Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 31

Ο Θεός προστατεύει την Ιερουσαλήμ

1 Αλίμονο σ’ όσους πηγαίνουνε στην Αίγυπτο για να γυρέψουνε βοήθεια! Βασίζονται στ’ άλογα, ελπίζουνε στις άμαξες τις πολυάριθμες και στους ιππείς με την πολλή τη δύναμη και δεν ελπίζουνε στον Άγιο Θεό του Ισραήλ, δε γυρεύουνε συμβουλή από τον Κύριο.

2 Ο Θεός γνωρίζει τα πάντα· θα επιφέρει συμφορές και δεν θα πάρει πίσω τις απειλές του. Θα υψωθεί ενάντια σ’ αυτούς που κάνουν το κακό κι ενάντια στους άνομους που τους καλούνε σε βοήθεια.

3 Οι Αιγύπτιοι είναι άνθρωποι κι όχι θεοί· και τ’ άλογά τους είναι ζώα κι όχι υπερφυσικά όντα. Όταν ο Κύριος απλώσει απειλητικά το χέρι του, τότε, ο προστάτης θα σκοντάψει και ο προστατευόμενος θα πέσει, και θα καταστραφούν όλοι μαζί.

4 Ακούστε τι λέει ο Κύριος: «Όπως μουγκρίζει το λιοντάρι ή και το λιονταρόπουλο όταν τη λεία του συλλάβει και οι φωνές πλήθους βοσκών δεν το φοβίζουν που συγκεντρώνονται εναντίον του, ούτε τρομάζει από τον πάταγο που κάνουν, έτσι κι εγώ, ο Κύριος του σύμπαντος, θα κατεβώ να πολεμήσω πάνω στο όρος της Σιών και στα υψώματά της.

5 Σαν τα πουλιά που απλώνουν τα φτερά πάνω από τη φωλιά τους, έτσι κι εγώ, ο Κύριος του σύμπαντος, θα προστατέψω την Ιερουσαλήμ και θα την ελευθερώσω· θα τη σπλαχνιστώ και θα τη σώσω».

6 Γυρίστε πάλι πίσω, Ισραηλίτες, σ’ εκείνον από τον οποίο τόσο πολύ απομακρυνθήκατε.

7 Γιατί θα ’ρθεί καιρός, που ο καθένας σας θα πετάξει τα ασημένια και τα χρυσά του είδωλα, που με τα χέρια του τα κατασκεύασε και αμάρτησε.

8 Η Ασσυρία θα πέσει και θα καταστραφεί από ξίφος, που δε θα είναι ανθρώπινο. Θα τραπεί σε φυγή από αυτό το ξίφος και οι άνδρες της θα υποδουλωθούν.

9 Από το φόβο τους θα εγκαταλείψουν το οχυρό της, και οι αρχηγοί της αποθαρρυμένοι θα εγκαταλείψουν τη σημαία τους». Αυτά τα λέει ο Κύριος, που η λυχνία του φέγγει στη Σιών, το θυσιαστήριό του καίει στην Ιερουσαλήμ.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/31-9a4154ce71585478a8836796657f8b13.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 32

Ο δίκαιος βασιλιάς

1 Τότε ένας βασιλιάς θα βασιλέψει με δικαιοσύνη και οι άρχοντές του θα κυβερνούν μ’ ευθύτητα.

2 Καθένας τους θα είναι σκεπή προστατευτική από τον άνεμο, σαν καταφύγιο στην καταιγίδα, σαν ρυάκια σε ξερότοπο, σαν σκιά μεγάλου βράχου σε διψασμένη γη.

3 Τότε τα μάτια των Βλεπόντων δε θα ’ναι πια κλειστά και τ’ αυτιά των προφητών θα ’ναι ορθάνοιχτα.

4 Η καρδιά των αστόχαστων σοφία θα γνωρίσει κι όσοι μπερδεύουν σκόπιμα τα λόγια τους θα μιλούν καθαρά.

5 Δε θα ονομάζουν πια ευγενή τον ανόητο, ούτε αξιοσέβαστο τον απατεώνα.

6 Ο ανόητος λέει μόνο ανοησίες και σκέφτεται αδιάκοπα το πώς θα κάνει το κακό. Και με τα έργα του αλλά και με τα λόγια του τον Κύριο προσβάλλει. Αφήνει νηστικό τον πεινασμένο, στον διψασμένο δεν δίνει νερό.

7 Τα όπλα του πανούργου είναι δολερά· επινοεί σχέδια πονηρά, για να λυγίσει τον φτωχό με λόγια ψεύτικα, ακόμα κι όταν ο αδύνατος διεκδικεί το δίκιο του.

8 Αλλά ο έντιμος επινοεί σχέδια ευγενικά και επιμένει στα ευγενικά του έργα.

Προειδοποίηση προς τις γυναίκες της Ιερουσαλήμ

9 Ανέμελες γυναίκες, κόρες αμέριμνες, τα λόγια μου ακούστε!

10 Μέσα σε ένα χρόνο και λίγες μέρες θα συνταραχθείτε, εσείς οι αμέριμνες· γιατί ο τρύγος θ’ αφανιστεί, η συγκομιδή δε θα ’ρθει.

11 Τρέμετε ανέγνοιαστες! Αμέριμνες τρομάξτε! Βγάλτε τις φορεσιές σας και πένθιμα φορέστε ρούχα.

12 Σπαρακτικά θρηνήστε για τους όμορφους αγρούς και για τα καρποφόρα αμπέλια,

13 για τη γη του λαού μου που γέμισε αγκάθια και τριβόλια, για τα σπίτια που ευτυχούσαν στην πόλη τη χαρούμενη.

14 Και το παλάτι ακόμα θα εγκαταλειφθεί, κι η πόλη θα ερημωθεί η πολυθόρυβη· το τείχος και ο πύργος της θα γίνουνε σπηλιές για πάντα, τόπος χαράς για τα άγρια γαϊδούρια, βοσκή για τα κοπάδια.

Η μεγάλη αναμόρφωση από το Πνεύμα του Κυρίου

15 Όταν όμως θα έρθει πάνω μας το Πνεύμα του Θεού από τους ουρανούς, η έρημος θα γίνει καρποφόρος κήπος κι ο καρποφόρος κήπος θα μεταβληθεί σε δάσος.

16 Τότε θα επικρατήσει στην έρημο το δίκαιο και η δικαιοσύνη στους καρποφόρους κήπους.

17 Το έργο της δικαιοσύνης θα ’ναι ειρήνη, και της δικαιοσύνης το αποτέλεσμα θα ’ναι ησυχία και ασφάλεια παντοτινή.

18 Θα κατοικήσει ο λαός μου σε τόπο ειρήνης, σε κατοικίες ασφαλείς και μέρη ήσυχα, δίχως άγχος.

