Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 46

1 Μηνύματα που ο Κύριος διαβίβασε στον προφήτη Ιερεμία, σχετικά με τα έθνη.

Ήττα των Αιγυπτίων στη Χαρκεμίς

2 Μήνυμα για την Αίγυπτο, για το στρατό του Φαραώ Νεχώ, που ήταν στρατοπεδευμένος κοντά στον ποταμό Ευφράτη, στην Χαρκεμίς και νικήθηκε από το βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ, το τέταρτο έτοςτης βασιλείας του Ιωακίμ, γιου του Ιωσία, στον Ιούδα:

3 «Πάρτε τις ασπίδες κι ελάτε να πολεμήσετε!

4 Ζέψτε τ’ άλογα και καβαλικέψτε τα! Πάρτε θέσεις φορώντας τις περικεφαλαίες σας! Γυαλίστε τα δόρατα! Ντυθείτε τους θώρακες!

5 Τι συμβαίνει; Τους βλέπω να χάνουν το θάρρος τους και να οπισθοχωρούν. Ακόμα και οι πιο ισχυροί νικήθηκαν κι έφυγαν βιαστικά, χωρίς να κοιτάξουν πίσω. Τρόμος από παντού», λέει ο Κύριος.

6 «Δε θα μπορέσουν να ξεφύγουνε οι γρήγοροι· οι ισχυροί δεν θα σωθούν. Θα σκοντάψουνε και θα πέσουν στο βορρά, κοντά στον ποταμό Ευφράτη.

7 »Τι είναι αυτό που σαν τον Νείλο υψώνεται, που τα νερά του θορυβούν σαν ποταμός που ξεχειλίζει;

8 Είναι η Αίγυπτος, που σαν τον Νείλο υψώνεται, που τα νερά της θορυβούν σαν ποταμός, και λέει: “θα ανεβώ, θα πλημμυρίσω τη χώρα, θα καταστρέψω την πόλη και τους κατοίκους της”.

9 Σηκωθείτε άλογα! Άμαξες ξεκινήστε με ορμή! Βγείτε πολεμιστές, Αιθίοπες και Λίβυοι, που βαστάτε ασπίδα, και Λούδιοι που κρατάτε και τεντώνετε το τόξο.

10 »Αλλά η μέρα αυτή ανήκει στον Κύριο, το Θεό του σύμπαντος. Είναι η μέρα που τους εχθρούς τουθα εκδικηθεί. Το ξίφος του θα τους εξολοθρεύσει, θα χορτάσει και θα μεθύσει από το αίμα τους, γιατί ο Κύριος, ο Θεός του σύμπαντος, θυσία θα προσφέρει στη χώρα του βορρά, κοντά στον ποταμό Ευφράτη.

11 »Ανέβα στη Γαλαάδκαι πάρε βάλσαμο, άθλια, ελεεινή Αίγυπτος. Μάταια θα μαζεύεις γιατρικά· για σένα θεραπεία δεν υπάρχει.

12 Μάθανε τα έθνη την ντροπή σου· όλοι στη γη ακούσαν’ την κραυγή σου. Ο ένας πάνω στον άλλο σκόνταψαν οι πολεμιστές σου και όλοι έπεσαν μαζί».

Εισβολή στην Αίγυπτο

13 Όταν ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ ήρθε για να επιτεθεί στην Αίγυπτο,είπε ο Κύριος στον προφήτη Ιερεμία σχετικά μ’ αυτό το γεγονός:

14 «Στείλτε το μήνυμα στην Αίγυπτο, στη Μιγδώλ, στη Μέμφιδα και στη Δάφνηκαι πείτε τους: “παραταχθείτε και προετοιμαστείτε, γιατί ο πόλεμος καταστρέφει τους γείτονές σας”.

15 Μα τι συμβαίνει; Ο Άπις έφυγε, ο ταύρος σου ο δυνατός δεν άντεξε.Τον έδιωξε ο Κύριος.

16 Οι στρατιώτες του Φαραώ σκοντάφτουνε και πέφτουν. Ο ένας λέει στον άλλο: “πάμε να γυρίσουμε πίσω στην πατρίδα μας και στο λαό μας. Να γλιτώσουμε απ’ το ξίφος του εχθρού!”

