Categories
Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄)

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄) 21

Η βασιλεία του Μανασσή στον Ιούδα

1 Ο Μανασσής ήταν δώδεκα ετών όταν έγινε βασιλιάς και βασίλεψε πενήντα πέντε χρόνια στην Ιερουσαλήμ· η μητέρα του ονομαζόταν Εφσιβά.

2 Ο Μανασσής έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, τηρώντας τα βδελυρά έθιμα των εθνών εκείνων, που ο Κύριος τα είχε διώξει από τη χώρα τους για να κατοικήσουν οι Ισραηλίτες.

3 Έθεσε πάλι σε λειτουργία τους ιερούς τόπους που τους είχε καταστρέψει ο πατέρας του ο Εζεκίας· κατασκεύασε θυσιαστήρια για το Βάαλ· έστησε μια ξύλινη λατρευτική στήλη, όπως είχε κάνει ο Αχαάβ, ο βασιλιάς του Ισραήλ· και πρόσφερε λατρεία στ’ αστέρια του ουρανού και τα προσκύνησε.

4 Επίσης έχτισε ειδωλολατρικά θυσιαστήρια μέσα στο ναό του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ, για τον οποίο ο Κύριος είχε πει: «Εκεί θα λατρεύεται το όνομά μου».

5 Έχτισε θυσιαστήρια για τ’ αστέρια του ουρανού στις δύο αυλές του ναού του Κυρίου.

6 Πρόσφερε το γιο του ολοκαύτωμα, ασκούσε μαντεία και μαγεία, προσέλαβε στην υπηρεσία του νεκρομάντεις και μάγους. Έκανε πολλά, με τα οποία δυσαρέστησε τον Κύριο και προκάλεσε την οργή του.

7 Επίσης ο Μανασσής κατασκεύασε ένα ξόανο της Ασερά και το έστησε μέσα στο ναό, για τον οποίον ο Κύριος είχε πει στο Δαβίδ και στο γιο του το Σολομώντα: «Στο ναό αυτόν και στην Ιερουσαλήμ, την πόλη που διάλεξα μέσα απ’ όλες τις φυλές του Ισραήλ, θα λατρεύεται το όνομά μου για πάντα.

8 Και αν οι Ισραηλίτες προσέχουν να κάνουν ακριβώς όλα όσα τους διέταξα, τηρώντας όλο το νόμο που τους έδωσε ο δούλος μου ο Μωυσής, δε θα τους υποχρεώσω πια να περιπλανιούνται έξω από τη χώρα που έδωσα στους προγόνους τους».

9 Αυτοί όμως δεν υπάκουσαν, κι ο Μανασσής τους παρέσυρε και έκαναν χειρότερα απ’ ό,τι τα έθνη εκείνα, που ο Κύριος τα είχε διώξει από τη χώρα τους για να κατοικήσουν οι Ισραηλίτες.

10 Τότε ο Κύριος έστειλε με τους δούλους του, τους προφήτες, αυτό το μήνυμα:

11 «Ο Μανασσής, βασιλιάς του Ιούδα, έπραξε όλες αυτές τις βδελυρές πράξεις κι έκανε πολύ φοβερότερα πράγματα από κείνα που είχαν κάνει στο παρελθόν οι Αμορραίοι· επίσης έγινε αιτία για το λαό του Ιούδα να αμαρτήσει με τα είδωλά του.

12 Γι’ αυτό εγώ ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, λέω: Θα προξενήσω τέτοια συμφορά στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα, ώστε όποιος τ’ ακούει, να του έρχεται ζάλη.

13 Θ’ απλώσω πάνω στην Ιερουσαλήμ το σχοινί με το οποίο μέτρησα τη Σαμάρεια, το μέτρο που μ’ αυτό μετρούσα την οικογένεια του Αχαάβ.Θα σκουπίσω την Ιερουσαλήμ από τους κατοίκους της, όπως σκουπίζουν το πιάτο κι ύστερα το γυρίζουν ανάποδα.

14 Θα εγκαταλείψω όσους θα έχουν επιζήσει από το λαό μου και θα τους παραδώσω στην εξουσία των εχθρών τους, οι οποίοι θα τους λαφυραγωγήσουν και θα τους απογυμνώσουν.

15 Επειδή έπραξαν ασταμάτητα το κακό ενώπιόν μου και με εξοργίζουν από την ημέρα που οι πρόγονοί τους βγήκαν από την Αίγυπτο, μέχρι σήμερα».

16 Ο βασιλιάς Μανασσής παρέσυρε στην αμαρτία του το λαό του Ιούδα, εξωθώντας τον να πράττει το κακό ενώπιον του Κυρίου. Κι επιπλέον σκότωσε τόσους αθώους, ώστε γέμισε την Ιερουσαλήμ με αίμα από τη μία άκρη ως την άλλη.

17 Η υπόλοιπη ιστορία του Μανασσή είναι καταχωρισμένη στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα. Εκεί αναφέρεται όλη η δράση του και η αμαρτία που έπραξε.