19 Κι αν πέσει χαλάζι, δεν θα τους βλάψει· όσοι στο δάσος κατοικούν, σ’ εμένα θα ελπίζουν, όπως κι οι κάτοικοι της πεδιάδας.

20 Καλότυχοι εσείς που σπέρνετε παντού πλάι σε νερά κι αφήνετε να τριγυρνούν ελεύθερα τα βόδια και τα γαϊδουράκια.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/32-410aafd2ff66c793908d654598e45a96.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 33

Ο Κύριος θα φέρει σωτηρία στην Ιερουσαλήμ

1 Αλίμονο σ’ εσένα που καταστρέφεις και που δεν καταστράφηκες· σ’ εσένα που ληστεύεις και που δε ληστεύθηκες! Όταν πια σταματήσεις να καταστρέφεις, θα καταστραφείς· όταν πια σταματήσεις να ληστεύεις θα ληστευθείς κι εσύ.

2 Κύριε, λυπήσου μας,

σ’ εσένα ελπίζουμε!

Γίνε η προστασία μας κάθε πρωί,

η σωτηρία μας τον καιρό της θλίψης.

3 Όταν ηχεί η φωνή σου φεύγουν οι λαοί· όταν εσύ ορθώνεσαι σκορπίζονται τα έθνη φοβισμένα.

4 Τα λάφυρα σωρεύονται σαν τις ακρίδες, κι οι άνθρωποι ορμούν πάνω σ’ αυτά, όπως ορμούν κι εκείνες.

5 Ο Κύριος είναι μεγάλος και ισχυρός, στα ύψη κατοικεί· γεμάτη είναι η Σιών από την ευθυκρισία και τη δικαιοσύνη του.

6 Γι’ αυτό θα δώσει σταθερότητα στο μέλλον σου, λαέ του Κυρίου· η σοφία κι η γνώση θα ’ναι τα πλούτη που θα σε σώσουν· ο σεβασμός σου στον Κύριο θα είν’ ο θησαυρός σου.

Η επέμβαση του Κυρίου

7 Νάτοι, οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ,βγάζουν κραυγές έξω στους δρόμους, οι πρέσβεις της ειρήνης κλαίνε πικρά.

8 Οι δρόμοι είναι έρημοι, κανείς δεν τους διαβαίνει πια, παραβιάστηκε η συνθήκη, περιφρονήθηκαν οι μάρτυρες, οι άνθρωποι δεν λογαριάζονται.

9 Η γη μαραίνεται, πενθεί. Ο Λίβανος από ντροπή μαραίνεται, τα βοσκοτόπια της Σαρών έγιναν σαν την έρημο, και η Βασάν κι ο Κάρμηλος χάσαν το φύλλωμά τους.

10 «Τώρα θα επέμβω εγώ», λέει ο Κύριος. «Τώρα θα σηκωθώ, τώρα θα δοξαστώ.

11 Τα σχέδια που σκέφτεστε είναι αχυρένια και καταλήγουν σε πράγματα άχρηστα· η δυνατή πνοή μουθα σας αποτεφρώσει όπως η φωτιά.

12 Οι λαοί θα καούν για να γίνουν ασβέστης· σαν τα κομμένα αγκάθια στις φλόγες θα καούν.

13 Οι άλλοι εσείς λαοί, οι μακρινοί κι οι κοντινοί, ακούστε τι κάνω, μάθετε ποια είναι η δύναμή μου».

14 Στη Σιών οι αμαρτωλοί αλαφιάζονται, τους ασεβείς τους κυριεύει τρόμος. Λένε: «Ποιος από μας μπορεί να σταθεί πλάι στην καταλυτική φωτιά; Ποιος μπορεί ν’ αντέξει τις φλόγες τις αιώνιες;»

15 Αυτός που βαδίζει με δικαιοσύνη και που μιλάει μ’ ευθύτητα, εκείνος που περιφρονεί το κέρδος που βγαίνει από εκβιασμό, αυτός που αποκρούει τη δωροδοκία, εκείνος που κλείνει τ’ αυτιά του σ’ όσους του προτείνουν φόνους και τα μάτια του κλείνει για να μη συγκατανεύει στο κακό,

16 αυτός θα κατοικήσει στα ψηλά, σε φρούριο θα καταφύγει, πάνω σε οχυρωμένο βράχο. Σε επάρκεια θα του δίνουν το ψωμί και το νερό ποτέ δε θα του λείψει.

Ο Κύριος είναι ο βασιλιάς μας

17 Τα μάτια σου θ’ ατενίζουνε το βασιλιά

σ’ όλη του την λαμπρότητα,

θα βλέπουνε τη χώρα σ’ όλη την έκτασή της.

18 Τη φρίκη θα θυμάσαι του παρελθόντος και θα λες:

«Πού είναι ο απογραφέας;

πού είναι ο εισπράκτορας των φόρων;

πού είναι των οχυρών ο ελεγκτής;»

19 Δε θα δεις πια τον αποθρασυμένο λαό,

το λαό με τη σκοτεινή κι ακατανόητη ομιλία,

με τη γλώσσα τη βάρβαρη και τη δυσνόητη.

20 Κοίταξε τη Σιών,

την πόλη όπου τελούμε τις γιορτές μας!

Τα μάτια σου θα δουν την Ιερουσαλήμ

ήσυχο τόπο για διαμονή

καθώς σκηνή αμετακίνητη,

που ποτέ πια δε θα ξεριζωθούν οι πάσσαλοί της,

και που κανένα απ’ τα σκοινιά της δε θα κοπεί.

21-22 Εκεί για μας ο Κύριος είναι θαυμαστός.

Ο Κύριος είναι ο κυβερνήτης μας,

ο Κύριος είναι ο νομοθέτης μας,

ο Κύριος είναι ο βασιλιάς μας·

εκείνος θα μας σώσει.

Τότε θα είναι η Ιερουσαλήμ τόπος

με ποταμούς μεγάλους και παραπόταμους,

μα που κανένα πολεμικό πλοίο δε θα διαβαίνει,

μεγάλα πλοία εκεί δεν θ’ αρμενίζουν.

23 Αν κάποιου πλοίου του χαλαρώσουν τα σχοινιά,

δε θα μπορούν πια να κρατήσουν στέρεα το κατάρτι,

ούτε πάνω του ν’ απλωθούνε τα πανιά.

Τότε άφθονα λάφυρα θα διαμοιραστούν

και οι χωλοί θ’ αρπάξουν απ’ τη λεία.

24 Τότε κανείς απ’ τους κατοίκους

πως υποφέρει δεν θα πει·

κι οι ανομίες του λαού που κατοικεί εκεί,

θα του συγχωρηθούνε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/33-49cf5b03c99a73858a160eb0633cbc58.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 34

Η οργή του Κυρίου ενάντια στα έθνη και στην Ιδουμαία

1 Πλησιάστε έθνη για ν’ ακούσετε· λαοί δώστε την προσοχή σας! Η γη και ό,τι τη γεμίζει ας ακούσει, η οικουμένη κι όλοι οι κάτοικοί της.