17 Δώστε στο Φαραώ ένα νέο όνομα· πείτε τον “Ο βασιλιάς της Αιγύπτου, ο Υπερόπτης, που άφησε την ευκαιρία να χαθεί”.

18 »“Ορκίζομαι στον εαυτό μου”, λέει ο βασιλιάς που ονομάζεται Κύριος του σύμπαντος. “Όπως το Θαβώρ προεξέχει από τ’ άλλα βουνά, κι ο Κάρμηλος από τη θάλασσα, έτσι υπερέχει η δύναμη, που ενάντια στην Αίγυπτο θα ’ρθεί.

19 Κάτοικοι της Αιγύπτου, ετοιμάστε τις αποσκευές σας για να πάτε στην εξορία! Η Μέμφις θα ερημωθεί και κανείς δε θ’ απομείνει να κατοικεί σ’ αυτήν”.

20 »Η Αίγυπτος είναι μια ωραία αγελάδα, που την τσίμπησε μύγα απ’ το βορρά.

21 Ακόμα κι οι μισθοφόροι της, που έχουν γίνει σαν τα παχιά μοσχάρια, δεν έμειναν να πολεμήσουν, αλλά οπισθοχώρησαν και έφυγαν. Είχε φτάσει όμως η μέρα της καταστροφής τους, ο καιρός της τιμωρίας τους.

22 Η αιγυπτιακή στρατιά θα υποχωρήσει καθώς το φίδι που σφυρίζει, αμέσως όταν οι εχθροί έρθουν εναντίον της με τα τσεκούρια σαν τους ξυλοκόπους.

23 Θα κόψουν το δάσος της το αδιαπέραστο· είναι πολύ περισσότεροι απ’ τις ακρίδες, είναι αναρίθμητοι.

24 Θα ντραπεί η ωραία Αίγυπτος, θα παραδοθεί στην εξουσία ενός λαού που θα ’ρθεί από το βορρά.

25 »Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: “θα τιμωρήσω τον Αμών, θεό των Θηβώνκαι την Αίγυπτο με τους θεούς της και τους βασιλιάδες της, το Φαραώ και όλους εκείνους που τον εμπιστεύονται.

26 Θα τους παραδώσω σ’ εκείνους που γυρεύουν να τους θανατώσουν, δηλαδή στο βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ και στο στρατό του. Μετά απ’ αυτά, η Αίγυπτος θα κατοικηθεί όπως τις παλιές μέρες”, λέει ο Κύριος».

Απελευθέρωση των Ισραηλιτών

27 «Μη φοβηθείς όμως εσύ, δούλε μου Ιακώβ!» λέει ο Κύριος. «Ισραηλίτες, μην τρομάξετε! Εγώ θα σώσω από τη μακρινή χώρα εσάς και τους απογόνους σας, από τη χώρα όπου συρθήκατε αιχμάλωτοι. Θα επιστρέψετε, απόγονοι του Ιακώβ, και θα ησυχάσετε· θα ζείτε αμέριμνοι και δε θα υπάρχει κανείς να σας τρομάζει.

28 Μη φοβηθείτε, δούλοι μου Ισραηλίτες», λέει ο Κύριος, «γιατί εγώ θα είμαι μαζί σας. Κι αν καταστρέψω ακόμα όλα τα έθνη όπου σας διασκόρπισα, εσάς δεν θα σας καταστρέψω. Θα σας κρίνω με επιείκεια, αλλά δεν πρόκειται να σας αφήσω και εντελώς ατιμώρητους».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/46-606a61991b8f1d4c09c714e3f3aab79a.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 47

Διακήρυξη εναντίον των Φιλισταίων

1 Μήνυμα για τους Φιλισταίους, που ο Κύριος διαβίβασε στον προφήτη Ιερεμία, πριν ο Φαραώ της Αιγύπτου επιτεθεί εναντίον της Γάζας.

