγιάτρευτες είν’ οι πληγές μου. Στην αρχή νόμισα πως θα ήταν κάποια αρρώστια που θα την ξεπερνούσα.

20 Τώρα όμως η σκηνή μου ερημώθηκε, κόπηκαν όλα τα σκοινιά· φύγαν από κοντά μου τα παιδιά μου και δεν υπάρχει πια κανείς να ξαναστήσει τη σκηνή μου, να τεντώσει τα παραπετάσματά μου απ’ την αρχή».

21 Ανόητοι αποδειχτήκαν οι βοσκοί! Δεν αναζήτησαν τον Κύριο, γι’ αυτό και δεν προκόψανε· όλα τους τα κοπάδια σκορπιστήκαν.

22 Ακούστε! Μια φήμη διαδίδεται. Βουητό μεγάλο έρχεται απ’ το βορρά,τις πόλεις να ερημώσει του Ιούδα και να τις κάνει τόπο τσακαλιών.

Ο Ιερεμίας προσεύχεται για το λαό του

23 Κύριε, το ξέρω πως κανένας άνθρωπος τη μοίρα του δεν την ορίζει, κανένας δεν μπορεί να ελέγξει της ζωής του την κατεύθυνση.

24 Κύριε, διόρθωσέ μας αλλά δίκαια· όχι όταν είσαι θυμωμένος, για να μη μας φέρεις στο μηδέν.

25 Άφησε το θυμό σου να στραφεί στα έθνη που δε σε γνωρίζουν και στους ανθρώπους που δε σε επικαλούνται· γιατί αυτοί κατασπαράξαν το λαό σου, τον εξουθένωσαν κι ερήμωσαν τη χώρα του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/10-7cf297a062f0c49c7bbdb00d2d7e2e9e.mp3?version_id=173—