2 Γιατί ο Κύριος είναι θυμωμένος ενάντια σ’ όλα τα έθνη και οργισμένος ενάντια σ’ όλα τα στρατεύματά τους. Θα τα καταστρέψει, θα τα παραδώσει στη σφαγή.

3 Οι σκοτωμένοι τους θα ριχτούν έξω άταφοι, κι από τα πτώματά τους θ’ ανέβει δυσοσμία· τα βουνά θα ποτιστούνε από το αίμα τους.

4 Θα λιώσουν όλα τα υψώματα. Ο ουρανός θα τυλιχτεί κυλινδρικά σαν πάπυρος, και όλα τ’ άστρα θα πέσουν όπως πέφτουν τα φύλλα από το κλήμα ή απ’ τη συκιά.

5 Το ξίφος του Κυρίου είναι έτοιμο στον ουρανό. Να, κατεβαίνει ενάντια στους Εδωμίτες, ενάντια στο λαό που ο Κύριος σε εξολοθρεμό τον καταδίκασε.

6 Το ξίφος του Κυρίου γέμισε αίμα, χόρτασε απ’ το λίπος, από το αίμα των προβάτων και των τράγων, από το λίπος των νεφρών των κριαριών· γιατί ο Κύριος έχει θυσία στη Βοσρά, σφαγή μεγάλη στην Εδώμ.

7 Μαζί με το λαό θα πέσουνε κι οι βούβαλοι, και τα μοσχάρια μαζί με τους ταύρους. Η γη από το αίμα θα χορτάσει και το χώμα από λίπος θα ποτιστεί.

8 Μέρα εκδίκησης αυτή θα είναι για τον Κύριο, έτος ανταπόδοσης για την έχθρα που είχαν ενάντια στη Σιών.

9 Οι χείμαρροι της Εδώμ θα γίνουν πίσσα και το χώμα της θειάφι. Όλη η χώρα σαν την πίσσα θα καίγεται.

10 Νύχτα και μέρα δεν θα σβήνει η φωτιά· ο καπνός της θα ανεβαίνει αδιάκοπα· θα μένει έρημη η χώρα από γενιά σ’ άλλη γενιά· κανείς ποτέ πια απ’ αυτήν δε θα περάσει.

11 Θα γίνει κτήμα του πελεκάνου και του σκατζόχοιρου· κουκουβάγιες και κοράκια θα την κατοικήσουν. Ο Κύριος θα φέρει το χάος και την ερήμωση σ’ αυτήν.

12 Δεν θα υπάρχουν πια εκεί ηγεμόνες, για να ανακηρύξουν βασιλιά· θ’ αφανιστούν όλοι οι άρχοντές της.

13 Αγκάθια θα φυτρώσουνε στ’ ανάκτορά της, τσουκνίδες και βάτα στα φρούριά της· θα γίνει το κρησφύγετο των τσακαλιών, η αυλή των στρουθοκαμήλων.

14 Εκεί θα συναντιούνται οι αγριόγατες με τις ύαινες, και θα φωνάζουν οι τραγόμορφοι δαίμονες ο ένας τον άλλον. Εκεί θα κατοικεί η Λιλίθ, εκεί θα βρίσκει τόπο για ν’ αναπαύεται.

15 Εκεί η κουκουβάγια της ερήμου θα φωλιάζει, θα γεννάει και θα κλωσάει τ’ αυγά της, και θα φροντίζει τα μικρά κοντά της· εκεί θα συναθροίζονται τα θηλυκά γεράκια μαζί με τους συντρόφους τους.

16 Αναζητήστε στο βιβλίο του Κυρίου και διαβάστε· ούτ’ ένα από τα ζώα αυτά δε θα παραλειφθεί! Γιατί ο Κύριος με το στόμα του έδωσε προσταγή, διέταξε και το Πνεύμα του τα συνάθροισε.

17 Αυτός ο ίδιος έριξε κλήρο γι’ αυτά· το χέρι του τους μοίρασε τη γη με μέτρο. Αιώνια θα την κατέχουν, θα κατοικούν σ’ αυτήν παντοτινά.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/34-31e666ba17068f70d4747a68c19589ca.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 35

Η αποκατάσταση του λαού του Θεού

1 Ας χαίρεται η έρημος κι ο τόπος ο ξερός.

Η χέρσα γη ας αγάλλεται κι ως κρίνο ας λουλουδίζει.

2 Άνθη ας την πλημμυρίζουνε,

φαιδρά ας πανηγυρίζει

και της χαράς ν’ ακούγεται

γιορταστικός ο αχός.

Θα της δοθεί η μεγαλοπρέπεια του Λιβάνου

του Κάρμηλου η λαμπρότητα και της Σαρών.

Τότε θα δουν τη δόξα του Κυρίου,

το μεγαλείο του δικού μας του Θεού.

3 Δύναμη δώστε στα εξαντλημένα χέρια,

τα γόνατα στεριώστε που κλονίζονται.

4 Πέστε στους φοβισμένους:

«Κάντε καρδιά και μη φοβάστε!

Να ο Θεός σας!

Η εκδίκηση κι η ανταπόδοση έρχονται απ’ αυτόν.

Αυτός θα ’ρθεί για να σας φέρει λύτρωση».

5 Τότε τα μάτια θ’ ανοιχτούνε των τυφλών

και των κουφών τ’ αυτιά θ’ ακούσουν.

6 Τότε ο χωλός καθώς το ελάφι θα πηδά

κι η γλώσσα του κωφάλαλου θα τραγουδάει.

Πλήθος νερά θε ν’ αναβρύσουνε στην έρημο

και μες στη στέπα ρεματιές θ’ αχολογούνε.

7 Η άμμος η καυτή θα γίνει λίμνη

και πίδακες νερού θα ξεπηδήσουν

απ’ τη φρυγμένη γη.

Εκεί που τα τσακάλια είχαν κρησφύγετο,

καλάμια θα φυτρώσουνε και σπάρτα.

8 Θα είν’ εκεί ένας ωραίος καλοστρωμένος δρόμος

και τ’ όνομά του θα ’ναι «Οδός Αγία».

Ακάθαρτοι από ’κει δεν θα περνούν·

αυτοί που τον βαδίζουν έστω κι αν είναι ανόητοι,

δε θα ’ναι μπορετό να ξεστρατίσουν.

9 Κοντά στο δρόμο αυτόν λιοντάρια δε θα βρίσκονται.

Δε θα τον δρασκελίζει ουτ’ ένα αρπαχτικό θεριό.

