Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 21

1 Ο Ιωσαφάτ πέθανε και τον έθαψαν μαζί με τους προγόνους του στην Πόλη Δαβίδ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Ιωράμ.

Η βασιλεία του Ιωράμ στον Ιούδα

2 Ο Ιωράμ είχε πολλούς αδερφούς, που ήταν όλοι γιοι του Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα:τον Αζαρία, τον Ιεχιήλ, το Ζαχαρία, τον Αζαρία, το Μιχαήλ και το Σεφατία.

3 Ο πατέρας τους τούς είχε δώσει πολλά δώρα, ασημένια, χρυσά και διάφορα πολύτιμα είδη, καθώς και οχυρωμένες πόλεις στο βασίλειο του Ιούδα. Τη βασιλεία όμως την έδωσε στον Ιωράμ, γιατί αυτός ήταν ο πρωτότοκος.

4 Όταν ο Ιωράμ ανέλαβε τη βασιλεία του πατέρα του και απέκτησε δύναμη, κατέσφαξε όλους τους αδερφούς του και μερικούς ακόμη από τους αξιωματούχους του βασιλείου του.

5 Ο Ιωράμ έγινε βασιλιάς σε ηλικία τριάντα δύο ετών και βασίλεψε οχτώ χρόνια στην Ιερουσαλήμ.

6 Ακολούθησε το κακό παράδειγμα των βασιλιάδων του Ισραήλ. Έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως άλλωστε είχε κάνει η οικογένεια του Αχαάβ, αφού η γυναίκα του ήταν κόρη του Αχαάβ.

7 Ο Κύριος όμως δεν θέλησε να καταστρέψει τη δυναστεία του Δαβίδ, γιατί είχε κάνει διαθήκη με το Δαβίδ και του είχε υποσχεθεί ότι αυτός και οι απόγονοί του θα κατείχαν το θρόνο για πάντα.

8 Στις ημέρες του Ιωράμ αποσκίρτησαν οι Εδωμίτες από την κυριαρχία του βασιλείου του Ιούδα και ανακήρυξαν δικό τους βασιλιά.

9 Τότε κινητοποιήθηκε ο Ιωράμ με τους αξιωματικούς του και όλες τις πολεμικές του άμαξες. Έκανε επίθεση τη νύχτα και χτύπησε τους Εδωμίτες, που είχαν περικυκλώσει αυτόν και τους άρχοντες των αμαξών του.

10 Πάντως, οι Εδωμίτες χωρίστηκαν από τον Ιούδα κι εξακολουθούν μέχρι σήμερα να αποτελούν ανεξάρτητο βασίλειο. Την ίδια εποχή αποσκίρτησε και η Λιβνά, επειδή ο Ιωράμ εγκατέλειψε τον Κύριο, το Θεό των προγόνων του.

11 Ο ίδιος καθιέρωσε τόπους λατρείας των ειδώλων στα βουνά του Ιούδα παρασύροντας έτσι στην απιστία το λαό της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα.

12 Τότε ο προφήτης Ηλίας του έστειλε επιστολή που έλεγε: «Αυτά λέει ο Κύριος, ο Θεός του προγόνου σου Δαβίδ: Εσύ δεν ακολούθησες το παράδειγμα του πατέρα σου του Ιωσαφάτ, ούτε του Ασά, βασιλιά του Ιούδα.

13 Αντίθετα ακολούθησες το παράδειγμα των βασιλιάδων του Ισραήλ και παρέσυρες το λαό του Ιούδα και τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ στην ειδωλολατρία, όπως είχαν παρασυρθεί στην ειδωλολατρία οι διάδοχοι του Αχαάβ, κι επιπλέον σκότωσες τους αδερφούς σου, την οικογένεια του πατέρα σου που ήταν καλύτεροί σου.

14 Γι’ αυτό κι ο Κύριος θα χτυπήσει με μεγάλη καταστροφή το λαό σου, τους γιους σου, τις γυναίκες σου και όλα τα υπάρχοντά σου.

15 Θα αρρωστήσεις βαριά στα εντόσθιά σου, μέχρις ότου μέρα με τη μέρα αυτά από την αρρώστια πέσουν».

16 Έτσι, ο Κύριος υποκίνησε εναντίον του Ιωράμ την οργή των Φιλισταίων και των Αράβων, που γειτόνευαν με τους Αιθίοπες.

17 Αυτοί ανέβηκαν εναντίον της χώρας του Ιούδα και την κυρίεψαν και αφαίρεσαν όλα τα υπάρχοντα, που βρέθηκαν στο παλάτι του βασιλιά· πήραν τους γιους του και τις γυναίκες του, έτσι που δεν του έμεινε κανένας άλλος γιος εκτός από τον μικρότερο, τον Οχοζία.

18 Μετά απ’ όλα αυτά, ο Κύριος τιμώρησε τον Ιωράμ με ανίατη αρρώστια στα εντόσθιά του.

19 Όσο περνούσε ο καιρός χειροτέρευε και μετά από δύο χρόνια ξεχύθηκαν τα εντόσθιά του και πέθανε με πόνους φρικτούς. Ο λαός δεν άναψε επικήδεια φωτιά προς τιμή του, όπως είχε κάνει και για τους προγόνους του.

20 Ο Ιωράμ είχε γίνει βασιλιάς σε ηλικία τριάντα δύο ετών και βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ οχτώ χρόνια. Πέθανε χωρίς κανείς να λυπηθεί γι’ αυτόν και τον έθαψαν στην Πόλη Δαβίδ, όχι όμως στους βασιλικούς τάφους.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/21-73c35c47b2efe7ecb90848af713a3f34.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 22

Η βασιλεία του Οχοζία στον Ιούδα

1 Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ έκαναν βασιλιά στη θέση του Ιωράμ τον νεότερο γιο του, τον Οχοζία, γιατί όλους τους μεγαλύτερους τους είχε σκοτώσει ο στρατός των Αράβων που είχε εισβάλει στο στρατόπεδο του Ιούδα. Έτσι έγινε βασιλιάς του Ιούδα ο Οχοζίας

2 σε ηλικία είκοσι ετών, και βασίλεψε ένα χρόνο στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Γοθολία και ήταν εγγονή του Αμρί.

3 Ο Οχοζίας ακολούθησε κι αυτός το παράδειγμα της οικογένειας Αχαάβ, γιατί η μάνα του τού έδινε συμβουλές, που τον οδηγούσαν στην αμαρτία.

4 Έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως άλλωστε και όλη η οικογένεια του Αχαάβ· μετά το θάνατο του πατέρα του, αυτοί ήταν σύμβουλοι για την καταστροφή του.

5 Ακόμη, ακολουθώντας τη συμβουλή τους, ο Οχοζίας πήγε μαζί με τον Ιωράμ, γιο του Αχαάβ, βασιλιά του Ισραήλ, να πολεμήσει εναντίον του Αζαήλ, βασιλιά των Συρίων στη Ραμώθ, στη Γαλαάδ. Οι Σύριοι όμως πλήγωσαν τον Ιωράμ στη μάχη,

6 κι αυτός γύρισε στην Ιζρεέλ για να θεραπευτεί από τα τραύματά του. Τότε ο Οχοζίας,κατέβηκε στην Ιζρεέλ να τον επισκεφτεί, που ήταν άρρωστος.

7 Αλλά ο Θεός είχε αποφασίσει την καταστροφή του Οχοζία. Έτσι, όταν ήρθε στον Ιωράμ, πήρε μέρος μαζί μ’ αυτόν σε μια συμπλοκή εναντίον του Ιηού, απογόνου του Νιμσί, τον οποίο όμως ο Κύριος είχε χρίσει στο μεταξύ βασιλιά, για να εξοντώσει την οικογένεια του Αχαάβ.

8 Τον καιρό που ο Ιηού εκτελούσε την κρίση του Θεού εναντίον της οικογένειας του Αχαάβ, βρήκε τους άρχοντες του λαού του Ιούδα και τους ανηψιούς του Οχοζία, που ήταν στην υπηρεσία του και τους σκότωσε.

9 Αναζήτησε και τον Οχοζία και τον συνέλαβαν, ενώ αυτός κρυβόταν στη Σαμάρεια. Τον έφεραν μπροστά στον Ιηού και τον σκότωσαν. Τον έθαψαν, όμως κανονικά. «Εγγονός του Ιωσαφάτ είναι», είπαν, «κι ο Ιωσαφάτ επιδίωκε να υπακούει τον Κύριο μ’ όλη του την καρδιά».

Οι απόγονοι του Οχοζία δεν είχαν τη δύναμη να κρατήσουν τη βασιλεία.

Η βασίλισσα Γοθολία

10 Η Γοθολία, μητέρα του Οχοζία, όταν είδε ότι ο γιος της ήταν νεκρός, διέταξε να εξοντώσουν όλους τους απογόνους της βασιλικής οικογένειας του Ιούδα.