18 Ο Μανασσής πέθανε κι ενταφιάστηκε στον κήπο του ανακτόρου του, που ονομάζεται και «κήπος του Ουζζά». Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Αμών.

Η βασιλεία του Αμών στον Ιούδα

19 Ο Αμών ήταν είκοσι δύο ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε δύο χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Μεσουλλεμέθ και ήταν κόρη του Χαρούς, από την Ιοτεβά.

20 Ο Αμών έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως είχε κάνει κι ο πατέρας του ο Μανασσής.

21 Βάδισε στ’ αχνάρια του: Πρόσφερε λατρεία στα είδωλα που είχε προσφέρει κι εκείνος και τα προσκύνησε.

22 Εγκατέλειψε τον Κύριο, το Θεό των προγόνων του· δε συμπεριφέρθηκε όπως ήθελε εκείνος.

23 Τελικά, οι αξιωματούχοι του συνωμότησαν εναντίον του και τον θανάτωσαν μέσα στο παλάτι.

24 Ο λαός όμως της χώρας σκότωσε τους συνωμότες κι έκανε βασιλιά στη θέση του Αμών το γιο του τον Ιωσία.

25 Όλη η υπόλοιπη ιστορία του Αμών είναι καταχωρισμένη στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα.

26 Τον έθαψαν στον τάφο του, στον «κήπο του Ουζζά». Στη θέση του έγινε βασιλιάς ο Ιωσίας, ο γιος του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2KI/21-1a842d2e13d0f8210fd624d062437fe8.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄)

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄) 22

Ο Ιωσίας και το βιβλίο του νόμου

1 Ο Ιωσίας ήταν οχτώ ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ τριάντα ένα χρόνια. Η μητέρα του ονομαζόταν Ιεδιδά και ήταν κόρη του Αδαΐα, από τη Βοσκάθ.

2 Ο Ιωσίας έπραξε το σωστό ενώπιον του Κυρίου ακολουθώντας απαρέγκλητα το παράδειγμα του Δαβίδ, του προγόνου του.

3 Το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας του, ο Ιωσίας έστειλε το γραμματέα Σαφάν, γιο του Ασαλία κι εγγονό του Μεσουλλάμ, στο ναό του Κυρίου, με την εξής εντολή:

4 «Πήγαινε στο Χελκία, τον αρχιερέα, και ζήτησέ του να μετρήσει τα χρήματα που μπήκαν στο ναό, που οι φρουροί της πύλης τα εισέπραξαν από το λαό.

5 Να τα δώσουν στους εργολάβους που επιστατούν στις επισκευές του ναού του Κυρίου, για να πληρώσουν τους εργάτες,

6 δηλαδή τους ξυλουργούς, τους τεχνίτες και τους χτίστες, και για ν’ αγοράσουν ξυλεία και πελεκητές πέτρες για τις επισκευές.

7 Αλλά κανείς δε θα τους ζητάει λογαριασμό σχετικά με τα χρήματα που τους δίνονται, γιατί αυτοί τα διαχειρίζονται τίμια».

8 Τότε ο αρχιερέας ανακοίνωσε στο Σαφάν ότι βρήκε το βιβλίο του νόμουστο ναό του Κυρίου. Του το έδωσε μάλιστα και το διάβασε.

9 Ο Σαφάν παρουσιάστηκε στο βασιλιά και του ανέφερε: «Οι δούλοι σου μάζεψαν τα χρήματα που βρέθηκαν στο ναό και τα παρέδωσαν στους εργολάβους που επιστατούν στο ναό του Κυρίου.

10 Ο αρχιερέας Χελκίας», είπε μετά, «μου έδωσε ένα βιβλίο». Και το διάβασε μπροστά στο βασιλιά.

Ο Ιωσίας τρομοκρατείται

11 Μόλις ο βασιλιάς Ιωσίας άκουσε τους λόγους του βιβλίου του νόμου, έσκισε τα ρούχα του.

12 Έδωσε αμέσως διαταγή στον αρχιερέα Χελκία, στον Αχικάμ γιο του Σαφάν, στον Αχβώρ γιο του Μιχαΐα, στον ίδιο το γραμματέα Σαφάν και στον Ασαΐα, έναν από τους υπασπιστές του βασιλιά:

13 «Πηγαίνετε», τους είπε, «και ρωτήστε τον Κύριο για μένα και για ολόκληρο το λαό του Ιούδα, σχετικά με τα λόγια αυτού του βιβλίου που βρήκατε. Πραγματικά, θα πρέπει να είναι μεγάλη η οργή του Κυρίου εναντίον μας, γιατί οι πρόγονοί μας δεν έδωσαν σημασία στα λόγια που είναι γραμμένα σ’ αυτό το βιβλίο και δεν τα εφάρμοσαν».