Στο δρόμο αυτόν θα περπατούν οι λυτρωμένοι.

10 Όσους ο Κύριος λευτέρωσε θα επιστρέψουν,

με θριαμβικά τραγούδια θα ’ρθουν στη Σιών.

Χαρά αιώνια θα τους πλημμυρίζει.

Θα νιώθουν ευτυχία κι αγαλλίαση.

Ο στεναγμός κι η λύπη θα χαθούν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/35-381f90b10f88fe90bc9f7d07efab21e0.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 36

Η επιδρομή του Σενναχηρίμ

1 Το δέκατο τέταρτο έτος της βασιλείας του Εζεκία, ο Σενναχηρίμ, βασιλιάς της Ασσυρίας, έκανε επίθεση σ’ όλες τις οχυρές πόλεις του βασιλείου του Ιούδα και τις κυρίεψε.

2 Και από τη Λαχίς έστειλε τον αρχιστράτηγό του με πολύ στρατό εναντίον του βασιλιά Εζεκία στην Ιερουσαλήμ. Αυτός πήρε θέσεις πλάι στον αγωγό τής επάνω δεξαμενής, που βρίσκεται στο δημόσιο δρόμο ο οποίος οδηγεί στον αγρό του Λευκαντή.

3 Εκεί πήγαν να τον συναντήσουν ο Ελιακίμ, γιος του Χελκία και οικονόμος των ανακτόρων, ο γραμματέας Σεβνά και ο Ιωάχ, γιος του Ασάφ, υπομνηματογράφος.

4 Τότε ο Ασσύριος υπασπιστής τούς είπε: «Δώστε στον Εζεκία αυτό το μήνυμα εκ μέρους του μεγάλου βασιλιά, του βασιλιά της Ασσυρίας: Πού στηρίζεις αυτή την εμπιστοσύνη σου;

5 Νομίζεις ότι τα κούφια λόγια είναι συμβουλή και δύναμη για τον πόλεμο; Σε ποιον στηρίζεσαι τώρα και επαναστατείς εναντίον μου;

6 Στην Αίγυπτο, σ’ αυτό το σπασμένο καλάμι, που αν κανείς στηριχτεί πάνω του, θα τον τρυπήσει και θα μπει στο χέρι του; Τέτοιος είναι ο Φαραώ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου, για κείνους που στηρίζονται σ’ αυτόν.

7 Θα μου πείτε όμως ότι στηρίζεστε στον Κύριο, το Θεό σας. Μα δεν ήσουν εσύ, Εζεκία, που κατάργησες τους ιερούς τόπους και τα θυσιαστήρια και διέταξες το λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ να εκτελούν τα της λατρείας τους μόνο μπροστά στο θυσιαστήριο της Ιερουσαλήμ;

8 Τώρα, λοιπόν, ο κύριός μου, ο βασιλιάς της Ασσυρίας σάς προτείνει το εξής στοίχημα: Θα σας δώσω δύο χιλιάδες άλογα, αν εσείς από μέρους σας μπορέσετε να βρείτε ανθρώπους να τα ιππεύσουν.

9 Αλλά πώς θα μπορέσετε ν’ αντιμετωπίσετε την επίθεση ακόμη κι ενός από τους τελευταίους αξιωματικούς του κυρίου μου; Και όμως εμπιστευόσαστε στην Αίγυπτο για άμαξες και ιππικό.

10 Ο βασιλιάς της Ασσυρίας επίσης σας λέει: Νομίζετε ότι τώρα εγώ ήρθα εναντίον του τόπου αυτού, για να τον καταστρέψω, χωρίς τη συγκατάθεση του Κυρίου; Ο Κύριος μού είπε: “κάνε επίθεση ενάντια σ’ αυτή τη χώρα και κατάστρεψέ την”».

Οι Ασσύριοι ζητούν την παράδοση της Ιερουσαλήμ

11 Τότε ο Ελιακίμ, ο Σεβνά και ο Ιωάχ είπαν στον Ασσύριο υπασπιστή: «Μίλησε σ’ εμάς, τους δούλους σου, στην αραμαϊκήγλώσσα· την καταλαβαίνουμε· μη μας μιλάς στα εβραϊκά, γιατί ακούει ο λαός που είναι πάνω στο τείχος».

12 Ο υπασπιστής όμως τους απάντησε: «Θαρρείτε πως ο κύριός μου μ’ έστειλε να πω αυτά τα λόγια μόνο στον κύριό σας και σ’ εσάς; Όχι· με έστειλε να τα πω και στους άντρες που είναι πάνω στο τείχος και που σε λίγο θ’ αναγκαστούν, όπως κι εσείς, να φάνε τα περιττώματά τους και να πιουν τα ούρα τους».

13 Τότε ο υπασπιστής σηκώθηκε και φώναξε στην εβραϊκή γλώσσα με δυνατή φωνή: «Ακούστε», είπε, «τα λόγια του μεγάλου βασιλιά, του βασιλιά της Ασσυρίας!

14 Μην αφήνετε τον Εζεκία να σας εξαπατάει, λέει ο βασιλιάς, γιατί δε θα μπορέσει να σας γλιτώσει.

15 Μη σας κάνει ο Εζεκίας να εμπιστεύεστε στον Κύριο, λέγοντάς σας ότι ο Κύριος το δίχως άλλο θα σας λυτρώσει και ότι η πόλη αυτή δε θα παραδοθεί στην εξουσία του βασιλιά της Ασσυρίας.

16 Μην ακούτε τον Εζεκία! Το βασιλιά της Ασσυρίας ν’ ακούστε: Κάντε ειρήνη μαζί μου, λέει, και παραδοθείτε σ’ εμένα, και τότε θα μπορεί καθένας σας να τρώει από τ’ αμπέλι του και τη συκιά του, και να πίνει νερό από τη δεξαμενή του,

17 ώσπου να ’ρθώ και να σας μεταφέρω μακριά, σε μια χώρα σαν τη δική σας, πλούσια σε σιτάρι και κρασί, πλούσια σε ψωμί κι αμπέλια.

18 Μη σας παραπλανά ο Εζεκίας και σας λέει ότι τάχα ο Κύριος θα σας σώσει. Ποιος, αλήθεια, από τους θεούς των εθνών έσωσε τη χώρα του από την κυριαρχία του βασιλιά της Ασσυρίας;

19 Πού είναι οι θεοί της Αιμάθ και της Αρφάδ; Πού είναι οι θεοί των Σεφαρβιτών; Μπόρεσαν μήπως να μ’ εμποδίσουν από του να κατακτήσω τη Σαμάρεια;

20 Ποιοι από τους θεούς όλων αυτών των χωρών έσωσαν τη χώρα τους από την κυριαρχία μου, για να σώσει και ο Κύριος την Ιερουσαλήμ;»

21 Ο λαός παρακολουθούσε σιωπηλός. Δεν του αποκρίθηκε λέξη, γιατί ο ίδιος ο βασιλιάς τούς είχε διατάξει να μην του απαντήσουν.