11 Αλλά η Ιεωσεβά, κόρη του βασιλιά Ιωράμ, άρπαξε κρυφά τον Ιωάς, γιο του Οχοζία, ανάμεσα από τους γιους του βασιλιά που επρόκειτο να θανατωθούν, και τον έκρυψε με την παραμάνα του σ’ ένα υπνοδωμάτιο του ναού. Η Ιεωσεβά, κόρη του Ιωράμ, ήταν γυναίκα του ιερέα Ιεωϊαδά και αδερφή του Οχοζία. Έτσι μπόρεσε κι έκρυψε τον Ιωάς από τη Γοθολία και δεν τον σκότωσε.

12 Ο Ιωάς κρυβόταν στο ναό του Θεού μαζί με την παραμάνα του και τη θεία του έξι χρόνια, δηλαδή όσο χρόνο η Γοθολία βασίλευε στη χώρα.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/22-3046b2f4fa45289d860faf4fc1a6b893.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 23

Επανάσταση κατά της Γοθολίας

1 Τον έβδομο χρόνο ο ιερέας Ιεωϊαδά είχε αποκτήσει δύναμη. Πήρε, λοιπόν, κατά μέρος τους εκατόνταρχους, Αζαρία γιο του Ιωράμ, Ισμαήλ γιο του Ιωχανάν, Αζαρία γιο του Ωβήδ, Μαασεΐα, γιο του Αδαΐα και Ελισαφάτ, γιο του Ζαχαρία και έκανε μαζί τους συμφωνία.

2 Αυτοί περιόδευσαν το βασίλειο του Ιούδα και συγκέντρωσαν απ’ όλες τις πόλεις τούς λευίτες και τους αρχηγούς των συγγενειών του Ισραήλ, και ήρθαν στην Ιερουσαλήμ.

3 Συγκεντρώθηκαν όλοι στο ναό του Θεού κι έκαναν συμφωνία υποταγής στο βασιλιά. Ο Ιεωϊαδά τους είπε: «Αυτός είναι ο γιος του βασιλιά. Αυτός πρέπει να βασιλέψει, σύμφωνα με την υπόσχεση του Κυρίου για τους απογόνους του Δαβίδ.

4 Να, λοιπόν, τι θα κάνετε: Όταν οι ιερείς και οι λευίτες θα αναλάβετε υπηρεσία το επόμενο Σάββατο, το ένα τρίτο από σας θα φυλάξει τις πύλες του ναού·

5 το άλλο τρίτο θα φυλάξει το παλάτι του βασιλιά και το υπόλοιπο τρίτο την πύλη Ιεσώδ.Όλος ο λαός θα συγκεντρωθεί στις αυλές του ναού του Κυρίου.

6 Κανείς άλλος όμως δε θα μπει στο ναό του Κυρίου, παρά μόνο οι ιερείς και όσοι από τους λευίτες έχουν υπηρεσία. Αυτοί μπορούν να μπαίνουν γιατί είναι καθιερωμένοι· όλος όμως ο άλλος λαός θα φυλάει την εντολή του Κυρίου και θα μένει απ’ έξω.

7 Οι λευίτες θα περικυκλώσουν τον βασιλιά, καθένας με τα όπλα τους στα χέρια, και θα τον συνοδεύουν όπου κι αν πάει. Οποιοσδήποτε άλλος, όμως, προσπαθήσει να μπει στο ναό, θα θανατώνεται».

8 Οι λευίτες και όλος ο λαός του Ιούδα έκαναν όπως ακριβώς τους διέταξε ο ιερέας Ιεωϊαδά. Συγκέντρωσε καθένας τους άντρες του, όσους επρόκειτο ν’ αρχίσουν υπηρεσία εκείνο το Σάββατο και όσους επρόκειτο να παραδώσουν υπηρεσία το ίδιο Σάββατο –ο Ιεωϊαδά δεν είχε απαλλάξει κανένα τμήμα.

9 Ο Ιεωϊαδά έδωσε στους εκατόνταρχους τις λόγχες, τις μεγάλες και τις μικρές ασπίδες, που ανήκαν στο βασιλιά Δαβίδ και βρίσκονταν στο ναό του Θεού.

10 Τοποθέτησε όλους τους άντρες, τον καθένα με το όπλο του στο χέρι, σε ημικύκλιο που ξεκινούσε, από τη δεξιά πλευρά του ναού, περνούσε από το θυσιαστήριο και κατέληγε στην αριστερή πλευρά του ναού, για να προστατεύσουν το βασιλιά.

11 Τότε ο Ιεωϊαδά και οι γιοι του έφεραν έξω το γιο του βασιλιά, του φόρεσαν το στέμμα, του έδωσαν το έγγραφο της διαθήκηςκαι τον ανακήρυξαν βασιλιά. Τον έχρισαν με λάδι και όλοι φώναζαν: «Ζήτω ο βασιλιάς!»

12 Όταν άκουσε η Γοθολία το θόρυβο του λαού, που έτρεχε και εξυμνούσε το βασιλιά, ανακατεύτηκε με το πλήθος και ήρθε στο ναό του Κυρίου.

13 Εκεί είδε το νεαρό βασιλιά να στέκεται πλάι στο στύλο στην είσοδο του ναού. Γύρω του στέκονταν οι αξιωματικοί και οι σαλπιγκτές, κι όλος ο λαός της χώρας πανηγύριζε και σάλπιζε με σάλπιγγες, ενώ οι ψάλτες με τα μουσικά όργανα κατεύθυναν τους ύμνους. Τότε η Γοθολία έσκισε τα φορέματά τηςκαι φώναξε: «Προδοσία! Προδοσία!»

14 Ο ιερέας Ιεωϊαδά έβγαλε έξω τους εκατόνταρχους, που ήταν αρχηγοί του στρατού, και τους είπε: «Βγάλτε την έξω από τις γραμμές του στρατού, και όποιος την ακολουθήσει να θανατώνεται με ξίφος». Ο ιερέας είχε προστάξει να μη τη σκοτώσουν μέσα στο ναό του Κυρίου.

15 Τη συνέλαβαν, λοιπόν, τη στιγμή που έφτανε στην είσοδο της πύλης των Αλόγων,που οδηγεί στο παλάτι του βασιλιά, και τη θανάτωσαν επί τόπου.

16 Ο Ιεωϊαδά έκανε συμφωνία που δέσμευε το λαό, το βασιλιά και τον εαυτό του ότι θα είναι λαός του Κυρίου.

17 Τότε το πλήθος κατευθύνθηκε στο ναό του Βάαλ και τον γκρέμισαν· κατέστρεψαν τα θυσιαστήριά του και τα είδωλά του και θανάτωσαν τον Ματθάν, ιερέα του Βάαλ, εκεί μπροστά στα θυσιαστήρια.

18 Έπειτα ο Ιεωϊαδά διόρισε φρουρούς στο ναό του Κυρίου υπό την εξουσία των ιερέων-λευιτών. Αυτούς τους είχε διορίσει κατά ομάδες ο Δαβίδ, για να προσφέρουν τα ολοκαυτώματα στο ναό, όπως αναφέρεται στο νόμο του Μωυσή· ο Δαβίδ είχε ορίσει αυτή η υπηρεσία να γίνεται με χαρούμενες ωδές.

19 Επίσης τοποθέτησε θυρωρούς στις πύλες του ναού του Κυρίου, για να μη μπαίνει σ’ αυτόν κανένας ακάθαρτος.

20 Έπειτα συγκέντρωσε τους εκατόνταρχους, τους πρόκριτους και τους άρχοντες μαζί με όλο το λαό της χώρας και παρέλαβαν το βασιλιά από το ναό του Κυρίου, πέρασαν από την άνω πύλη και ήρθαν στ’ ανάκτορα, όπου και ενθρόνισαν τον Ιωάς

21 με χαρούμενους πανηγυρισμούς.

Έτσι ησύχασε η πόλη, αφού η Γοθολία είχε θανατωθεί.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/23-dac44bfd8deb1d3fbad2bc66e743d9da.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 24

Η βασιλεία του Ιωάς στον Ιούδα

1 Ο Ιωάς έγινε βασιλιάς σε ηλικία εφτά ετών και βασίλεψε σαράντα χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Σιβιά και καταγόταν από τη Βέερ-Σεβά.

2 Ο Ιωάς έκανε το σωστό ενώπιον του Κυρίου όσον καιρό ζούσε ο ιερέας Ιεωϊαδά.

3 Ο Ιεωϊαδά πήρε δύο γυναίκες και απέκτησε πολλούς γιους και κόρες.

4 Μετά από αρκετόν καιρό ο Ιωάς αποφάσισε ν’ ανακαινίσει το ναό του Κυρίου.