14 Τότε ο αρχιερέας Χελκίας, ο Αχικάμ, ο Αχιβώρ, ο Σαφάν και ο Ασαΐας, πήγαν και μίλησαν σχετικά στην προφήτισσα Χούλδα, που κατοικούσε στη νέα συνοικία της Ιερουσαλήμ. Αυτή ήταν γυναίκα του Σαλλούμ, του ιματιοφύλακα, γιου του Τικβά κι εγγονού του Αράς.

15-16 Εκείνη τους απάντησε:

«Να πείτε στον άνθρωπο που σας έστειλε σ’ εμένα ότι ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ, λέει: “θα προξενήσω κακό σ’ αυτό τον τόπο και στους κατοίκους του, δηλαδή θα πραγματοποιήσω όλα όσα λέει το βιβλίο που διάβασε ο βασιλιάς του Ιούδα.

17 Επειδή με εγκατέλειψαν και πρόσφεραν θυμίαμα σ’ άλλους θεούς και με εξόργισαν με τις πράξεις τους, γι’ αυτό έχει ανάψει η οργή μου ενάντια σ’ αυτόν τον τόπο, χωρίς και πάλι να ικανοποιηθεί”.

18-19 Και στο βασιλιά του Ιούδα, που σας έστειλε να ρωτήσετε τον Κύριο, να του πείτε ότι ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: “εσύ άκουσες προσεκτικά τα λόγια αυτού του βιβλίου. Άκουσες τα όσα είπα εναντίον αυτού του τόπου και των κατοίκων του, ότι θα ερημωθούν και τ’ όνομά τους θα χρησιμοποιείται στις κατάρες. Κι αμέσως μετανόησες και ταπεινώθηκες, έσκισες τα ρούχα σουκαι έκλαψες ενώπιόν μου. Γι’ αυτό κι εγώ σε άκουσα.

20 Θα σ’ αφήσω να πεθάνεις ειρηνικά και θα μεταφερθείς στον τάφο σου, χωρίς να δουν τα μάτια σου όλες αυτές τις συμφορές που θα φέρω σ’ αυτόν εδώ τον τόπο”».

Ο Ιωσίας επιβάλλει το νέο νόμο

Οι απεσταλμένοι του βασιλιά τού έφεραν την απάντηση.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2KI/22-01afc6f84acaed39202273e8ea9d5afa.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄)

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄) 23

1 Τότε ο βασιλιάς έστειλε και συγκέντρωσε όλους τους πρεσβυτέρους του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ,

2 κι ανέβηκαν όλοι μαζί στο ναό του Κυρίου: Ο βασιλιάς, ο λαός του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, μικροί και μεγάλοι, οι ιερείς και οι προφήτες. Εκεί ο βασιλιάς διάβασε μπροστά τους όλους τους λόγους του βιβλίου της διαθήκης, που είχε βρεθεί στο ναό του Κυρίου.

3 Μετά ο βασιλιάς στάθηκε πλάι στο στύλο του ναού κι έκανε συμφωνία με τον Κύριο· έδωσε υπόσχεση ότι θα τον ακολουθεί και θα τηρεί τις εντολές του, τα προστάγματά του και τους νόμους του με όλη την καρδιά του και την ψυχή του, και ότι θα εφαρμόζει όλα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό το βιβλίο της διαθήκης. Και όλος ο λαός υποσχέθηκε να μείνει πιστός στη διαθήκη.

Η εξάλειψη της ειδωλολατρίας από την Ιερουσαλήμ

4 Έπειτα ο βασιλιάς Ιωσίας διέταξε τον αρχιερέα Χελκία και τους ιερείς της δεύτερης τάξης και τους φρουρούς της πύλης να βγάλουν από το ναό του Κυρίου όλα τα σκεύη που τα χρησιμοποιούσαν στη λατρεία του Βάαλ, της Ασερά και των άστρων του ουρανού. Τα πήραν έξω από την Ιερουσαλήμ και τα έκαψαν στην κοιλάδα των Κέδρων, και μετέφεραν τη στάχτη τους στη Βαιθήλ.

5 Ο Ιωσίας κατάργησε τους ειδωλολάτρες ιερείς, που οι βασιλιάδες του Ιούδα τούς είχαν διορίσει για να προσφέρουν θυσίες στους ιερούς τόπους των πόλεων του Ιούδα και γύρω από την Ιερουσαλήμ. Τους έδιωξε, γιατί πρόσφεραν θυσίες στο Βάαλ, στον ήλιο, στη σελήνη, στα ζώδια και στ’ αστέρια.

6 Με διαταγή του έβγαλαν και το ξόανο της Ασερά από το ναό του Κυρίου και το μετέφεραν έξω από την Ιερουσαλήμ, στην κοιλάδα των Κέδρων· εκεί το έκαψαν και τη στάχτη του τη σκόρπισαν στο δημόσιο νεκροταφείο.

7 Διέταξε επίσης και κατεδάφισαν τα σπίτια κοντά στο ναό του Κυρίου, που ανήκαν στους ιερόδουλους άντρες και γυναίκες· μέσα εκεί οι γυναίκες ύφαιναν χιτώνες για την Ασερά.