22 Τότε ο Ελιακίμ, γιος του Χελκία και οικονόμος των ανακτόρων, ο γραμματέας Σεβνά και ο υπομνηματογράφος Ιωάχ, γιος του Ασάφ, ήρθαν στον Εζεκία με σκισμένα τα ρούχα τους απ’ την απόγνωση και του ανέφεραν τα λόγια του Ασσύριου υπασπιστή.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/36-f18bd4583faf5be403b20515f50999fc.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 37

Ο Εζεκίας ζητάει τη συμβουλή του Ησαΐα

1 Ο βασιλιάς Εζεκίας, μόλις τ’ άκουσε αυτά, ξέσκισε τα ρούχα του,φόρεσε πένθιμα και πήγε στον οίκο του Κυρίου.

2 Ταυτόχρονα έστειλε τον Ελιακίμ, οικονόμο των ανακτόρων, το γραμματέα Σεβνά και τους πιο ηλικιωμένους από τους ιερείς ντυμένους στα πένθιμα στον προφήτη Ησαΐα, γιο του Αμώς,

3 με το ακόλουθο μήνυμα: «Άκου τι λέει ο Εζεκίας: Σήμερα είναι μέρα θλίψης, τιμωρίας και ντροπής, γιατί είμαστε σαν τα παιδιά που ήρθε η ώρα τους να γεννηθούν, αλλά η μάνα τους δεν έχει τη δύναμη να τα φέρει στον κόσμο.

4 Αν ο Κύριος, ο Θεός σου, άκουσε όλα αυτά που ξεστόμισε ο υπασπιστής του βασιλιά της Ασσυρίας, που ο κύριός του τον έστειλε για να προσβάλει τον αληθινό Θεό, μπορεί να τον τιμωρήσει γι’ αυτά που είπε. Γι’ αυτό εσύ προσευχήσου γι’ αυτό το υπόλοιπο που απέμεινε από το λαό».

5 Όταν οι άνθρωποι του βασιλιά Εζεκία ήρθαν στον Ησαΐα,

6 ο προφήτης τούς είπε: «Να μεταφέρετε στον κύριό σας αυτό το μήνυμα: Ο Κύριος λέει: Μη φοβάσαι τα λόγια που άκουσες, με τα οποία με πρόσβαλαν οι άνθρωποι του βασιλιά της Ασσυρίας.

7 Εγώ θα του εμπνεύσω τέτοια διάθεση, ώστε όταν ακούσει κάποια φήμη, να γυρίσει στη χώρα του· και θα κάνω ώστε εκεί στη χώρα του να δολοφονηθεί».

8 Ο υπασπιστής του βασιλιά της Ασσυρίας έμαθε πως ο κύριός του είχε φύγει από τη Λαχίς και πολεμούσε εναντίον της Λιβνά· γι’ αυτό πήγε εκεί να τον βρει.

Η καυχησιολογία του Σενναχηρίμ και η προσευχή του Εζεκία

9-10 Πράγματι, ο βασιλιάς της Ασσυρίας είχε μάθει πως ο Τιρακά, βασιλιάς της Αιθιοπίας, ερχόταν να πολεμήσει εναντίον του. Τότε έστειλε πάλι ανθρώπους του στον Εζεκία, βασιλιά του Ιούδα, με το ακόλουθο μήνυμα: «Μην αφήνεις το Θεό σου, στον οποίο εμπιστεύεσαι, να σε εξαπατάει λέγοντας ότι τάχα δε θα παραδοθεί η Ιερουσαλήμ στην κυριαρχία μου.

11 Θα έχεις ακούσει, βέβαια, τα όσα έκαναν οι βασιλιάδες της Ασσυρίας σε όλες τις άλλες χώρες και πώς τις ερήμωσαν· κι εσύ φαντάζεσαι πως θα γλιτώσετε;

12 Όταν οι πρόγονοί μου κατέστρεφαν τη Γωζάν, τη Χαρράν, τη Ρεσέφ και το λαό της Εδέμ, ο οποίος κατοικεί στη Θελασσάρ, μήπως οι θεοί εκείνων των εθνών μπόρεσαν να τα σώσουν;

13 Πού είναι οι βασιλιάδες της Αιμάθ και της Αρφάδ ή οι βασιλιάδες των Σεφαρβιτών, της Ενά και της Αβά;»

14 Ο Εζεκίας πήρε το γράμμα που του έφεραν οι απεσταλμένοι και το διάβασε. Έπειτα ανέβηκε στο ναό του Κυρίου, το ξετύλιξε ενώπιόν του

15 και προσευχήθηκε μ’ αυτά τα λόγια:

16 «Κύριε του σύμπαντος, Θεέ του Ισραήλ, εσύ που κάθεσαι πάνω στα χερουβίμ,εσύ είσαι ο Θεός, μόνον εσύ, για όλα τα βασίλεια της γης· εσύ δημιούργησες τον ουρανό και τη γη.

17 Άνοιξε, Κύριε, τα μάτια σου και κοίταξε. Γείρε, Κύριε, το αυτί σου κι άκουσε όλα τα λόγια που οι απεσταλμένοι του Σενναχηρίμ, ξεστόμισαν για να προσβάλουν εσένα, τον αληθινό Θεό.

18 Αλήθεια, Κύριε, οι βασιλιάδες της Ασσυρίας εξαφάνισαν τα άλλα έθνη κι ερήμωσαν τις χώρες τους.

19 Έριξαν τους θεούς τους στη φωτιά, γιατί εκείνοι δεν ήτανε θεοί, αλλά ανθρώπινα κατασκευάσματα από ξύλο και πέτρα, και γι’ αυτό μπόρεσαν και τους κατέστρεψαν.

20 Αλλά εσύ, Κύριε Θεέ μας, σώσε μας τώρα απ’ τα νύχια του Σενναχηρίμ, για να μάθουν όλα τα βασίλεια της γης ότι εσύ είσαι ο μόνος Κύριος».

Ο Θεός περιπαίζει το βασιλιά της Ασσυρίας

21 Τότε ο Ησαΐας, γιος του Αμώς, έστειλε αυτό το μήνυμα στον Εζεκία: «Ορίστε τι λέει ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ: Άκουσα την προσευχή σου σχετικά με το Σενναχηρίμ, βασιλιά της Ασσυρίας.

22 Άκου τώρα τι λέω εγώ, ο Κύριος, εναντίον του:

Σε καταφρονεί,

σε χλευάζει η παρθένα,

η πόλη της Σιών!

Σε περιγελάει κουνώντας το κεφάλι της

η πόλη της Ιερουσαλήμ!