5 Συγκέντρωσε τους ιερείς και τους λευίτες και τους είπε: «Πηγαίνετε στις πόλεις του Ιούδα και συγκεντρώστε απ’ όλο το λαό χρήματα, για να έχετε να επισκευάζετε το ναό του Θεού σας κάθε χρόνο. Συντομέψτε όμως αυτή την υπόθεση».

Οι λευίτες όμως δεν βιάζονταν.

6 Έτσι ο βασιλιάς κάλεσε τον Ιεωϊαδά τον επικεφαλής τους και τον ρώτησε: «Γιατί δεν φρόντισες να φέρουν οι λευίτες από το λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ το φόρο που είχε ορίσει ο Μωυσής, ο δούλος του Κυρίου, στη συγκέντρωση των Ισραηλιτών, για τη σκηνή του Μαρτυρίου;»

7 (Η Γοθολία, η ασεβής αυτή γυναίκα, και οι οπαδοί της είχαν παραμελήσει το ναό του Θεού, κι άρχισε να γκρεμίζεται· κι ακόμη είχαν προσφέρει όλα τα αφιερώματα του ναού του Κυρίου στους θεούς των Χαναναίων).

8 Ο βασιλιάς, λοιπόν, διέταξε και κατασκεύασαν ένα κιβώτιο και το έβαλαν έξω από την είσοδο του ναού του Κυρίου,

9 και παράγγειλαν στο λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ να φέρουν στον Κύριο το φόρο, που είχε ορίσει ο Μωυσής, ο δούλος του Θεού στους Ισραηλίτες, στην έρημο.

10 Όλοι οι άρχοντες και ο λαός έφερναν με ευχαρίστηση κι έρριχναν μέσα στο κιβώτιο το φόρο τους, μέχρις ότου αυτό γέμιζε.

11 Κάθε μέρα το κιβώτιο μεταφερόταν από τους λευίτες στους υπαλλήλους του βασιλιά για έλεγχο. Όταν αυτοί έβλεπαν ότι είχαν μαζευτεί πολλά χρήματα, ερχόταν ο γραμματέας του βασιλιά και ο επόπτης του αρχιερέα και άδειαζαν το κιβώτιο. Έπειτα οι λευίτες το έπαιρναν και το έβαζαν πάλι στη θέση του. Έτσι μάζεψαν πολλά χρήματα.

12 Ο βασιλιάς και ο Ιεωϊαδά έδιναν τα χρήματα στους επιστάτες των εργασιών του ναού του Κυρίου, κι εκείνοι προσλάμβαναν χτίστες και ξυλουργούς, σιδηρουργούς και χαλκουργούς, για να επισκευάζουν το ναό.

13 Οι εργάτες δούλευαν σκληρά και με την πείρα που είχαν τελείωσαν τις επισκευές στο ναό του Θεού και τον επανέφεραν στο αρχικό σχέδιό του, στέρεον όπως πριν.

14 Όταν τελείωσαν, έφεραν τα υπόλοιπα χρήματα στο βασιλιά και στον Ιεωϊαδά και κατασκεύασαν μ’ αυτά σκεύη για το ναό του Κυρίου, σκεύη για τη λατρεία και για τις θυσίες των ολοκαυτωμάτων, πιατέλλες και άλλα αντικείμενα χρυσά και ασημένια. Όσο ζούσε ο Ιεωϊαδά πρόσφεραν κανονικά τα ολοκαυτώματα στο ναό του Κυρίου.

15 Γέρασε όμως ο Ιεωϊαδά και πέθανε σε ηλικία εκατόν τριάντα ετών, αφού έζησε πολλά και καλά χρόνια.

16 Τον έθαψαν στην Πόλη Δαβίδ μαζί με τους βασιλιάδες, γιατί είχε κάνει μεγάλο καλό στον Ισραήλ σχετικά με το Θεό και το ναό του.

Ο βασιλιάς Ιωάς εγκαταλείπει το δρόμο του Θεού

17 Αλλά μετά το θάνατο του Ιεωϊαδά οι άρχοντες του Ιούδα ήρθαν και υπέβαλαν τα σέβη τους στο βασιλιά. Εκείνος άκουσε τις εισηγήσεις τους

18 κι έτσι ο λαός του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ σταμάτησαν να λατρεύουν στο ναό τον Κύριο, το Θεό των προγόνων τους, και λάτρεψαν τις ξύλινες ιερές στήλες και τα άλλα είδωλα. Γι’ αυτή την ανομία τους ξέσπασε η οργή του Θεού εναντίον τους.

19 Στη συνέχεια ο Θεός τούς έστειλε προφήτες, για να τους επαναφέρουν στον Κύριο. Οι προφήτες διαμαρτυρήθηκαν εναντίον τους, αλλά κανένας δεν τους άκουγε.

20 Τότε το Πνεύμα του Θεού φώτισε το Ζαχαρία, γιο του ιερέα Ιεωϊαδά. Στάθηκε σ’ ένα μέρος που να τον βλέπει ο λαός και τους είπε: «Αυτά λέει ο Κύριος, ο Θεός: Γιατί παραβαίνετε τις εντολές του; Μην περιμένετε να προκόψετε! Επειδή εγκαταλείψατε τον Κύριο, σας εγκατέλειψε κι εκείνος».

21 Τότε ο λαός έκαναν συνομωσία εναντίον του και με διαταγή του βασιλιά τον λιθοβόλησαν στην αυλή του ναού του Κυρίου.

22 Έτσι ο Ιωάς, ξέχασε την καλοσύνη που του είχε δείξει ο Ιεωϊαδά, πατέρας του Ζαχαρία, και σκότωσε το γιο του. Ο Ζαχαρίας είπε πεθαίνοντας: «Ο Κύριος ας δει και ας κρίνει».

23 Έτσι, προς το τέλος του χρόνου, ήρθε ο στρατός των Συρίων εναντίον του Ιωάς. Εισέβαλε στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ και εξόντωσε όλους τους άρχοντες του λαού και όλα τα λάφυρα που πήρε τα έστειλε στο βασιλιά τους στη Δαμασκό.

24 Ο στρατός αυτός των Συρίων δεν ήταν πολυάριθμος, αλλά ο Κύριος παρέδωσε στην εξουσία τους το μεγάλο στρατό του Ιούδα, γιατί ο λαός του Ιούδα είχαν εγκαταλείψει το Θεό των προγόνων τους. Έτσι τιμωρήθηκε ο Ιωάς.

25 Όταν έφυγαν οι εχθροί κι ο βασιλιάς είχε μείνει βαριά τραυματισμένος, οι δούλοι του συνωμότησαν εναντίον του, επειδή είχε εκτελέσει το γιοτου ιερέα Ιεωϊαδά, και τον σκότωσαν πάνω στο κρεβάτι του. Έτσι πέθανε ο Ιωάς και τον έθαψαν στην Πόλη Δαβίδ, όχι όμως στους βασιλικούς τάφους.

26 Αυτοί που έκαναν τη συνωμοσία εναντίον του ήταν ο Ζαβάδ, γιος της Σιμεάθ της Αμμωνίτισας και ο Ιωζαβάδ, γιος της Σιμρίθ, της Μωαβίτισας.

27 Ο κατάλογος των γιων του Ιωάς, οι πολλές προφητείες που απαγγέλθηκαν εναντίον του και η διήγηση για την ανακαίνιση του ναού του Θεού, όλα αυτά είναι καταχωρισμένα στο Υπόμνημα του βιβλίου των Βασιλιάδων. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Αμασίας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/24-5512ee47f604daf1baf498410b50e7ff.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 25

Η βασιλεία του Αμασία

1 Ο Αμασίας έγινε βασιλιάς σε ηλικία είκοσι πέντε ετών και βασίλεψε είκοσι εννέα χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Ιεωαδδάν και καταγόταν από την Ιερουσαλήμ.

2 Ο Αμασίας έκανε το σωστό ενώπιον του Κυρίου, όχι όμως με καρδιά ειλικρινή.

3 Αμέσως μόλις σταθεροποιήθηκε η βασιλεία του, θανάτωσε τους αξιωματούχους του που είχαν σκοτώσει το βασιλιά Ιωάς, τον πατέρα του.

4 Δε θανάτωσε όμως και τα παιδιά τους, εφαρμόζοντας αυτό που είναι γραμμένο στο βιβλίο του νόμου του Μωυσή, όπου ο Κύριος διέταξε: «Δεν πρέπει να τιμωρούνται με θάνατο οι γονείς για τις αμαρτίες των παιδιών τους, ούτε τα παιδιά για τις αμαρτίες των γονιών τους. Ο καθένας θα τιμωρείται με θάνατο μόνο για τη δική του αμαρτία».