8 Έπειτα ο Ιωσίας κατεδάφισε τα ειδωλολατρικά θυσιαστήρια μπροστά από την πύλη, την οποία είχε χτίσει ο διοικητής της Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς. Ήταν τοποθετημένα αριστερά καθώς μπαίνει κανείς από την κυρίως πύλη. Έπειτα έφερε στην Ιερουσαλήμ όλους τους ιερείς από τις πόλεις του Ιούδα, και αχρήστεψε τους ιερούς τόπους, από τη Γεβά ως τη Βέερ-Σεβά,όπου αυτοί πρόσφεραν θυσίες.

9 Ωστόσο στους ιερείς αυτούς δεν επιτρεπόταν ν’ ανεβαίνουν και να προσφέρουν θυσίες στο θυσιαστήριο του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ, αλλά μπορούσαν να τρώνε άζυμα ψωμιά, από εκείνα που προσφέρονταν στους άλλους ιερείς.

10 Ο Ιωσίας αχρήστεψε τον ιερό τόπο της Τοφέθ,που βρισκόταν στην κοιλάδα Εννόμ,ώστε να μην μπορεί κανείς να προσφέρει εκεί το γιο του ή την κόρη του ολοκαύτωμα στον Μολόχ.

11 Απομάκρυνε και τα άλογα που οι βασιλιάδες του Ιούδα τα είχαν αφιερώσει στη λατρεία του ήλιου. Αυτά τα άλογα ήταν σταυλισμένα πλάι στην είσοδο του ναού του Κυρίου, σε παραπήγματα κοντά στο σπίτι του ευνούχου Νάθαν-Μελέχ. Ο Ιωσίας διάταξε και έκαψαν τις άμαξες του ήλιου.

12 Κατεδάφισε τα θυσιαστήρια που είχαν κατασκευάσει οι βασιλιάδες του Ιούδα στο δώμα των ανακτόρων, πάνω από τα διαμερίσματα του βασιλιά Άχαζ, καθώς κι εκείνα που είχε κατασκευάσει ο Μανασσής στις δύο αυλές του ναού του Κυρίου· τα κομμάτιασε και τη σκόνη τους την πέταξε στο χείμαρρο των Κέδρων.

13 Αχρήστεψε επίσης τους ιερούς τόπους που είχε καθιερώσει ο Σολομών, ο βασιλιάς του Ισραήλ, νότια του όρους των Ελαιών,για να τιμήσει την Αστάρτη, το βδέλυγμα των Σιδωνίων, τον Χεμώς, βδέλυγμα των Μωαβιτών και τον Μιλκώμ, βδέλυγμα των Αμμωνιτών.

14 Κατέστρεψε τις πέτρινες και τις ξύλινες λατρευτικές στήλες και σκέπασε τις ιερές θέσεις τους με οστά ανθρώπων.

Καταστροφή των ειδωλολατρικών ιερών στη χώρα

15 Επίσης ο Ιωσίας κατέστρεψε τον ιερό τόπο της Βαιθήλ, που τον είχε καθιερώσει ο Ιεροβοάμ, γιος του Ναβάτ, που είχε παρασύρει το λαό του Ισραήλ να αμαρτήσει. Έβαλε φωτιά στον ιερό τόπο, κατεδάφισε το θυσιαστήριο, έσπασε τις πέτρες τους και τις έκανε σκόνη· έκαψε και το ξόανο της Ασερά.

16 Όταν ο Ιωσίας έστρεψε το βλέμμα του και είδε το νεκροταφείο που ήταν στο βουνό, έστειλε και πήρε τα οστά από τους τάφους και τα έκαψε πάνω στο θυσιαστήριο. Έτσι το βεβήλωσε, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, που τον είχε εξαγγείλει ο άνθρωπος του Θεού, πολύ πριν, στη διάρκεια μιας γιορτής, τότε που ο βασιλιάς Ιεροβοάμ είχε σταθεί πλάι στο θυσιαστήριο.

Μετά ο βασιλιάς κοίταξε γύρω και είδε τον τάφο του προφήτη, που είχε πει αυτούς τους λόγους.

17 Ρώτησε, λοιπόν: «Τι επιτάφια πλάκα είναι εκείνη που φαίνεται εκεί;» Οι άνθρωποι της πόλης του απάντησαν: «Είναι ο τάφος του ανθρώπου του Θεού, που ήρθε από το βασίλειο του Ιούδα και κήρυξε αυτά τα λόγια, που τώρα εσύ πραγματοποίησες ενάντια στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ».

18 Τότε ο βασιλιάς είπε: «Αφήστε τον· κανείς να μη μετακινήσει τα οστά του». Έτσι δεν πείραξαν τα οστά εκείνου του προφήτη ούτε τα οστά του προφήτη που είχε έρθει από τη Σαμάρεια.