23 Ποιον έβρισες και ποιον βλασφήμησες;

Σε ποιον ενάντια τη φωνή σου ύψωσες

και τον κοίταξες υπεροπτικά;

Ενάντια στον Άγιο Θεό του Ισραήλ!

24 Τους δούλους σου έστειλες να με προσβάλεις,

εμένα, τον Κύριο, και είπες:

“εγώ με τις πολλές μου άμαξες

σκάλωσα στις βουνοκορφές,

στις άκρες του Λιβάνου.

Έκοψα τα ψηλά τα κέδρα του,

τα πιο όμορφά του κυπαρίσσια,

κι έφτασα στην ψηλότερη κορυφή του,

στο δάσος του το πιο πυκνό.

25 Πηγάδια έσκαψα

κι άλλων λαών ήπια νερό·

και με τα ίχνη των ποδιών μου

ξέρανα τα ποτάμια όλα της Αιγύπτου”.

26 Δεν έχεις όμως ακουστά, Σενναχηρίμ,

ότι εγώ όλα αυτά τα ετοίμασα

εδώ και πολλά χρόνια

και τα σχεδίασα απ’ τον παλιό καιρό;

Τώρα, λοιπόν, τα εκτελώ,

για να μπορείς εσύ να κάνεις τις πόλεις τις οχυρωμένες

σωρούς ερείπια.

27 Τρομάξανε οι κάτοικοί τους

κι από το φόβο τους παρέλυσαν·

με το χορτάρι μοιάσανε του αγρού

και με την τρυφερή τη χλόη,

με το χορτάρι που φυτρώνει στη σκεπή

και πριν αναπτυχθεί ξεραίνεται.

28 Ξέρω για σε τα πάντα:

Τι κάνεις και πού πας,

και τη μανία που σε πιάνει εναντίον μου.

29 Μάνιασες εναντίον μου

κι άκουσα τα προσβλητικά σου λόγια.

Γι’ αυτό θα σε δαμάσω

βάζοντας κρίκο στα ρουθούνια σου

και μες στο στόμα σου το χαλινάρι μου·

και θα σε κάνω να γυρίσεις στην πατρίδα σου

από το δρόμο που είχες πάρει

για να ’ρθείς.

30 »Και σ’ εσένα, Εζεκία, δίνω αυτό το σημείο: Αυτό το χρόνο και τον επόμενο θα φάτε ό,τι φυτρώνει από μόνο του. Τον τρίτο όμως χρόνο θα σπείρετε και θα θερίσετε, θα φυτέψετε αμπέλια και θα φάτε τον καρπό τους.

31 Όσο για το υπόλοιπο που θα μείνει από τους απογόνους του Ιούδα, θα ριζοβολήσει βαθιά μέσα στη γη και τα κλαδιά του θα γεμίσουν καρπό.

32 Από την Ιερουσαλήμ θα βγει ένας λαός επιζώντων, από το όρος Σιών θ’ ανορθωθούν αυτοί που θα έχουν διασωθεί. Αυτό θα το ’χω κάνει εγώ, ο Κύριος του σύμπαντος, με τη φλογερή αγάπη μου.

33 Και τώρα, να τι αναγγέλλει ο Κύριος για το βασιλιά της Ασσυρίας: Σ’ αυτή την πόλη δεν θα μπει, ούτε σ’ αυτήν θα ρίξει βέλος. Δε θα της επιτεθεί προβάλλοντας ασπίδες εναντίον της ούτ’ εναντίον της πρόχωμα θα σηκώσει.

34 Από τον ίδιο δρόμο που ήρθε θα γυρίσει πίσω. Αλλά σ’ αυτή την πόλη δε θα μπει. Εγώ, ο Κύριος, το λέω.

35 Θα υπερασπιστώ την Ιερουσαλήμ και θα τη σώσω, επειδή εγώ το θέλω, και για χάρη του δούλου μου, του Δαβίδ».

36 Πράγματι, βγήκε στο στρατόπεδο των Ασσυρίων ένας άγγελος Κυρίου και θανάτωσε εκατόν ογδόντα πέντε χιλιάδες άντρες. Κι όταν σηκώθηκαν νωρίς το πρωί όσοι είχαν μείνει ζωντανοί, αντίκρυσαν γύρω τους πτώματα.

37 Αμέσως τότε ο βασιλιάς Σενναχηρίμ έλυσε την πολιορκία και γύρισε στην πρωτεύουσά του τη Νινευή.

38 Μια μέρα, εκεί που προσκυνούσε στο ναό του Νισρώ, του θεού του, δύο από τους γιους του, ο Αδραμμέλεκ κι ο Σαρεσέρ, τον δολοφόνησαν με ξίφος κι ύστερα κατέφυγαν στη χώρα του Αραράτ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ένας άλλος γιος του, ο Εσαρχαδδών.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/37-615b7e736a152d2fa0bc505eecc7e475.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 38

Η ασθένεια του Εζεκία

1 Εκείνη την εποχή ο βασιλιάς Εζεκίας αρρώστησε βαριά, να πεθάνει. Τότε τον επισκέφθηκε ο προφήτης Ησαΐας, γιος του Αμώς, και του είπε: «Άκου τι λέει ο Κύριος: Τακτοποίησε τις υποθέσεις του σπιτιού σου, γιατί δε θα ζήσεις για πολύ ακόμη. Θα πεθάνεις».

2 Ο Εζεκίας γύρισε τότε το πρόσωπο στον τοίχο και προσευχήθηκε στον Κύριο.

3 «Κύριε», είπε, «θυμήσου, σε παρακαλώ, πώς έζησα ενώπιόν σου με πιστότητα και με ευθύτητα καρδιάς, κι έπραξα ό,τι σου ήταν αρεστό!» Κι άρχισε να κλαίει γοερά.

4 Τότε ήρθε στον Ησαΐα λόγος του Κυρίου:

5 «Γύρνα πίσω», του είπε ο Κύριος, «και πες στον Εζεκία: “ο Κύριος, ο Θεός του Δαβίδ, του προγόνου σου, λέει: Άκουσα την προσευχή σου και είδα τα δάκρυά σου. Θα προσθέσω, λοιπόν, στη ζωή σου δεκαπέντε χρόνια·

6 θα υπερασπιστώ αυτή την πόλη και θα σας ελευθερώσω εσένα και την πόλη από το βασιλιά της Ασσυρίας.

7 Και για να ’σαι βέβαιος ότι εγώ, ο Κύριος, θα εκπληρώσω την υπόσχεσή μου, θα σου δώσω ένα σημείο:

8 Στη σκάλα του Άχαζ,όπου η σκιά έχει κατέβει δέκα σκαλοπάτια, θα την κάνω να γυρίσει πίσω”». Και πραγματικά η σκιά οπισθοχώρησε κι ο ήλιος ξαναφώτισε τα δέκα σκαλοπάτια όπου είχε κατεβεί η σκιά.