Ο Αμασίας πολεμάει τους Εδωμίτες

5 Ο Αμασίας συγκέντρωσε το λαό του Ιούδα και της φυλής Βενιαμίν και διόρισε σ’ αυτούς κατά συγγένειες χιλίαρχους και εκατόνταρχους. Τους στρατολόγησε από είκοσι ετών και πάνω και τους βρήκε τριακόσιες χιλιάδες στρατεύσιμους, ικανούς να χειρίζονται το ακόντιο και την ασπίδα.

6 Επί πλέον μίσθωσε από το βασίλειο του Ισραήλ, για εκατό τάλαντα ασήμι, εκατό χιλιάδες γενναίους πολεμιστές.

7 Ήρθε όμως σ’ αυτόν ένας άνθρωπος του Θεού και του είπε: «Βασιλιά, ας μην έρθει μαζί σου ο στρατός του βασιλείου του Ισραήλ, γιατί ο Κύριος δεν είναι ούτε με τον Ισραήλ ούτε με κανέναν από τους Εφραϊμίτες.

8 Αν θέλεις να πας, πήγαινε και κάνε και τις προετοιμασίες σου για τον πόλεμο· ο Θεός όμως θα σε τρέψει σε φυγή μπροστά από τους εχθρούς σου, γιατί μόνον αυτός έχει τη δύναμη να χαρίζει τη νίκη ή να φέρνει την ήττα».

9 Ο Αμασίας απάντησε στον άνθρωπο του Θεού: «Τι θα κάνουμε όμως με τα εκατό τάλαντα, που τα ’χω δώσει κιόλας στο στρατό του Ισραήλ;» Ο άνθρωπος του Θεού απάντησε: «Ο Κύριος είναι δυνατός να σου δώσει περισσότερα απ’ αυτά».

10 Τότε ο Αμασίας ξεχώρισε το στρατό που είχε έρθει σ’ αυτόν από τη φυλή Εφραΐμ και τους έστειλε πίσω στον τόπο τους. Αυτοί θύμωσαν εναντίον του λαού του Ιούδα κι επέστρεψαν στον τόπο τους φοβερά οργισμένοι.

11 Ο Αμασίας όμως πήρε θάρρος και έφτασε επικεφαλής του στρατού του στην κοιλάδα του Άλατος,όπου σκότωσε δέκα χιλιάδες Εδωμίτες.

12 Ο στρατός του Ιούδα συνέλαβε ακόμα δέκα χιλιάδες αιχμαλώτους και τους έφεραν στην άκρη του γκρεμού, απ’ όπου και τους γκρέμισαν και τσακίστηκαν όλοι.

13 Οι στρατιώτες του Ισραήλ που ο Αμασίας τους έστειλε πίσω, γιατί δεν τους ήθελε να πολεμήσουν μαζί του, επιτεθήκαν στις πόλεις του Ιούδα, από τη Σαμάρεια μέχρι τη Βαιθ-Χωρών· σκότωσαν τρεις χιλιάδες από τους κατοίκους της και πήραν πολλά λάφυρα.

14 Όταν ο Αμασίας γύρισε από τη σφαγή των Εδωμιτών, έφερε μαζί του και τους θεούς αυτών των ανθρώπων· τους έστησε για θεούς του, τους προσκύνησε και θυσίασε σ’ αυτούς.

15 Η ενέργεια όμως αυτή άναψε το θυμό του Κυρίου εναντίον του Αμασία. Και έστειλε σ’ αυτόν έναν προφήτη, ο οποίος του είπε: «Γιατί στράφηκες προς τους θεούς του λαού εκείνου, αφού αυτοί δεν μπόρεσαν να γλιτώσουν το λαό τους όταν εσύ τους κατέστρεφες;»

16 Ενώ μιλούσε ο προφήτης, ο βασιλιάς τού είπε: «Σύμβουλο σε κάναμε του βασιλιά; Πάψε γιατί θα πεθάνεις». Τότε ο προφήτης έπαψε, αλλά είπε: «Ξέρω ότι ο Θεός αποφάσισε να σε καταστρέψει, γι’ αυτό που έκανες και δεν άκουσες τη συμβουλή μου».

Ο Αμασίας πολεμάει το βασίλειο του Ισραήλ

17 Ο Αμασίας, βασιλιάς του Ιούδα, συμβουλεύτηκε τους αυλικούς του κι έστειλε αγγελιοφόρους στο βασιλιά του Ισραήλ Ιωάς, γιο του Ιωάχαζ και εγγονό του Ιηού, και του έλεγε: «Έλα ν’ αναμετρηθούμε!»

18 Αλλά ο Ιωάς απάντησε στον Αμασία: «Το αγκάθι που ήταν στο Λίβανο παράγγειλε στον κέδρο του Λιβάνου: “δώσε τη θυγατέρα σου γυναίκα στο γιο μου”. Αλλά ένα άγριο ζώο του Λιβάνου πέρασε και καταπάτησε το αγκάθι.

19 Εσύ τώρα όλο σκέφτεσαι ότι σύντριψες τους Εδωμίτες κι αυτό σε κάνει να περηφανεύεσαι και να θέλεις ν’ αποχτήσεις δόξα. Κάτσε εκεί που είσαι. Γιατί θες να προκαλέσεις συμφορά; Γιατί να σκοτωθείς εσύ και μαζί σου να ταλαιπωρηθεί κι ο λαός του Ιούδα;»

20 Αλλά ο Αμασίας δεν άκουγε τίποτα. Κι ήταν αυτό από το Θεό, για να τους κάνει να νικηθούν από τους εχθρούς, επειδή λάτρεψαν τους θεούς των Εδωμιτών.

21 Έτσι ο Ιωάς, βασιλιάς του Ισραήλ, πήγε κι αναμετρήθηκε με τον Αμασία, βασιλιά του Ιούδα, στη Βαιθ-Σεμές, πόλη που ανήκει στο βασίλειο του Ιούδα.

22 Ο στρατός του Ιούδα νικήθηκε από αυτόν του Ισραήλ και οι στρατιώτες έφυγαν καθένας για το σπίτι του.

23 Ο Ιωάς έπιασε αιχμάλωτο τον Αμασία στη Βαιθ-Σεμές και τον έφερε στην Ιερουσαλήμ. Εκεί γκρέμισε το τείχος της πόλης από την πύλη του Εφραΐμ ως την πύλη της Γωνίας, σε μάκρος περίπου τετρακοσίων πηχών.

24 Πήρε όλο το χρυσάφι και το ασήμι από το ναό του Θεού, πήρε τα σκεύη που βρέθηκαν εκεί υπό τη φύλαξη του Ωβήδ-Εδώμ, κι επίσης τους θησαυρούς του παλατιού του βασιλιά, καθώς και αιχμαλώτους, και γύρισε στη Σαμάρεια.

25 Μετά το θάνατο του Ιωάς, γιου του Ιωάχαζ και βασιλιά του Ισραήλ, ο Αμασίας, γιος του Ιωάς και βασιλιάς του Ιούδα, έζησε δεκαπέντε χρόνια.

26 Η υπόλοιπη ιστορία του Αμασία, από την αρχή ως το τέλος είναι καταχωρισμένη στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα και του Ισραήλ.

27 Μετά από τότε που ο Αμασίας εγκατέλειψε τον Κύριο, εκδηλώθηκε συνωμοσία εναντίον του στην Ιερουσαλήμ. Αυτός κατέφυγε στη Λαχίς· οι εχθροί του όμως τον καταδίωξαν ως εκεί και τον σκότωσαν.

28 Μετέφεραν τη σορό του στην πρωτεύουσα του βασιλείου του πάνω σε άμαξα που την έσερναν πολλά άλογα και τον έθαψαν μαζί με τους προγόνους του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/25-585d7a9274471af3d75aea26adfffc96.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 26

Η βασιλεία και η δύναμη του Ουζζία

1 Ο Ουζζίας,γιος του Αμασία, ήταν τότε δεκαέξι ετών κι ο λαός του Ιούδα έκανε αυτόν βασιλιά στη θέση του πατέρα του.

2 Αυτός, μετά το θάνατο του πατέρα του, ανέκτησε υπέρ του Ιούδα την πόλη Ελάθ και την ανοικοδόμησε.

3 Ο Ουζζίας έγινε βασιλιάς σε ηλικία δεκαέξι ετών και βασίλεψε πενήντα δύο χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Ιεχαλία και καταγόταν από την Ιερουσαλήμ.

4 Ο Ουζζίας έπραξε το σωστό ενώπιον του Κυρίου, όπως ακριβώς είχε κάνει κι ο Αμασίας, ο πατέρας του.

5 Έκανε το θέλημα του Θεού όσο ζούσε ο Ζαχαρίας που τον συμβούλευε να σέβεται το Θεό. Κι όσον καιρό έκανε το θέλημα του Κυρίου, ο Θεός τού χάριζε επιτυχίες.