19 Ό,τι έκανε στη Βαιθήλ, ο Ιωσίας, το έκανε και στις πόλεις της Σαμάρειας: γκρέμισε όλα τα κτίσματα στους χώρους όπου λάτρευαν τα είδωλα. Τα είχαν χτίσει οι βασιλιάδες του Ισραήλ, προκαλώντας έτσι την οργή του Κυρίου.

20 Πάνω στα θυσιαστήρια των ιερών τόπων θυσίασε τους ίδιους τους ιερείς, που ιερουργούσαν εκεί, και έκαψε κόκαλα ανθρώπων πάνω σ’ αυτά.

Το πρώτο ομαδικό Πάσχα στην Ιερουσαλήμ

Έπειτα ο Ιωσίας γύρισε στην Ιερουσαλήμ,

21 κι έβγαλε διαταγή για όλο το λαό: «Γιορτάστε το Πάσχα», τους έλεγε, «για να τιμήσετε τον Κύριο, το Θεό σας, όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο αυτό της διαθήκης».

22 Πραγματικά, τέτοιο Πάσχα είχε να γιορταστεί από την εποχή που κυβερνούσαν τον Ισραήλ οι Κριτές· δεν το είχαν γιορτάσει έτσι ούτε την περίοδο των προηγούμενων βασιλιάδων του Ισραήλ και του Ιούδα.

23 Μόνο το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας του Ιωσία γιορτάστηκε τέτοιο Πάσχα για τον Κύριο στην Ιερουσαλήμ.

Η μεγάλη οργή του Κυρίου εναντίον του Ιούδα

24 Ο Ιωσίας εξαφάνισε επίσης από την Ιερουσαλήμ κι απ’ όλη τη χώρα του Ιούδα τους νεκρομάντεις και τους μάγους, τα ξόανα, τα είδωλα και όλα τα άλλα αντικείμενα που χρησίμευαν για τις λατρείες. Έτσι εκτέλεσε τους νόμους, τους γραμμένους στο βιβλίο που είχε βρει ο αρχιερέας Χελκίας στο ναό του Κυρίου.

25 Πριν από τον Ιωσία, δεν υπήρξε βασιλιάς σαν κι αυτόν, που να στράφηκε στον Κύριο με όλη την καρδιά του, την ψυχή του και τη δύναμή του, όπως το πρόσταζε ο νόμος του Μωυσή· ούτε αργότερα παρουσιάστηκε άλλος βασιλιάς σαν κι αυτόν.

26 Παρ’ όλα αυτά, ο Ιωσίας δεν μπόρεσε να κατευνάσει τη μεγάλη οργή του Κυρίου, που είχε ανάψει ενάντια στο λαό του Ιούδα, λόγω της συμπεριφοράς του βασιλιά Μανασσή.

27 Έτσι ο Κύριος είπε: «Δε θέλω να ξαναδώ μπροστά μου τον Ιούδα, όπως δε θέλω να ξαναδώ και τον Ισραήλ! Θα διώξω μακριά μου την πόλη που κάποτε διάλεξα, την Ιερουσαλήμ, και το ναό, όπου υποσχέθηκα να λατρεύεται εκεί το όνομά μου».

Θάνατος του Ιωσία και ο διάδοχός του

28 Όλη η υπόλοιπη ιστορία του Ιωσία και η δράση του είναι καταχωρισμένα στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα.

29 Στις μέρες του, ο Φαραώ Νεχώ της Αιγύπτου ήρθε με το στρατό του να υποστηρίξει το βασιλιά της Ασσυρίας, στον ποταμό Ευφράτη. Ο βασιλιάς Ιωσίας πήγε να αντιμετωπίσει τους Αιγυπτίους στη Μεγιδδώ, αλλά σκοτώθηκε στη μάχη.

30 Οι αξιωματούχοι του έβαλαν το πτώμα του σε μια άμαξα και τον μετέφεραν στην Ιερουσαλήμ όπου και τον έθαψαν στον τάφο του. Ο λαός πήρε τον Ιωάχαζ, γιο του Ιωσία, και τον έχρισε βασιλιά στη θέση του πατέρα του.

Η βασιλεία του Ιωάχαζ στον Ιούδα και η εκθρόνισή του

31 Ο Ιωάχαζ ήταν είκοσι τριών ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε μόνο τρεις μήνες στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Χαμουτάλ και ήταν κόρη του Ιερεμία,από τη Λιβνά.

32 Ο Ιωάχαζ έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως ακριβώς και οι πρόγονοί του.

33-34 Ο Φαραώ Νεχώ τον φυλάκισε στη Ριβλά, στη χώρα της Χαμάθ,για να μη βασιλέψει αυτός στην Ιερουσαλήμ. Βασιλιά στη θέση του πατέρα του έκανε τον Ελιακίμ, γιο του Ιωσία, και τον μετονόμασε σε Ιωακίμ.

Η χώρα υποχρεώθηκε να πληρώσει στο Φαραώ εκατό τάλαντα ασήμι και ένα τάλαντο χρυσάφι.