Η προσευχή του Εζεκία

9 Ποίημα που έγραψε ο Εζεκίας, βασιλιάς του Ιούδα, όταν ανέρρωσε από την αρρώστια του:

10 Σκεφτόμουνα πως στης ζωής μου τα μισά

θα ’φευγα για τις πύλες του άδη·

και θα ’χανα τα χρόνια μου τα υπόλοιπα.

11 Σκεφτόμουνα πως ποτέ πια

δε θα ’βλεπα τον Κύριο στων ζωντανών τη χώρα

ούτε κανέναν άνθρωπο απ’ όσους σ’ αυτό τον κόσμο κατοικούν.

12 Κόπηκε απ’ το στήριγμά της η ζωή μου

μακριά μου έφυγε καθώς σκηνή βοσκού·

ειν’ η ζωή μου σαν το υφαντό

που στου αργαλειού τυλίχτηκε τον κύλινδρο

κι ο υφαντής τού κόβει τα στημόνια.

Απ’ το πρωί ως το δειλινό

θα μ’ έχεις πια αποτελειώσει, Κύριε.

13 Το πρωί ένιωθα πως είχα τσακιστεί.

Σάμπως λιοντάρι ο Κύριος συντρίβει τα οστά μου·

απ’ το πρωί ως το δειλινό

νιώθω το τέλος μου να πλησιάζει.

14 Κραυγές αφήνω πόνου σαν το χελιδόνι,

και σαν το περιστέρι στεναγμούς·

τα μάτια μου κουράστηκαν

στον ουρανό να βλέπω.

Κύριε, βρίσκομαι σε απόγνωση· γίνε μου εσύ βοηθός.

15 Τι να πω εγώ;

Εκείνος το ’πε και το εκτέλεσε·

σ’ όλη μου τη ζωή θα ζω

με πίκρα στην ψυχή μου.

16 Για σένα, Κύριε, θα ζήσει η καρδιά μου

και θα ζωογονηθεί το πνεύμα μου·

θεράπευσέ με,

φέρε με πάλι στη ζωή.

17 Η πίκρα μου θα γίνει ευτυχία.

Εσύ λύτρωσες τη ζωή μου από το λάκκο της καταστροφής,

γιατί έριξες πίσω σου όλες τις αμαρτίες μου.

18 Ο άδης δεν θα σε υμνήσει,

ούτε θα σε δοξολογήσουν οι νεκροί·

εκείνοι που στον τάφο κατεβαίνουν

δεν μπορούν να ελπίζουν στην πιστότητά σου πια.

19 Οι ζωντανοί, μονάχα αυτοί θα σε υμνούν,

όπως σήμερα εγώ·

κι όπως οι πατεράδες που θα λένε στα παιδιά τους

για τη δική σου την πιστότητα.

20 Κύριε, μ’ έσωσες!

Με μουσικά όργανα θα σε υμνούμε

όλες τις μέρες της ζωής μας μέσα στον οίκο σου.

21 Μετά ο Ησαΐας είπε να ετοιμάσουν ένα κατάπλασμα από σύκα και να το βάλουν πάνω στην πληγή για να γιατρευτεί ο βασιλιάς.

22 Ο Εζεκίας ρώτησε τον Ησαΐα: «Ποιο είναι το σημείο ότι θα μπορέσω πάλι ν’ ανέβω στο ναό του Κυρίου;»

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/38-59213891b98421e4dd8ab97dbacc13a7.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 39

Ο Θεός αντίθετος με την πολιτική Εζεκία

1 Την ίδια εκείνη εποχή, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, Μερωδάχ-Βαλαδάν, γιος του Βαλαδάν, όταν έμαθε πως ο Εζεκίας ήταν άρρωστος και θεραπεύτηκε, του έστειλε με πρεσβευτές του δώρα και μια επιστολή.

2 Ο Εζεκίας χάρηκε γι’ αυτά και έδειξε στους απεσταλμένους ό,τι βρισκόταν στα θησαυροφυλάκιά του, το ασήμι και το χρυσάφι, τα αρώματα και τα πολύτιμα μύρα· τους έδειξε και τα οπλοστάσιά του. Δεν άφησε τίποτα στο ανάκτορό του ή σ’ όλο του το βασίλειό, που να μην τους το δείξει.

3 Μετά απ’ αυτά ήρθε ο προφήτης Ησαΐας στο βασιλιά Εζεκία και τον ρώτησε: «Από πού σου ήρθαν αυτοί οι άνθρωποι και τι σου είπαν;» Ο Εζεκίας απάντησε: «Ήρθαν από μακρινή χώρα, από τη Βαβυλώνα, για να με δουν».

4 Ο προφήτης ξαναρώτησε: «Τι είδαν στο ανάκτορό σου;» Ο Εζεκίας απάντησε: «Ό,τι υπάρχει εκεί το είδαν· τίποτα δεν άφησα στα θησαυροφυλάκιά μου που να μην τους το δείξω».

5 Τότε ο Ησαΐας είπε στον Εζεκία: «Άκου το λόγο του Κυρίου του σύμπαντος:

6 Έρχονται μέρες, που ό,τι υπάρχει στο ανάκτορό σου και το αποταμίευσαν εκεί οι πρόγονοί σου μέχρι σήμερα, θα μεταφερθεί στη Βαβυλώνα· τίποτα δε θα μείνει εδώ, λέει ο Κύριος.

7 Θα πάρουν ακόμα και μερικά από τα παιδιά σου, απ’ αυτά που θα ’χουν γεννηθεί από σένα, για να γίνουν ευνούχοι στ’ ανάκτορα του βασιλιά της Βαβυλώνας».

8 Ο Εζεκίας απάντησε στον Ησαΐα: «Ο λόγος που μου αναγγέλλει ο Κύριος είναι καλός». Και μέσα του σκεφτόταν: «Όσο ζω εγώ θα υπάρχει ειρήνη κι ασφάλεια. Τίποτα δεν πρόκειται να συμβεί».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/39-2c3110cda16ae7ff203126601018eff7.mp3?version_id=173—

Categories
ΗΣΑΪΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ 40

Ο Κύριος φέρνει πίσω το λαό του

1 «Παρηγορείτε, παρηγορείτε το λαό μου», λέει ο Θεός σας.

2 «Βεβαιώστε την Ιερουσαλήμ και φωνάξτε της ότι τέλειωσε της δουλείας της ο καιρός, ότι η ανομία της συγχωρήθηκε, ότι τιμωρήθηκε από τον Κύριο με το παραπάνω, για όλες τις αμαρτίες της».

3 Ακούστε! Κάποιος φωνάζει: «Ετοιμάστε στην έρημο ένα δρόμο για τον Κύριο, ισιώστε εκεί το δρόμο να περάσει ο Θεός μας.