6 Ο Ουζζίας έκανε πόλεμο εναντίον των Φιλισταίων. Γκρέμισε τα τείχη της Γαθ, της Ιαυνί και της Ασδώδ κι οχύρωσε πόλεις γύρω από την Ασδώδ και την υπόλοιπη χώρα των Φιλισταίων.

7 Ο Θεός τον βοήθησε να νικήσει τους Φιλισταίους και τους Άραβες που κατοικούσαν στη Γουρ-Βαάλ, καθώς και τους Μιναίους,

8 οι οποίοι έγιναν φόρου υποτελείς στον Ουζζία. Η φήμη του έφτασε μέχρι την Αίγυπτο, καθώς γινόταν όλο και πιο δυνατός.

9 Ο Ουζζίας έχτισε γωνιακούς πύργους στην Ιερουσαλήμ, σε κάθε γωνία του τείχους της, στην πύλη της Γωνίας και στην πύλη της Κοιλάδας και τους οχύρωσε.

10 Επίσης έχτισε πύργους στις έρημες περιοχές και άνοιξε πολλά πηγάδια, γιατί είχε πολλά κοπάδια στις πεδινές και στις λοφώδεις περιοχές. Επίσης είχε προσλάβει γεωργούς και αμπελουργούς στα βουνά και στις εύφορες περιοχές, γιατί αγαπούσε τη γεωργία.

11 Ο Ουζζίας είχε στρατό ετοιμοπόλεμο, που έκανε οργανωμένες επιδρομές. Ήταν χωρισμένος σε τάγματα, όπως τους είχε απογράψει ο γραμματέας Ιεϊήλ και ο διοικητικός υπάλληλος Μαασεΐας, με την καθοδήγηση του Ανανία, ενός από τους στρατηγούς του βασιλιά.

12 Όλοι αυτοί οι γενναίοι πολεμιστές, που υπάγονταν στις διαταγές δύο χιλιάδων εξακοσίων αρχηγών οικογενειών,

13 αποτελούσαν μια στρατιωτική δύναμη τριακοσίων εφτά χιλιάδων πεντακοσίων αντρών, δυνατών και θαρραλέων, οι οποίοι υποστήριζαν το βασιλιά εναντίον των εχθρών του.

14 Ο Ουζζίας εφοδίασε όλο το στρατό με ασπίδες, ακόντια, περικεφαλαίες, θώρακες, τόξα και πέτρες για σφενδόνες.

15 Στην Ιερουσαλήμ κατασκεύασε μηχανές επινοημένες από ειδικούς, για να τοποθετούνται πάνω στους πύργους και στις γωνίες, και να ρίχνουν βέλη και πέτρες μεγάλες.

Το σφάλμα του Ουζζία και η ασθένειά του

Η φήμη του βασιλιά Ουζζία είχε εξαπλωθεί παντού, γιατί ο Θεός τον βοηθούσε με θαυμαστό τρόπο, κι απέκτησε μεγάλη δύναμη.

16 Όταν όμως έγινε ισχυρός, υπερηφανεύθηκε κι αυτό ήταν η καταστροφή του. Έδειξε ασέβεια στον Κύριο το Θεό του: Μια μέρα μπήκε στο ναό του Κυρίου, για να προσφέρει ο ίδιος εύοσμο θυμίαμα στο θυσιαστήριο του θυμιάματος.

17 Ο αρχιερέας Αζαρίας πήρε από πίσω το βασιλιά μαζί με ογδόντα θαρραλέους ιερείς του Κυρίου,

18 οι οποίοι αντιστέκονταν στο βασιλιά και του έλεγαν: «Δεν επιτρέπεται, Ουζζία, να προσφέρεις εσύ θυμίαμα στον Κύριο! Μόνον οι ιερείς επιτρέπεται, οι απόγονοι του Ααρών, που είναι αφιερωμένοι σ’ αυτή την υπηρεσία. Βγες έξω από το αγιαστήριο! Ασέβησες στον Κύριο το Θεό και δεν θα έχεις πια την ευλογία του».

19 Ο Ουζζίας, κρατώντας στο χέρι του το θυμιατήριο, έτοιμος να θυμιάσει, οργίστηκε εναντίον των ιερέων, κι αμέσως εμφανίστηκε λέπρα στο μέτωπό του εκεί μπροστά τους, μέσα στο ναό του Κυρίου, κοντά στο θυσιαστήριο του θυμιάματος.

20 Ο αρχιερέας Αζαρίας και όλοι οι ιερείς, που τον κοίταζαν, είδαν τη λέπρα στο μέτωπό του. Έτρεξαν τότε να τον βγάλουν από το ναό· έτρεξε κι εκείνος, γιατί τον είχε χτυπήσει ο Κύριος.

21 Ο βασιλιάς Ουζζίας έμεινε λεπρός ως το θάνατό του. Ήταν αναγκασμένος να κάθεται σε απομόνωση, αποκλεισμένος από το ναό του Κυρίου. Ο γιος του, ο Ιωάθαμ, ήταν επικεφαλής του ανακτόρου και κυβερνούσε το λαό της χώρας.

22 Η υπόλοιπη ιστορία του Ουζζία, από την αρχή ως το τέλος, είναι γραμμένη από τον προφήτη Ησαΐα, γιο του Αμώς.

23 Έτσι ο Ουζζίας πέθανε αλλά δεν τον έθαψαν με τους προγόνους του στο βασιλικό νεκροταφείο, αλλά σε παραπλήσιο μέρος, επειδή ήταν λεπρός. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Ιωθάμ.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/26-a5331050f0b42c1e014533d0900346a7.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 27

Η βασιλεία του Ιωθάμ

1 Ο Ιωθάμ έγινε βασιλιάς σε ηλικία είκοσι πέντε ετών και βασίλεψε δεκαέξι χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Μητέρα του ήταν η Ιερουσά, κόρη του Σαδώκ.

2 Ο Ιωθάμ έκανε το σωστό ενώπιον του Κυρίου, όπως ακριβώς είχε κάνει ο πατέρας του ο Ουζζίας, χωρίς βέβαια να διαπράξει το σφάλμα να μπει στο ναό του Κυρίου. Ο λαός όμως εξακολουθούσε να είναι διεφθαρμένος.

3 Αυτός έχτισε την άνω πύλητου ναού του Κυρίου και επεξέτεινε το τείχος της περιοχής Οφήλ.

4 Στα ορεινά του Ιούδα οχύρωσε πόλεις και στα δάση έχτισε φρούρια και πύργους.

5 Πολέμησε το βασιλιά των Αμμωνιτών και τον νίκησε. Τότε οι Αμμωνίτες υποχρεώθηκαν να του πληρώνουν για τρία χρόνια φόρο υποτελείας εκατό τάλαντα ασήμι, δέκα χιλιάδες κορ σιτάρι και δέκα χιλιάδες κόρους κριθάρι κάθε χρόνο.

6 Ο Ιωθάμ απέκτησε μεγάλη δύναμη, γιατί έκανε το σωστό ενώπιον του Κυρίου του Θεού του.

7 Η υπόλοιπη ιστορία του Ιωθάμ είναι καταχωρισμένη στο βιβλίο των βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα. Εκεί αναφέρονται οι πόλεμοι που έκανε, καθώς και τα έργα του.

8 Είχε γίνει βασιλιάς σε ηλικία είκοσι πέντε ετών και βασίλεψε δεκαέξι χρόνια στην Ιερουσαλήμ.

9 Όταν πέθανε, τον έθαψαν στην Πόλη Δαβίδ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Άχαζ.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/27-d6bd98f64be73344913c7f307177f585.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 28

Η βασιλεία του Άχαζ

1 Ο Άχαζ έγινε βασιλιάς σε ηλικία είκοσι ετών και βασίλεψε δεκαέξι χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Δεν έκανε όμως το σωστό ενώπιον του Κυρίου, όπως είχε κάνει ο Δαβίδ ο πρόγονός του.

2 Ακολούθησε το κακό παράδειγμα των βασιλιάδων του Ισραήλ. Κατασκεύασε είδωλα από χυτό μέταλλο για να λατρεύει τους θεούς των Χαναναίων

3 και θυμίασε στην κοιλάδα Εννόμ·επίσης πρόσφερε τους γιους του ολοκαύτωμα στα είδωλα σύμφωνα με τα βδελυρά έθιμα των εθνών εκείνων, που ο Κύριος τα είχε διώξει από τη χώρα τους για να κατοικήσουν οι Ισραηλίτες.

4 Επίσης πρόσφερε θυσίες και θυμιάματα στους ιερούς τόπους πάνω στους λόφους, κάτω από τις σκιές των δέντρων.