2 «Ο Κύριος λέει: “νερά έρχονται από το βορράκαι θα γίνουνε σαν το ξέχειλο ποτάμι. Τη χώρα θα τη σκεπάσουν, τους κατοίκους κι όλα όσα βρίσκονται σ’ αυτές τις πολιτείες. Τότε οι άνθρωποι θα ξεφωνίζουν κι οι κάτοικοι της χώρας θα κλαίνε πικρά,

3 όταν θ’ ακούν τον κρότο απ’ τις οπλές των δυνατών αλόγων, το θόρυβο των αμαξών και των τροχών τον ήχο. Τότε οι πατέρες για τα παιδιά τους δε θα φροντίζουνε, γιατί θα έχουν παραλύσει από τον τρόμο.

4 Έρχεται η μέρα της καταστροφής όλων των Φιλισταίων. Κανένας δε θα μείνει για να βοηθήσει την Τύρο και τη Σιδώνα,γιατί ο Κύριος θα καταστρέψει τους Φιλισταίους, θα εξολοθρέψει από της Κρήτης το νησί όσους θα έχουν επιζήσει”».

5 Οι κάτοικοι της Γάζας ξύρισαν τα κεφάλια τους απ’ τη μεγάλη λύπη. Οι κάτοικοι της Ασκάλωνας βυθίστηκαν στη σιωπή! Ως πότε εσείς που επιζήσατε από τους Ανακίμθα κάνετε εντομές στα σώματά σας;

6 Αλίμονο, εσύ ξίφος του Κυρίου, δε θα ξεκουραστείς; Μπες μέσα στη θήκη σου, ησύχασε και μην κινείσαι.

7 Μα πώς να ησυχάσεις, όταν ο Κύριος σε διατάζει να χτυπάς την Ασκάλωνα και να χτυπάς των παραλίων τους κατοίκους;

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/47-38a5f8cc6c94073ef8f0a9815fbd0c9c.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 48

Διακήρυξη εναντίων των Μωαβιτών

1 Να τι λέει για τους Μωαβίτες ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ: «Αλίμονο στη Νεβώ! Ερημώθηκε, χάθηκε. Η Κιριαθαΐμ ντροπιάστηκε, κυριεύτηκε. Το ισχυρό κάστρο κατατροπώθηκε, έπεσε.

2 Χάθηκε η δόξα της Μωάβ. Οι εχθροί σκέφτηκαν μοχθηρά για την Εσεβών: “ελάτε”, είπαν, “να εξαφανίσουμε των Μωαβιτών το έθνος”. Κι εσύ, Μαδμέν, θα πέσεις σε σιωπή· ο πόλεμος θα σε καταδιώκει».

3 Ακούστε! Κραυγή ανεβαίνει απ’ τη Χωροναΐμ· ζητά βοήθεια. Καταστροφή μεγάλη και συντριμμός!

4 Οι Μωαβίτες καταστράφηκαν, κραυγές αφήνουν τα μικρά παιδιά.

5 Στην ανηφόρα της Λουείδ, άκου το κλάμα! Στην κατωφέρεια της Χωροναΐμ ακούγονται απελπισίας κραυγές:

6 «Φύγετε! Σωθείτε όποιος μπορεί! Γίνετε σαν τον αγριόθαμνο στην έρημο!»

7 Εμπιστευθήκατε στα οχυρά σας και στους θησαυρούς σας, Μωαβίτες. Γι’ αυτό κι εσάς θα σας κυριέψουν. Ο θεός σας, ο Χεμώς, θα αιχμαλωτιστεί μαζί με τους ιερείς του και τους άρχοντές του.

8 Θα ’ρθει ο καταστροφέας σε κάθε πόλη, καμιά δε θα γλιτώσει. Η κοιλάδα και η πεδιάδα θα καταστραφούν, θα εξαφανιστούν, όπως το είπε ο Κύριος.

9 Στήστε μνημείο επιτύμβιο για τους Μωαβίτες, γιατί η Μωάβ θα καταστραφεί. Θα ερημωθούν οι πόλεις της· κανένας δε θα κατοικήσει πια σ’ αυτές.

10 Καταραμένος είν’ εκείνος που εργάζεται με αμέλεια το έργο του Κυρίου· κι είναι καταραμένος εκείνος που με το ξίφος του αποφεύγει να χύσει αίμα.