35 Ο Ιωακίμ, προκειμένου να εκπληρώσει την αξίωση του Φαραώ Νεχώ για ασήμι και χρυσάφι, αναγκάστηκε να επιβάλει φορολογία στη χώρα. Πήρε χρήματα από το λαό της χώρας, απ’ τον καθένα ανάλογα με την οικονομική του κατάσταση, και τα έδωσε στο Φαραώ.

36 Ο Ιωακίμ ήταν είκοσι πέντε ετών όταν διορίστηκε βασιλιάς, και βασίλεψε έντεκα χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Ζεβιδδά και ήταν κόρη του Πεδαΐα, από τη Ρουμά.

37 Ο Ιωακίμ έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως ακριβώς και οι πρόγονοί του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2KI/23-9727cf414db02b47f7d8fa0e5cb9c9c3.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄)

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄) 24

1 Στη διάρκεια της βασιλείας του Ιωακίμ ο Ναβουχοδονόσορ, βασιλιάς της Βαβυλώνας, κατέκτησε τη χώρα του Ιούδα και ο Ιωακίμ έγινε υποτελής του για τρία χρόνια· έπειτα επαναστάτησε εναντίον του.

2 Ο Κύριος όμως έστειλε κατά του Ιωακίμ επιδρομείς Βαβυλώνιους, Συρίους, Μωαβίτες και Αμμωνίτες· τους έστειλε εναντίον του Ιούδα για να τον καταστρέψουν, σύμφωνα με το λόγο του, που τον είχαν προαναγγείλει οι δούλοι του, οι προφήτες.

3 Πραγματικά, αυτά έγιναν μόνο με εντολή του Κυρίου ο οποίος ήθελε να εξαφανίσει το λαό του Ιούδα από μπροστά του, για τις αμαρτίες του βασιλιά Μανασσή,

4 ιδιαίτερα για τις αθρόες σφαγές αθώων ανθρώπων που είχε κάνει. Η Ιερουσαλήμ είχε πνιγεί τότε στο έγκλημα, έτσι που ο Κύριος δεν θέλησε να συγχωρήσει το Μανασσή.

5 Όλη η υπόλοιπη ιστορία του Ιωακίμ και η δράση του, είναι καταχωρισμένα στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα.

6 Όταν πέθανε ο Ιωακίμ, τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του ο Ιωαχίν.

7 Ο βασιλιάς της Αιγύπτου δεν ξαναβγήκε από τη χώρα του για επιδρομή, γιατί ο βασιλιάς της Βαβυλώνας είχε καταλάβει όλες τις χώρες που υπάγονταν στην αιγυπτιακή κυριαρχία, από τα βόρεια σύνορα της Αιγύπτου ως τον ποταμό Ευφράτη.

Ο Ιωαχίν και οι πρόκριτοι οδηγούνται αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα

8 Ο Ιωαχίν ήταν δεκαοχτώ ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε στην Ιερουσαλήμ τρεις μήνες. Η μητέρα του ονομαζόταν Νεχουστά και ήταν κόρη του Ελναθάν, από την Ιερουσαλήμ.

9 Ο Ιωαχίν έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως ακριβώς και ο πατέρας του.

10 Εκείνη την εποχή ο βαβυλωνιακός στρατός υπό τις διαταγές των αξιωματικών του βασιλιά Ναβουχοδονόσορ, ήρθαν και πολιόρκησαν την Ιερουσαλήμ.

11 Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας ήρθε κι ο ίδιος ο Ναβουχοδονόσορ στην πόλη.

12 Τότε ο βασιλιάς του Ιούδα Ιωαχίν παραδόθηκε στο βασιλιά της Βαβυλώνας, ο οποίος και τον αιχμαλώτισε. Μαζί του παραδόθηκαν η μητέρα του, οι αξιωματούχοι του, οι άρχοντές του και οι πρίγκιπές του. Αυτό συνέβη κατά το όγδοο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ.

13 Κι όπως ακριβώς το είχε προαναγγείλει ο Κύριος, ο Ναβουχοδονόσορ άρπαξε όλους τους θησαυρούς του ναού του Κυρίου και των βασιλικών ανακτόρων και κομμάτιασε όλα τα χρυσά σκεύη που είχε κατασκευάσει ο βασιλιάς Σολομών για τη λατρεία στο ναό.

14 Οδήγησε στην αιχμαλωσία όλους τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, τους άρχοντες, τους ξακουστούς πολεμιστές, δέκα χιλιάδες αιχμαλώτους, και όλους τους τεχνίτες ξυλουργούς και σιδηρουργούς· κανείς δεν απέμεινε από το λαό της χώρας παρά μόνο η φτωχότερη τάξη.

15 Ο Ναβουχοδονόσορ έφερε αιχμαλώτους από την Ιερουσαλήμ στη Βαβυλώνα, το βασιλιά Ιωαχίν, τη μητέρα του, τις γυναίκες του, τους αξιωματούχους του και τους προκρίτους της χώρας.