5 Γι’ αυτό κι ο Κύριος, ο Θεός του, τον παρέδωσε στην εξουσία των εχθρών του: Τον νίκησε ο βασιλιάς των Συρίων· οι Σύριοι πήραν πολλούς αιχμαλώτους και τους έφεραν στη Δαμασκό. Επίσης τον νίκησε ο βασιλιάς του Ισραήλ Φεκάχ, γιος του Ρεμαλία, ο οποίος με μεγάλη σφαγή

6 εξόντωσε σε μία μέρα εκατόν είκοσι χιλιάδες άντρες του Ιούδα, που ήταν όλοι γενναίοι πολεμιστές. Αυτό συνέβη επειδή ο λαός του Ιούδα εγκατέλειψαν τον Κύριο το Θεό των προγόνων τους.

7 Ο Ζιχρί, ένας Εφραϊμίτης ήρωας, σκότωσε το Μαασεΐα, γιο του βασιλιά,τον Αζρικάμ, αρχηγό του παλατιού και τον Ελκανά, δεύτερον μετά το βασιλιά.

8 Ο στρατός του Ισραήλ συνέλαβε από το λαό του Ιούδα διακόσιες χιλιάδες αιχμαλώτους, γυναίκες και παιδιά· πήραν ακόμη πολλά λάφυρα και τα έφεραν όλα στη Σαμάρεια.

Η απόδοση των αιχμαλώτων

9 Στη Σαμάρεια ήταν ένας προφήτης του Κυρίου, που ονομαζόταν Ωδήδ. Αυτός συνάντησε το στράτευμα που κατευθυνόταν στην πόλη και τους είπε: «Ο Κύριος, ο Θεός των προγόνων σας, από το θυμό του εναντίον του Ιούδα, τους παρέδωσε όλους αυτούς στην εξουσία σας. Αλλά εσείς τους σφάξατε με μανία τέτοια, που ο απόηχός της έφτασε μέχρι τον ουρανό.

10 Και τώρα σκεφτόσαστε να υποτάξετε το λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ για να τους έχετε δούλους σας. Εσείς δεν αμαρτάνετε ενάντια στον Κύριο το Θεό σας;

11 Τώρα, λοιπόν, ακούστε με και επιστρέψτε τους αιχμαλώτους που συλλάβατε από τους συμπατριώτες σας, γιατί ο φοβερός θυμός του Κυρίου έρχεται κατά πάνω σας».

12 Τότε, μερικοί από τους αρχηγούς των Εφραϊμιτών, ο Αζαρίας γιος του Ιωχανάν, ο Βαραχίας γιος του Μεσιλλεμώθ, ο Εζεκίας γιος του Σαλλούμ και ο Αμασά γιος του Χαλδαΐ, ξεσηκώθηκαν εναντίον αυτών που έρχονταν από την εκστρατεία:

13 «Δε θα φέρετε εδώ τους αιχμαλώτους!» τους είπαν. «Αρκετά μεγάλη είναι η αμαρτία μας ενώπιον του Κυρίου και ο θυμός του φοβερός εναντίον του Ισραήλ. Γιατί θέλετε να προσθέσουμε κι άλλες αμαρτίες σ’ αυτές που ήδη έχουμε διαπράξει;»

14 Έτσι, μπροστά στους άρχοντες και σ’ όλη τη συγκέντρωση οι πολεμιστές άφησαν ελεύθερους τους αιχμαλώτους κι επίσης εγκατέλειψαν τα λάφυρα.

15 Ορίστηκαν ονομαστικά άντρες, οι οποίοι ανέλαβαν τους αιχμαλώτους και έντυσαν με ρούχα από τα λάφυρα όσους ήταν γυμνοί. Τους έβαλαν υποδήματα, τους έδωσαν να φάνε και να πιουν και τους άλειψαν με λάδι. Όσους ήταν εξαντλημένοι τους ανέβασαν στα γαϊδούρια και τους μετέφεραν στους συγγενείς τους στην Ιεριχώ, την πόλη με τις φοινικιές. Έπειτα οι Ισραηλίτες επέστρεψαν στην Σαμάρεια.

Ο Άχαζ ζητάει τη βοήθεια της Ασσυρίας

16 Εκείνο τον καιρό ο βασιλιάς Άχαζ ζήτησε βοήθεια από το βασιλιά της Ασσυρίας,

17 γιατί οι Εδωμίτες ήρθαν πάλι και επιτεθήκαν στο λαό του Ιούδα και πήραν αιχμαλώτους.

18 Την ίδια εποχή οι Φιλισταίοι όρμησαν στις πόλεις της πεδινής και νότιας χώρας του Ιούδα και κυρίεψαν τη Βαιθ-Σεμές, την Αϊλών και τη Γεδηρώθ. Επίσης κατέλαβαν τις πόλεις Σοχώ, Τιμνά και Γιμζώ με τα περίχωρά τους και εγκαταστάθηκαν σ’ αυτές.

19 Ο Κύριος ταπείνωσε το λαό του Ιούδα εξαιτίας του βασιλιά του ΙούδαΆχαζ, ο οποίος τους έκανε ν’ αμαρτήσουν, αλλά κι ο ίδιος προσωπικά πρόσβαλε κατάφωρα τον Κύριο.

20 Ο Τιγλάθ-Πιλέσερ, βασιλιάς της Ασσυρίας, αντί να βοηθήσει τον Άχαζ, επιτέθηκε εναντίον του και τον έφερε σε απελπιστική θέση.

21 Τότε, ο Άχαζ αναγκάστηκε ν’ αφαιρέσει μέρος από τους θησαυρούς του ναού του Κυρίου, του βασιλικού ανακτόρου και των αρχόντων του και να τα δώσει στο βασιλιά της Ασσυρίας, ο οποίος όμως τελικά δεν τον βοήθησε.

22 Τον καιρό της απελπισίας του ο βασιλιάς Άχαζ ασέβησε ακόμα περισσότερο στον Κύριο:

23 Θυσίαζε στους θεούς της Δαμασκού, μολονότι αυτοί τον είχαν νικήσει. «Αυτοί οι θεοί», έλεγε, «των Συρίων βασιλιάδων, βοηθάνε τους λαούς τους. Θα θυσιάσω, λοιπόν, κι εγώ σ’ αυτούς, για να με βοηθήσουν». Αυτοί όμως έγιναν η καταστροφή του ίδιου και του λαού του.

24 Επιπλέον ο Άχαζ συγκέντρωσε τα ιερά σκεύη του ναού, τα κομμάτιασε και σφράγισε τις πόρτες του ναού του Κυρίου. Στη συνέχεια διέταξε και κατασκεύασαν θυσιαστήρια σε κάθε γωνιά στους δρόμους της Ιερουσαλήμ.

25 Σε κάθε πόλη του Ιούδα καθιέρωσε ιερούς τόπους για να θυμιάζει στους ξένους θεούς και εξόργισε έτσι τον Κύριο, το Θεό των προγόνων του.

26 Η υπόλοιπη ιστορία του Άχαζ, από την αρχή ως το τέλος, είναι καταχωρισμένη στο βιβλίο των βασιλιάδων του Ιούδα και του Ισραήλ. Εκεί αναφέρονται όλα τα έργα του.

27 Όταν πέθανε, τον έθαψαν στην πόλη της Ιερουσαλήμ· δεν τον έφεραν όμως στους τάφους των βασιλιάδων του Ισραήλ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Εζεκίας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/28-63e50e7c35bc095fba905115aeff0094.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 29

Ο βασιλιάς Εζεκίας εξαγνίζει το ναό

1 Ο Εζεκίας έγινε βασιλιάς σε ηλικία είκοσι πέντε ετών και βασίλεψε είκοσι εννιά χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Αβιά και ήταν κόρη του Ζαχαρία.

2 Αυτός έπραξε το σωστό ενώπιον του Κυρίου, όπως ακριβώς είχε κάνει ο Δαβίδ, ο πρόγονός του.

3 Τον πρώτο μήνα του πρώτου έτους της βασιλείας του, άνοιξε τις πόρτες του ναού του Κυρίου και τις επισκεύασε.

4 Έπειτα κάλεσε τους ιερείς και τους λευίτες και τους συγκέντρωσε στην ανατολική αυλή του ναού.

5 «Ακούστε με, λευίτες!» τους είπε, «εξαγνιστείτε τώρα κι εξαγνίστε και το ναό του Κυρίου, του Θεού των προγόνων σας· πετάξτε μακριά κάθε μιαρό αντικείμενο.

6 Οι πατεράδες μας ασέβησαν και έπραξαν ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο το Θεό μας. Τον εγκατέλειψαν, αδιαφόρησαν για την κατοικία του και του γύρισαν τα νώτα.

7 Σφράγισαν ακόμη και τις πόρτες του ναού, έσβησαν τους λύχνους και δε θυμίαζαν ούτε πρόσφεραν πια ολοκαυτώματα στο αγιαστήριο του Θεού του λαού Ισραήλ.