4 Κάθε φαράγγι ας υψωθεί, κάθε βουνό και κάθε λόφος ας χαμηλώσει· το έδαφος το ανώμαλο ας γίνει πεδιάδα και τα μέρη τ’ απόκρημνα, κοιλάδα.

5 Τότε η δόξα του Κυρίου θα φανερωθεί και θα τη δουν ταυτόχρονα όλοι οι άνθρωποι, γιατί ο Κύριος ο ίδιος μίλησε».

6 Μια φωνή λέει: «Φώναξε!» Κι εγώ ρωτάω: «Τι να φωνάξω;» «Ότι ο κάθε άνθρωπος είναι σαν το χορτάρι», μού απαντά η φωνή, «κι η δόξα του όλη φευγαλέα σαν το αγρολούλουδο.

7 Το χορτάρι ξεραίνεται, μαραίνεται ο ανθός, όταν απάνω του φυσήξει του Κυρίου η πνοή –πραγματικά, χορτάρι είν’ ο λαός.

8 Το χορτάρι ξεραίνεται, μαραίνεται ο ανθός, μα ο λόγος του Θεού μας μένει αιώνια».

Η χαρμόσυνη αγγελία

9 Ανέβα πάνω σε ψηλό βουνό, Σιών, και διακήρυξε τη χαρμόσυνη αγγελία. Βάλε φωνή με δύναμη, Ιερουσαλήμ, και διακήρυξε τα νέα τα ευχάριστα. Φώναξε, μη φοβάσαι! Στις πόλεις του Ιούδα πες: «Να ο Θεός σας!

10 Ο Κύριος, ο Θεός, έρχεται να εξουσιάσει με δύναμη. Φέρνει μαζί του αυτό που κέρδισε.

11 Καθώς βοσκός βοσκάει το κοπάδι του· το συναθροίζει με το χέρι του· βαστάει στο στήθος του τ’ αρνάκια, και τις μανάδες τους προσεκτικά τις οδηγεί».

Ο ασύγκριτος Θεός του Ισραήλ

12 Ποιος τα νερά της θάλασσας μπόρεσε ποτέ με τη χούφτα να μετρήσει, τα ουράνια να υπολογίσει με τη σπιθαμή, να βάλει σε σακί της γης το χώμα, με την πλάστιγγα να ζυγίσει τα βουνά ή με τη ζυγαριά τους λόφους;

13 Ποιος μπορεί να κατανοήσει το Πνεύμα του Κυρίου, και ποιος μπορεί να τον διδάξει ή να του δώσει συμβουλές;

14 Ποιον συμβουλεύτηκε για ν’ αποκτήσει ευθυκρισία; ποιος του ’μαθε ν’ ασκεί τη δικαιοσύνη; ποιος του μετέδωσε τη γνώση και ποιος του δίδαξε να ενεργεί με σύνεση;

15 Τι ’ναι τα έθνη; Σαν μια σταγόνα σ’ έναν κάδο με νερό, σαν κόκκος σκόνης πάνω στην πλάστιγγα. Πόσο ζυγίζουν τα νησιά; Όσο της άμμου ο κόκκος.

16 Όλα τα δέντρα του Λιβάνου δεν αρκούν για τη φωτιά ούτε όλα του τα ζωντανά για τ’ ολοκαύτωμα.

17 Όλα τα έθνη είν’ ένα τίποτα μπροστά του· τα λογαριάζει σαν μηδέν, ωσάν μηδαμινότητα.

18 Με ποιον θέλετε να παρομοιάστε το Θεό; Και ποιο ομοίωμα να πείτε πως του μοιάζει;

19 Το είδωλο το χύνει ο τεχνίτης κι ο χρυσοχόος το επιχρυσώνει και το στολίζει με αλυσίδες αργυρές.

20 Όποιος είναι φτωχός διαλέγει για την προσφορά του ξύλο που δεν το τρώει το σαράκι, κι αναζητάει έναν τεχνίτη ικανόν να του φτιάξει είδωλο που να ’ναι στέρεο.

21 Δεν το μάθατε; Δεν το ακούσατε; Δε σας το είπαν και δεν το καταλάβατε από την αρχή, από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος;

22 Αυτός είναι που κάθεται ψηλά πάνω απ’ τη γη κι οι κάτοικοί της μοιάζουν σαν ακρίδες· αυτός σαν παραπέτασμα τους ουρανούς τεντώνει και τους ξεδιπλώνει σαν να ’τανε σκηνή για κατοικία.

23 Αυτός τους ηγεμόνες τούς εκμηδενίζει κι εξαφανίζει τους κριτές της γης.

24 Μοιάζουν με νεαρά φυτά που τώρα μόλις σπάρθηκαν, που μόλις ρίζωσαν στη γη. Όταν ο Κύριος πάνω τους φυσήξει θα ξεραθούν, κι ο ανεμοστρόβιλος σαν άχυρο θα τους αρπάξει.

25 «Με ποιον θα με παρομοιάσετε, λοιπόν;» λέει ο Άγιος Θεός, «με ποιον θα ταυτιστώ;»

26 Τα μάτια σας σηκώστε στον ουρανό και δέστε· αυτά τ’ αστέρια ποιος τα δημιούργησε, αν όχι αυτός που σε παράταξη σαν στράτευμα τα βγάζει, κι όλα με τ’ όνομά τους τα καλεί; Η δύναμή του τόσο είναι μεγάλη και τέτοια η ισχύς του, ώστε ποτέ δε λείπει ούτ’ ένα τους.

Ο Θεός δίνει δύναμη στους ανίσχυρους

27 Γιατί, λες Ιακώβ και βεβαιώνεις Ισραήλ, ότι ο Κύριος αγνοεί τις συμφορές σας και πως δε νοιάζεται για να σας αποδώσει το δίκιο σας;

28 Δεν ξέρετε, δε μάθατε; Ο Κύριος είν’ ο αιώνιος Θεός· της γης τα πέρατα δημιούργησε. Ούτε κουράζεται ούτε εξασθενεί, και η σοφία του είναι ανεξερεύνητη.

29 Στους κουρασμένους δίνει δύναμη, στεριώνει τους αδύνατους.

30 Ακόμα και οι νέοι κουράζονται κι εξασθενούν, τα παλικάρια τα γερά σκοντάφτουνε και πέφτουν.

31 Μα εκείνοι που στον Κύριο ελπίζουν, ανανεώνουν τις δυνάμεις τους· φτερά αποκτούνε σαν του αϊτού, τρέχουν χωρίς να εξασθενούν, βαδίζουνε δίχως και ν’ αποσταίνουν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/ISA/40-4d939b6f0d7454129e12c777c24b9dc8.mp3?version_id=173—