16 Επίσης συνέλαβε όλους τους πολεμιστές, που ήταν εφτά χιλιάδες και τους τεχνίτες ξυλουργούς και σιδηρουργούς, χίλιους άντρες όλους δυνατούς και ικανούς για πόλεμο, και τους μετέφερε αιχμαλώτους στη Βαβυλώνα.

17 Βασιλιά στη θέση του Ιωαχίν έκανε το Ματτανία, θείο του Ιωαχίν, και άλλαξε το όνομά του σε Σεδεκία.

Η βασιλεία του Σεδεκία

18 Ο Σεδεκίας ήταν είκοσι ενός ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε έντεκα χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του ονομαζόταν Χαμουτάλ και ήταν κόρη του Ιερεμία,από τη Λιβνά.

19 Ο Σεδεκίας έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως ακριβώς και ο Ιωαχίν.

20 Αυτό εξόργισε τον Κύριο ενάντια στην Ιερουσαλήμ και στον Ιούδα τόσο, που τους έδιωξε από μπροστά του.

Η πτώση της Ιερουσαλήμ

Ο Σεδεκίας επαναστάτησε εναντίον του Ναβουχοδονόσορ, βασιλιά της Βαβυλώνας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2KI/24-5d8c3e8b5882384c9aa920499d905c2b.mp3?version_id=173—

Categories
Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄)

Β΄ ΒΑΣΙΛΕΩΝ (ή ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ΄) 25

1 Έτσι, τη δέκατη μέρα του δέκατου μήνα, του ένατου έτους της βασιλείας του Σεδεκία, ο Ναβουχοδονόσορ ήρθε με όλο το στρατό του στην Ιερουσαλήμ· στρατοπέδευσε απέναντί της, και κατασκεύασε πολιορκητικό τείχος γύρω από την πόλη.

2 Η πολιορκία κράτησε ως το ενδέκατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία,

3 οπότε έπεσε πολύ μεγάλη πείνα στην πόλη· δεν υπήρχε καθόλου τροφή για τους κατοίκους της.

Τότε, την ένατη μέρα του τέταρτου μήνα,

4 οι Βαβυλώνιοι έκαναν ένα άνοιγμα στο τείχος της πόλης. Τη νύχτα, ο βασιλιάςκαι οι πολεμιστές του Ιούδα βγήκαν από το διάδρομο που ένωνε τα δύο τείχη, πέρασαν κοντά από το βασιλικό κήπο και πήραν το δρόμο προς την κοιλάδα του Ιορδάνη, παρ’ όλο που οι Βαβυλώνιοι είχαν περικυκλώσει την πόλη.

5 Αλλά ο βαβυλωνιακός στρατός καταδίωξε το βασιλιά και τον πρόφτασε στις πεδιάδες της Ιεριχώ· τότε όλοι οι στρατιώτες του τον εγκατέλειψαν και διασκορπίστηκαν.

6 Οι Βαβυλώνιοι συνέλαβαν το Σεδεκία και τον έφεραν στο βασιλιά της Βαβυλώνας στη Ριβλά, κι εκείνος έβγαλε καταδικαστική απόφαση εναντίον του.

7 Έσφαξε τους γιους του μπροστά στα μάτια του· μετά τον τύφλωσαν, τον έδεσαν με αλυσίδες και τον πήραν στη Βαβυλώνα.

8 Την έβδομη μέρα του πέμπτου μήνα, το δέκατο ένατο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ, βασιλιά της Βαβυλώνας, ήρθε στην Ιερουσαλήμ ο Νεβουζαραδάν, αρχηγός της σωματοφυλακής του.

9 Αυτός έβαλε φωτιά στο ναό του Κυρίου, στα ανάκτορα και σ’ όλα τα σπίτια της Ιερουσαλήμ, ιδιαίτερα στα αρχοντικά της πόλης.

10 Τα βαβυλωνιακά στρατεύματα που τον ακολουθούσαν γκρέμισαν τα τείχη της Ιερουσαλήμ.

11 Και έσυρε ο Νεβουζαραδάν στην αιχμαλωσία το υπόλοιπο του λαού, που είχε απομείνει στην πόλη, όλους όσοι είχαν αυτομολήσει προς το βασιλιά της Βαβυλώνας.

12 Αλλά μερικούς από τους φτωχότερους της χώρας τούς άφησε πίσω για να καλλιεργούν τα αμπέλια και τα χωράφια.

13 Οι Βαβυλώνιοι έσπασαν τους χάλκινους στύλους του ναού του Κυρίου, τις βάσεις και τη χάλκινη λεκάνη, και μετέφεραν τον χαλκό τους στη Βαβυλώνα.

14 Επίσης πήραν τους λέβητες, τα φτυάρια, τα λυχνοψάλιδα, τα θυμιατήρια και όλα τα χάλκινα σκεύη που χρησίμευαν για τη λατρεία στο ναό.

15 Επίσης πήραν τις σχάρες και τις λεκάνες και γενικά ό,τι ήταν χρυσό ή ασημένιο –το πήραν για το χρυσάφι και το ασήμι.