8 Γι’ αυτό ξέσπασε η οργή του Κυρίου ενάντια στο λαό του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, και τους έκανε ώστε όσοι τους βλέπουν να τρομάζουν, να νιώθουν φρίκη και να τους χλευάζουν, όπως κι εσείς το βλέπετε με τα ίδια σας τα μάτια.

9 Γι’ αυτό οι πατεράδες σας σκοτώθηκαν στον πόλεμο και οι γυναίκες μας και τα παιδιά μας σύρθηκαν στην αιχμαλωσία.

10 Τώρα, λοιπόν, θέλω να κάνω διαθήκη με τον Κύριο, το Θεό του Ισραήλ, για να πάψει να είναι οργισμένος μαζί μας.

11 Μη δείξετε αδιαφορία, παιδιά μου, γιατί εσάς διάλεξε ο Κύριος να στέκεστε ενώπιόν του, έτοιμοι να τον υπηρετείτε ως λειτουργοί του και να του προσφέρετε θυμίαμα».

12 Τότε σηκώθηκαν μπροστά οι παρακάτω λευίτες: Από τους απογόνους των Κααθιτών: οι Μαχάθ, γιος του Αμασαΐ και Ιωήλ, γιος του Αζαρία· από τους απογόνους των Μεραριτών: οι Κις, γιος του Αβδί και Αζαρίας, γιος του Ιαλλελεήλ· από τους απογόνους των Γηρσωνιτών: οι Ιωάχ, γιος του Ζιμμά και Εδέν, γιος του Ιωάχ.

13 Από τους απογόνους του Ελισαφάν: οι Σιμρί και Ιεϊήλ· από τους απογόνους του Ασάφ: οι Ζαχαρίας και Ματανίας·

14 από τους απογόνους του Αιμάν: οι Ιεχιήλ και Σιμεΐ· από τους απογόνους του Ιεδουθούν: οι Σεμαΐας και Ουζζιήλ.

15 Αυτοί συγκέντρωσαν τα μέλη των αντίστοιχων συγγενειών τους και αφού εξαγνίστηκαν όλοι, πήγαν να εξαγνίσουν το ναό του Κυρίου με διαταγή του βασιλιά, σύμφωνα με τους λόγους του Κυρίου.

16 Οι ιερείς μπήκαν στο ναό για να εξαγνίσουν το εσωτερικό του. Αφού έβγαλαν έξω στην αυλή του ναού όλα τα μιαρά αντικείμενα που βρήκαν, τα πήραν οι λευίτες και τα μετέφεραν έξω από την πόλη, στο χείμαρρο των Κέδρων.

17 Την πρώτη μέρα του πρώτου μήνα άρχισαν τον εξαγνισμό του ναού του Κυρίου και την όγδοη μέρα έφτασαν στον πρόναο. Έτσι, ολοκλήρωσαν την κάθαρση σε οχτώ ημέρες· τη δέκατη έκτη του πρώτου μήνα είχαν τελειώσει.

18 Έπειτα οι λευίτες ήρθαν στα ανάκτορα, παρουσιάστηκαν στο βασιλιά Εζεκία και του είπαν: «Εξαγνίσαμε όλο το ναό του Κυρίου, το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος κι όλα τα σκεύη του, την τράπεζα της προθέσεως και όλα τα σκεύη της.

19 Όλα τα σκεύη που είχε μολύνει ο ασεβής βασιλιάς Άχαζ την εποχή της βασιλείας του, τα αγιάσαμε και είναι έτοιμα. Βρίσκονται τώρα τοποθετημένα μπροστά στο θυσιαστήριο του Κυρίου».

Ο καθαγιασμός του ναού

20 Την άλλη μέρα το πρωί σηκώθηκε ο βασιλιάς Εζεκίας, συγκέντρωσε τους άρχοντες της πόλης και ανέβηκε στο ναό του Κυρίου.

21 Έφεραν να θυσιάσουν εφτά βόδια, εφτά κριάρια, εφτά αρνιά κι εφτά τράγους, για να επιτύχουν την εξιλέωση της αμαρτίας στη βασιλική οικογένεια, στο αγιαστήριο και στο λαό του Ιούδα. Ο βασιλιάς διέταξε τους ιερείς, τους απογόνους του Ααρών, να προσφέρουν τις θυσίες στο θυσιαστήριο του Κυρίου.

22 Οι ιερείς έσφαξαν τα βόδια και με το αίμα τους ράντισαν το θυσιαστήριο· μετά έσφαξαν τα κριάρια και τα αρνιά και κάθε φορά ράντιζαν με το αίμα τους το θυσιαστήριο.

23 Τέλος έφεραν μπροστά στο βασιλιά και στη συγκέντρωση τους τράγους για τη θυσία εξιλέωσης· ο βασιλιάς και οι συγκεντρωμένοι έβαλαν τα χέρια τους πάνω σ’ αυτούς.

24 Οι ιερείς τούς έσφαξαν και έχυσαν το αίμα τους στο θυσιαστήριο για να επιτύχουν την εξιλέωση της αμαρτίας όλου του λαού. Ο βασιλιάς είχε διατάξει να προσφερθεί το ολοκαύτωμα και η θυσία εξιλέωσης για λογαριασμό όλου του λαού.

25 Έπειτα ο βασιλιάς τοποθέτησε τους λευίτες στο ναό του Κυρίου με κύμβαλα, με άρπες και με κιθάρες, όπως τα είχε καθιερώσει ο Δαβίδ και οι Βλέποντες του βασιλιά Γαδ και Νάθαν, οι οποίοι ως προφήτες του Κυρίου είχαν μεταβιβάσει σχετική εντολή του.

26 Οι λευίτες πήραν θέσεις κρατώντας τα μουσικά όργανα, που είχαν κατασκευαστεί επί Δαβίδ, και οι ιερείς κρατώντας σάλπιγγες.

27 Ο Εζεκίας διέταξε να προσφέρουν το ολοκαύτωμα στο θυσιαστήριο· κι όταν άρχισε η προσφορά του ολοκαυτώματος, άρχισαν οι ιερείς και οι λευίτες να ψάλλουν προς τιμήν του Κυρίου με τη συνοδεία των σαλπίγγων και των μουσικών οργάνων του Δαβίδ, βασιλιά των Ισραηλιτών.

28 Τότε όλη η σύναξη προσκύνησε, ενώ οι ψάλτες έψαλλαν και οι σαλπιγκτές σάλπιζαν. Αυτό συνεχίστηκε μέχρις ότου τέλειωσε το ολοκαύτωμα.

29 Μετά ο βασιλιάς και όλοι οι παρευρισκόμενοι έσκυψαν και προσκύνησαν.

30 Ο βασιλιάς Εζεκίας και οι άρχοντες παρότρυναν τους λευίτες να συνεχίσουν να ψάλλουν στον Κύριο τους ψαλμούς του Δαβίδ και του Ασάφ, του Βλέποντος.

Έτσι, αφού έψαλαν με χαρά, έσκυψαν όλοι τα κεφάλια τους και προσκύνησαν το Θεό.

31 Τότε, ο βασιλιάς πήρε το λόγο και είπε στο λαό: «Τώρα που έχετε εξαγνιστεί ενώπιον του Κυρίου, πλησιάστε να προσφέρετε θυσίες κι ευχαριστήριες προσφορές στο ναό του Κυρίου». Έτσι όλοι οι συγκεντρωμένοι άρχισαν να προσφέρουν θυσίες και ευχαριστήριες προσφορές· κι αν κανένας ήθελε, πρόσφερε και ολοκαυτώματα.

32 Ο αριθμός των ολοκαυτωμάτων που πρόσφερε η σύναξη στον Κύριο ήταν εβδομήντα βόδια, εκατό κριάρια και διακόσια αρνιά.

33 Τα ζώα που προσφέρθηκαν για τις άλλες θυσίες ήταν εξακόσια βόδια και τρεις χιλιάδες πρόβατα.

34 Οι ιερείς όμως ήταν λίγοι και δεν προλάβαιναν να γδέρνουν όλα τα ζώα που προορίζονταν για τα ολοκαυτώματα· γι’ αυτό οι συγγενείς τους λευίτες τους βοήθησαν μέχρις ότου τελείωσε το έργο και μέχρις ότου εξαγνίστηκαν και άλλοι ιερείς· οι λευίτες ήταν πιο πρόθυμοι να εξαγνιστούν παρά οι ιερείς.

35 Ακόμα, εκτός του μεγάλου αριθμού των ολοκαυτωμάτων, προσφέρθηκαν και τα παχειά μέρη των θυσιών κοινωνίας και οι σπονδές για κάθε ολοκαύτωμα.

Έτσι ξανάρχισε η λατρεία στο ναό του Κυρίου.