11 Οι Μωαβίτες ζούσαν με ασφάλεια από τα νιάτα τους και ποτέ δεν οδηγηθήκαν στην αιχμαλωσία. Είναι σαν το κρασί που δεν αδειάστηκε ποτέ από δοχείο σε δοχείο, γι’ αυτό κι η γεύση του και το άρωμά του δεν έχουν αλλοιωθεί.

12 «Για τούτο», λέει ο Κύριος, «ήρθε ο καιρός που θα τους στείλω ανθρώπους, σ’ άλλο να τους αδειάσουνε δοχείο και τ’ άδεια τα δοχεία τους να τα συντρίψουν.

13 Θα ντροπιαστούν οι Μωαβίτες για το θεό Χεμώς, όπως ντροπιάστηκαν κι οι Ισραηλίτες για τη Βαιθήλ, που σ’ αυτήν είχανε στηρίξει τις ελπίδες τους.

14 »Πώς ισχυρίζεστε ότι είστε δυνατοί και ισχυροί πολεμιστές;

15 Οι εχθροί ερήμωσαν τη χώρα των Μωαβιτών, κυρίεψαν τις πόλεις τους και σφάξανε τους εκλεκτούς της νέους», λέει ο βασιλιάς, που τ’ όνομά του είναι Κύριος του σύμπαντος.

16 Η συμφορά των Μωαβιτών πλησιάζει και πολύ γρήγορα έρχεται η θλίψη τους.

17 Θρηνήστε τους, όλοι εσείς που κατοικείτε γύρω τους και όλοι όσοι γνωρίζετε τη φήμη τους. Πείτε: «Πώς εξαφανίστηκε η δύναμή της και η δόξα της Μωάβ!»

18 Κόρη, που κατοικείς στη Διβών, κατέβα από τον τόπο της δόξας σου και κάτσε στον ξερότοπο, γιατί ο καταστροφέας των Μωαβιτών έρχεται καταπάνω σου και θα κατεδαφίσει τα οχυρώματά σου.

19 Εσείς που κατοικείτε στην Αροήρ, σταθείτε πλάι στο δρόμο, κοιτάξτε τους φυγάδες και ρωτήστε τους τι τους συνέβη.

20 Οι Μωαβίτες ντροπιαστήκανε για την καταστροφή τους. Θρηνήστε και κλάψτε. Φέρτε το μήνυμα σ’ αυτούς που κατοικούν πλάι στον ποταμό Αρνών, ότι οι Μωαβίτες καταστράφηκαν.

21 Η κρίση του Κυρίου έπληξε την πεδινή χώρα, ήρθε η τιμωρία στις πολιτείες Χωλών, Ιαασά και Μεφαάθ,

22 στις πολιτείες Διβών, Νεβώ και Βαιθ-Δεβλαθαΐμ,

23 Κιριαθαΐμ, Βαιθ-Γαμούλ και Βαιθ-Μεών.

24 Ήρθε η κρίση στην Κεριώθ, στη Βοσρά και σ’ όλες τις πολιτείες της χώρας των Μωαβιτών, μακρινές και κοντινές.

25 «Συντρίφθηκε η δύναμη των Μωαβιτών, χάθηκε η ισχύς τους» λέει ο Κύριος.

26 Μεθύστε τους Μωαβίτες, γιατί επαναστάτησαν ενάντια στον Κύριο· θα κυλιστούν μέσα στον εμετό τους, θα γίνουνε κι αυτοί με τη σειρά τους απ’ όλους καταγέλαστοι.

27 Μωαβίτες, μήπως δεν περιγελάσατε κι εσείς τους Ισραηλίτες; Και για ποιο λόγο; Μήπως πιάστηκαν να κλέβουν; Τότε, γιατί περιφρονητικά κουνάτε το κεφάλι σας όταν γι’ αυτούς μιλάτε;

28 Εγκαταλείψτε τις πόλεις σας, Μωαβίτες, και πηγαίνετε να κατοικήσετε στους βράχους· γίνετε σαν τα περιστέρια που φωλιάζουν πλάι στο στόμιο της σπηλιάς.