16 Ήταν αδύνατο να ζυγιστεί ο χαλκός όλων αυτών των αντικειμένων, δηλαδή των δύο στύλων, της χάλκινης λεκάνης και των βάσεων, που τα είχε κατασκευάσει ο Σολομώντας για το ναό του Κυρίου.

17 Το ύψος του κάθε στύλου ήταν δεκαοχτώ πήχεις και στην κορυφή του υπήρχε ένα χάλκινο κιονόκρανο. Το ύψος του κιονόκρανου ήταν τρεις πήχεις και ήταν διακοσμημένο με δικτυωτό και ρόδια ολόγυρα, όλα από χαλκό. Οι δύο στύλοι και τα δικτυωτά ήταν πανομοιότυπα.

18 Ο αρχηγός της σωματοφυλακής συνέλαβε τον αρχιερέα Σεραΐα, το δεύτερο στην ιεραρχία ιερέα Σοφονία, και τους τρεις φρουρούς της πύλης του ναού.

19 Επίσης από την πόλη συνέλαβε έναν αξιωματούχο επικεφαλής των πολεμιστών και πέντε άντρες από τους προσωπικούς συμβούλους του βασιλιά, που βρίσκονταν στην Ιερουσαλήμ, το γραμματέα του αρχιστράτηγου, που ήταν υπεύθυνος για τη στρατολόγηση των αντρών, καθώς κι εξήντα άντρες από τους κατοίκους της πόλης.

20 Ο Νεβουζαραδάν τους έφερε στον βασιλιά της Βαβυλώνας, στη Ριβλά.

21 Κι εκείνος έδωσε διαταγή και τους σκότωσαν εκεί στη Ριβλά, στη χώρα της Χαμάθ.

Έτσι, ο λαός του Ιούδα οδηγήθηκε στην αιχμαλωσία, μακριά από τη χώρα του.

Όσοι απέμειναν φεύγουν στην Αίγυπτο

22 Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ άφησε στη χώρα του Ιούδα ένα μέρος του πληθυσμού. Σ’ αυτούς διόρισε κυβερνήτη το Γεδαλία, γιο του Αχικάμ και εγγονό του Σαφάν.

23 Όταν οι αρχηγοί των στρατευμάτων που είχαν διαφύγει την αιχμαλωσία άκουσαν ότι ο βασιλιάς της Βαβυλώνας διόρισε κυβερνήτη το Γεδαλία, ήρθαν σ’ αυτόν μαζί με τους άντρες τους, στη Μισπά. Ήταν ο Ισμαήλ, γιος του Νεθανία, ο Ιωχανάν, γιος του Καρεάχ, ο Σεραΐας, γιος του Τανχουμέθ του Νετωφαθίτη και ο Ιααζανίας, γιος κάποιου Μααχαθίτη.

24 Ο Γεδαλίας ορκίστηκε μπροστά τους και μπροστά στους άντρες τους και τους είπε: «Μη φοβάστε από τους αξιωματούχους των Βαβυλωνίων· εγκατασταθείτε στη χώρα και υποταχθείτε στο βασιλιά της Βαβυλώνας κι αυτό θα σας βγει σε καλό».

25 Αλλά τον έβδομο μήνα ήρθε ο Ισμαήλ, γιος του Νεθανία κι εγγονός του Ελισαμά, που καταγόνταν από τη βασιλική οικογένεια,μαζί με δέκα άντρες, και θανάτωσαν το Γεδαλία, καθώς και τους άντρες του Ιούδα και τους Βαβυλώνιους που ήταν στο σπίτι του στη Μισπά.

26 Τότε όλος ο λαός, μικροί και μεγάλοι, και οι αρχηγοί των στρατευμάτων, ξεσηκώθηκαν κι έφυγαν για την Αίγυπτο, γιατί φοβόντουσαν τους Βαβυλώνιους.

Ο Ιωαχίν απελευθερώνεται και τιμάται στην Βαβυλώνα

27 Τριάντα εφτά χρόνια από την αιχμαλωσία του Ιωαχίν, βασιλιά του Ιούδα, έγινε βασιλιάς της Βαβυλώνας ο Ευΐλ-Μερωδάχ.Και τον ίδιο χρόνο, την εικοστή έβδομη μέρα του δωδέκατου μήνα, έδωσε αμνηστία στον Ιωαχίν και τον έβγαλε από τη φυλακή.

28 Του φέρθηκε με ευμένεια και τον τίμησε περισσότερο από τους άλλους βασιλιάδες που ήταν μαζί του αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα.

29 Έτσι, του επιτράπηκε να βγάλει τα ρούχα της φυλακής και να συντρώγει με το βασιλιά το υπόλοιπο της ζωής του.

30 Επίσης, όσο ζούσε, του παρέχονταν κάθε μέρα από το βασιλιά της Βαβυλώνας όλα τα απαραίτητα για τη συντήρησή του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/2KI/25-9c047ce748fd95561b656f5229e8a07d.mp3?version_id=173—