36 Ο Εζεκίας κι όλος ο λαός ήταν πανευτυχείς για τα όσα είχε κάνει γι’ αυτούς ο Θεός, και γιατί οι μεταρρυθμίσεις αυτές είχαν γίνει χωρίς καθυστέρηση.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/29-a5f29ee39a6bd28b0f30c39e8f3cc98f.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄)

Β΄ ΧΡΟΝΙΚΩΝ (Ή ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β΄) 30

Προετοιμασία για τον εορτασμό του Πάσχα

1-5 Ο βασιλιάς Εζεκίας συζήτησε με τους άρχοντές του και με όλη τη σύναξη της Ιερουσαλήμ, αν θα μπορούσαν να γιορτάσουν το Πάσχα το δεύτερο μήνα του χρόνου. Δεν είχαν μπορέσει να το γιορτάσουν στον κανονικό μήνα,γιατί οι ιερείς δεν είχαν όλοι εξαγνιστεί, ούτε ο λαός είχε συγκεντρωθεί ακόμα στην Ιερουσαλήμ. Το σχέδιο άρεσε στο βασιλιά και σ’ όλους τους συγκεντρωμένους, κι έτσι αποφάσισαν να προσκαλέσουν όλο το λαό του Ισραήλ, από Δαν έως Βέερ-Σεβά,να έρθουν στην Ιερουσαλήμ να γιορτάσουν το Πάσχα προς τιμήν του Κυρίου, του Θεού του Ισραήλ, γιατί είχαν πολύν καιρό να γιορτάσουν όλοι μαζί σύμφωνα με τη Γραφή. Ο βασιλιάς, λοιπόν, έστειλε αγγελιοφόρους σε όλες τις περιοχές του Ισραήλ και του Ιούδα κι επίσης έγραψε επιστολές στις φυλές Εφραΐμ και Μανασσή και προσκαλούσε όλο το λαό να έρθουν στο ναό να γιορτάσουν το Πάσχα του Κυρίου.

6 Οι ταχυδρόμοι πήγαν σε όλες τις περιοχές του Ιούδα και του Ισραήλ με τις επιστολές που τις υπέγραφε ο βασιλιάς και οι άρχοντες, και διακήρυτταν σύμφωνα με διαταγή του βασιλιά: «Ισραηλίτες, εσείς που γλιτώσατε από τους Ασσυρίους, επιστρέψτε τώρα στον Κύριο το Θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ,και θα επιστρέψει κι εκείνος σ’ εσάς!

7 Μην κάνετε ό,τι έκαναν οι πατεράδες σας και τ’ αδέρφια σας, που ασέβησαν στον Κύριο το Θεό των προγόνων τους. Βλέπετε πώς ο Κύριος σχεδόν τους εξαφάνισε.

8 Μη γίνεστε πεισματάρηδες σαν τους προγόνους σας, αλλά υποταχθείτε στον Κύριο το Θεό. Ελάτε και λατρέψτε τον στο ναό που αυτός αγίασε για πάντα, για να πάψει να είναι θυμωμένος μαζί σας.

9 Αν εσείς επιστρέψετε στον Κύριο, τότε εκείνοι που έχουν αιχμαλωτίσει τους συμπατριώτες σας και τα μέλη των οικογενειών σας, θα τους μεταχειριστούν ευνοϊκά και θα τους ξαναστείλουν πίσω σ’ αυτήν εδώ τη χώρα. Πράγματι, ο Κύριος ο Θεός σας είναι σπλαχνικός και φιλάνθρωπος και θα πάψει να σας αποστρέφεται, αν επιστρέψετε σ’ αυτόν».

10 Οι αγγελιοφόροι πέρασαν από πόλη σε πόλη από τις περιοχές των φυλών Εφραΐμ και Μανασσή μέχρι και τη φυλή Ζαβουλών, αλλά εκείνοι τους περιγελούσαν και τους ειρωνεύονταν.

11 Μόνο λίγοι από τις φυλές Ασήρ, Μανασσή και Ζαβουλών ταπεινώθηκαν και ήρθαν στην Ιερουσαλήμ.

12 Στο βασίλειο του Ιούδα ο Θεός βοηθούσε το λαό ώστε όλοι με μια καρδιά να υπακούουν στο λόγο του, εκτελώντας τις διαταγές του βασιλιά και των αρχόντων.

Ο Εζεκίας γιορτάζει το Πάσχα

13 Το δεύτερο μήνα συγκεντρώθηκε στην Ιερουσαλήμ πολύς λαός, για να γιορτάσει την εορτή των Αζύμων. Ήταν μια πάρα πολύ μεγάλη συγκέντρωση.

14 Πρώτα απ’ όλα σήκωσαν όλα τα θυσιαστήρια που υπήρχαν στην πόλη, μαζί και τα θυσιαστήρια του θυμιάματος και τα έριξαν στο χείμαρρο των Κέδρων.

15 Τη δέκατη τέταρτη μέρα του δεύτερου μήνα έσφαξαν τα αρνιά του Πάσχα. Οι ιερείς και οι λευίτες ντρέπονταν που ήταν ακάθαρτοι· εξαγνίστηκαν, λοιπόν, και πρόσφεραν ολοκαυτώματα στο ναό του Κυρίου.

16 Στέκονταν στις θέσεις τους, όπως πρόβλεπε ο κανονισμός, σύμφωνα με το νόμο του Μωϋσή, του ανθρώπου του Θεού. Οι ιερείς ράντιζαν με το αίμα, που το έπαιρναν από τα χέρια των λευιτών.

17 Επειδή στη συγκέντρωση υπήρχαν πολλοί που δεν είχαν εξαγνιστεί, οι λευίτες ανέλαβαν το σφάξιμο των αρνιών όσων δεν ήταν σε θέση να τα προσφέρουν οι ίδιοι στον Κύριο.

18-19 Ένα μεγάλο μέρος του λαού των φυλών Εφραΐμ, Μανασσή, Ισσάχαρ και Ζαβουλών δεν είχαν εξαγνιστεί, αλλά έφαγαν το πασχαλινό γεύμα παρά τα γεγραμμένα. Ο Εζεκίας όμως προσευχήθηκε γι’ αυτούς μ’ αυτά τα λόγια: «Κύριε, Θεέ των προγόνων μας, συγχώρησε με την καλοσύνη σου καθέναν που σε λατρεύει απ’ την καρδιά του, έστω κι αν δεν έκανε για τον εαυτό του τον εξαγνισμό που απαιτείται από το ναό».

20 Ο Κύριος άκουσε τον Εζεκία και δεν τιμώρησε το λαό.

21 Οι Ισραηλίτες, που βρέθηκαν στην Ιερουσαλήμ, γιόρτασαν την εορτή των Αζύμων για εφτά μέρες με πολλούς πανηγυρισμούς. Οι λευίτες και οι ιερείς υμνούσαν κάθε μέρα τον Κύριο ψάλλοντας σ’ αυτόν με δυνατά όργανα.

22 Ο Εζεκίας επαίνεσε όλους τους λευίτες για τη μεγάλη επιμέλεια με την οποία εκτέλεσαν την υπηρεσία τους ενώπιον του Κυρίου.

Μετά τις εφτά μέρες της γιορτής, όπου όλοι έτρωγαν και πρόσφεραν θυσίες κοινωνίας δοξολογώντας τον Κύριο, το Θεό των προγόνων τους,

23 η συγκέντρωση αποφάσισε να γιορτάσουν άλλες εφτά μέρες με πανηγυρισμούς· έτσι κι έκαναν.

24 Ο βασιλιάς του Ιούδα Εζεκίας πρόσφερε στη συγκέντρωση χίλια βόδια κι εφτά χιλιάδες πρόβατα· επίσης οι άρχοντες πρόσφεραν στη συγκέντρωση άλλα χίλια βόδια και δέκα χιλιάδες πρόβατα. Και πολλοί ιερείς εξαγνίστηκαν.

25 Όλοι ήταν πανευτυχείς: ο λαός του Ιούδα, οι ιερείς, οι λευίτες και όσοι είχαν έρθει από το βασίλειο του Ισραήλ. Επίσης οι ξένοι που είχαν έρθει ειδικά για τη γιορτή, τόσο από τον Ισραήλ όσο κι από τον Ιούδα.

26 Στην Ιερουσαλήμ έγιναν μεγάλοι πανηγυρισμοί. Από τον καιρό του Σολομώντα, γιου του Δαβίδ και βασιλιά του Ισραήλ, δεν είχε ξαναγίνει τέτοια γιορτή στην πόλη.

27 Μετά απ’ αυτά οι ιερείς-λευίτες σηκώθηκαν κι ευλόγησαν το λαό. Ο Θεός τούς άκουσε από το άγιο κατοικητήριό του στους ουρανούς κι απάντησε στην προσευχή τους.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2CH/30-641eefa27528b699ea5d546d878bef40.mp3?version_id=173—