29 Έχουμε ακούσει για τη μεγάλη περηφάνεια των Μωαβιτών. Ξέρουμε την υψηλοφροσύνη τους, την αλαζονεία τους, την υπεροψία τους, την έπαρση της καρδιάς τους.

30 «Αναμφισβήτητα εγώ γνωρίζω την αλαζονεία τους», λέει ο Κύριος. «Δεν κατορθώνουν τίποτε μ’ αυτήν».

31 Για τούτο θα θρηνήσω και θα ξεσπάσω σε λυγμούς για όλους τους Μωαβίτες, θα κλάψω για τους άντρες της Κιρ-Χέρες.

32 Κάτοικοι της Σιβμά, για σας θα κλάψω περισσότερο απ’ ό,τι έκλαψα για τους κατοίκους της Ιαζήρ. Πόλη της Σιβμά μοιάζεις με αμπέλι, που τα κλήματά σου περνούν και διασχίζουν τη Νεκρά Θάλασσα και φτάνουν ως την Ιαζήρ. Αλλά έρχονται οι εχθροί και καταστρέφουν τη συγκομιδή των φρούτων και των σταφυλιών σου.

33 Χάθηκε η χαρά κι η ευφροσύνη από την καρποφόρο πεδιάδα της Μωάβ. Έπαψε να τρέχει από τα πατητήρια το κρασί. Κανένας δεν υπάρχει να πατήσει τα σταφύλια, έσβησαν οι χαρούμενες φωνές.

34 Η κραυγή για βοήθεια απ’ τους κατοίκους της Εσεβών έφτασε ως την Ελεαλή και την Ιαάς. Μπορεί κανείς να τους ακούσει απ’ τη Σηγώρ ως την Χωροναΐμ και την Αγλάθ-Σελισία. Κι αυτή η όαση της Νιμρίμ θα ερημωθεί.

35 «Θα σταματήσω τους Μωαβίτες», λέει ο Κύριος, «από του να προσφέρουν ολοκαυτώματα στους ιερούς τόπους τους και θυμίαμα στους θεούς τους».

36 Γι’ αυτό η καρδιά μου θα θρηνήσει για τους κατοίκους της Μωάβ και για τους άντρες της Κιρ-Χέρες, όπως αυτός που στη φλογέρα παίζει θρηνητικό σκοπό· γιατί όλοι οι θησαυροί που είχαν αποχτήσει οι Μωαβίτες, χάθηκαν.

37 Όλοι θα ξυρίσουν τα κεφάλια τους και θα κόψουν τα γένια τους· θα κάνουν εντομές στα χέρια τους και θα φορέσουν πένθιμα.

38 Στις στέγες των σπιτιών της Μωάβ και στα σοκάκια θρήνος ακούγεται.

«Θα σπάσω τους Μωαβίτες σαν δοχείο, που κανένας πια δεν το χρειάζεται», λέει ο Κύριος.

39 Θρηνήστε με τα λόγια αυτά: «Πώς κατατροπώθηκαν οι Μωαβίτες! Και τι ντροπή γι’ αυτούς να οπισθοχωρήσουν!» Έτσι οι Μωαβίτες θα είναι στο εξής περίγελως κι οι γείτονές τους σαν θα τους βλέπουν, θα νιώθουν φρίκη.

40 Ο Κύριος λέει: «Ο εχθρός σαν τον αετό θα πετάξει μ’ απλωμένα τα φτερά του πάνω από τη χώρα των Μωαβιτών».

41 Οι πόλεις θα κυριευθούν, τα φρούρια θα καταληφθούν· τη μέρα εκείνη οι καρδιές των γενναίων πολεμιστών της Μωάβ γεμάτες τρόμο θα χτυπούν σαν την καρδιά γυναίκας που γεννάει.

42 Οι Μωαβίτες θα εξαφανιστούν μέσ’ από τους λαούς, γιατί επαναστάτησαν ενάντια στον Κύριο.

43 «Τρόμος, λάκκοι και παγίδες περιμένουν τους Μωαβίτες», λέει ο Κύριος.

44 «Αυτός που θα ξεφύγει απ’ το φόβο θα πέσει στο λάκκο· κι αυτός που θα βγεί από το λάκκο θα πιαστεί στην παγίδα, γιατί έφτασε ο χρόνος της τιμωρίας των Μωαβιτών».

45 Αυτοί που ξέφυγαν, γυρεύουν εξαντλημένοι προστασία στην Εσεβών. Αλλά φωτιά πετιέται μέσ’ από την πόλη κι απ’ το παλάτι του βασιλιά Σιχόν.Φλόγα βγαίνει, που θα καταφάει τη χώρα των πολεμόχαρων Μωαβιτών από τα σύνορά της ως το κέντρο της.

46 Αλίμονό σας Μωαβίτες! Καταστράφηκες εσύ λαέ, που λάτρευες το θεό Χεμώς, γιατί οι γιοι κι οι θυγατέρες σας αιχμαλωτίστηκαν.

47 «Αλλά στις μέρες που θα ’ρθούν, εγώ θα επαναφέρω τους Μωαβίτες από την αιχμαλωσία», λέει ο Κύριος.

Εδώ τελειώνει η καταδικαστική απόφαση εναντίον των Μωαβιτών.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/48-967eb65087fe0f80eb26e58541430f63.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 49

Διακήρυξη εναντίον των Αμμωνιτών

1 Για τους Αμμωνίτες ο Κύριος λέει: «Γιατί ο Μιλκώμ, ο θεός των Αμμωνιτών, κατέκτησε την περιοχή της φυλής Γαδ και ο λαός του κατοίκησε στις πόλεις της; Δεν έχουν γιους οι Ισραηλίτες; Κανένας δεν υπάρχει να υπερασπιστεί τη χώρα τους;

2 Όμως έρχονται μέρες», λέει ο Κύριος, «που στη Ραββά των Αμμωνιτών θα κάνω ν’ ακουστεί αλαλαγμός πολέμου· η πόλη θα μεταβληθεί σε σωρό ερειπίων και τα χωριά της θα καούν ως τα θεμέλια· τότε οι Ισραηλίτες θα ξαναπάρουν πίσω την κληρονομιά που τους είχαν αρπάξει».

3 Θρηνήστε, της Εσεβών οι κάτοικοι, γιατί καταστράφηκε η Γαι! Θρηνήστε χωριά της Ραββά, φορέστε ρούχα πένθιμα, τρέξτε γύρω από τις πέτρινες μάντρες των χωραφιών σας κλαίγοντας. Φεύγει για την αιχμαλωσία ο θεός Μιλκώμ μαζί με τους ιερείς του και τους άρχοντές του.

4 Εσύ, πόλη, που επαναστάτησες ενάντια στο Θεό, τι καυχάσαι για τις πεδιάδες σου; Χαθήκαν οι πεδιάδες σου! Εσύ που στηριζόσουνα στους θησαυρούς σου κι έλεγες «ποιος θα εκστρατεύσει εναντίον μου;»

5 «Εγώ θα σου προκαλέσω φόβο απ’ όλους σου τους γείτονες», λέει ο Κύριος, ο Θεός του σύμπαντος. «Θα σκορπιστείτε όλοι σας εδώ κι εκεί, και δε θα υπάρχει ούτ’ ένας να συγκεντρώσει τους διασκορπισμένους.

6 »Μετά απ’ αυτά εγώ θ’ αλλάξω την τύχη των Αμμωνιτών», λέει ο Κύριος.

Διακήρυξη εναντίον των Εδωμιτών

7 Ο Κύριος του σύμπαντος λέει σχετικά με τους Εδωμίτες: «Δεν υπάρχει πια σοφία στη Θαιμάν;Χάθηκε η σκέψη από τους συνετούς; Εξαφανίστηκε η φρόνησή τους;

8 Φύγετε, τρέξτε! Βρείτε τόπους απόκρυφους να μείνετε, κάτοικοι της Δεδάν, γιατί έφτασε ο καιρός που θα σας τιμωρήσω· θα φέρω πάνω σας την καταστροφή, απόγονοι του Ησαύ.

9 Όταν έρχονται σ’ εσένα τρυγητές, λαέ του Εδώμ, αφήνουν λίγα τσαμπιά πίσω τους. Όταν τη νύχτα μπαίνουν κάπου κλέφτες, παίρνουν μονάχα αυτά που θέλουν.

10 Αλλά εγώ απογύμνωσα τελείως τους απογόνους του Ησαύ· αποκάλυψα τους κρυψώνες τους κι έτσι πια δεν μπορούν να κρύβονται. Καταστράφηκαν οι απόγονοί του, οι αδερφοί του, οι γείτονές του και ο ίδιος δεν υπάρχει πια. Κανένας δεν μπορεί να πει:

11 “άφησε εδώ τα ορφανά σου κι εγώ θα σου τα φροντίσω· οι χήρες σου μπορούν σ’ εμένα να ελπίζουν”».

12 Ο Κύριος λέει: «Ακόμα κι όσοι δεν έπρεπε να πιουν από της τιμωρίας το ποτήρι, το ήπιαν· κι εσύ, λαέ του Εδώμ, θέλεις να μείνεις τελείως ατιμώρητος; Αυτό δεν πρόκειται να γίνει! Απ’ το ποτήρι αυτό πρέπει να πιεις.

13 Εγώ ο Κύριος υποσχέθηκα με όρκο ότι η πρωτεύουσά σας η Βοσρά θα ερημωθεί και θα γίνει αντικείμενο φρίκης και χλευασμού και όλοι θα την καταριούνται. Επίσης όλες οι γύρω πόλεις των Εδωμιτών θα ερημωθούν για πάντα».

Ο Θεός καλεί τα έθνη σε πόλεμο εναντίον των Εδωμιτών

14 Άκουσα το μήνυμα που ο Κύριος έστειλε με μηνυτή στα έθνη: «Συναχθείτε», τους έλεγε, «και βαδίστε ενάντια στην Εδώμ, έτοιμοι να επιτεθείτε!»

15 «Εδωμίτες θα σας κάνω ασήμαντους ανάμεσα στα έθνη», λέει ο Κύριος, «κι όλος ο κόσμος θα σας περιφρονεί.

16 Δεν προκαλείτε τον τρόμο που νομίζετε· σας έχει εξαπατήσει η περηφάνια σας. Εσείς που κατοικείτε στις σχισμές των βράχων και κατέχετε τις βουνοκορφές, ακόμη κι αν πάτε να εγκατασταθείτε εκεί που ζει ο αετός, κι από ’κει πάνω θα σας κατεβάσω».

Η Εδώμ θα ερημωθεί

17 Ο Κύριος λέει: «Η Εδώμ τελείως θα ερειπωθεί. Με φρίκη θα τη βλέπει όποιος περνάει από ’κει· για την καταστροφή της θα τρομάζει, θα συγκλονίζεται.

18 Θα γίνει και μ’ αυτήν όπως έγινε όταν καταστράφηκαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα και οι γύρω πόλεις. Κανένας δε θα κατοικήσει πια εκεί, ούτε θα μείνει σ’ αυτήν, ούτε για λίγο.

19 »Καθώς λιοντάρι από τη λόχμη του Ιορδάνη στα λιβάδια έρχεται τα πράσινα, έτσι ξάφνου θα εμφανιστώ κι εγώ· και τότε οι Εδωμίτες θα χαθούν από τη χώρα τους. Όποιος είναι ο εκλεκτός μου, αυτόν θα τον εγκαταστήσω αρχηγό εκεί. Ποιος είναι όμοιός μου και ποιος μπορεί να με προστάξει τι θα κάνω; Ποιος είναι ο ηγεμόνας, που θα μπορέσει να μου αντισταθεί;»

20 Γι’ αυτό, ακούστε του Κυρίου το σχέδιο, όπως το σκέφτηκε ενάντια στους Εδωμίτες, τα σχέδια που ετοίμασε ενάντια στους κατοίκους της Θαιμάν: Όλοι τους, ως και τα παιδιά τους, το δίχως άλλο στην αιχμαλωσία θα συρθούν σαν κοπάδι, το δίχως άλλο η χώρα θα εκκενωθεί.

21 Ο θόρυβος από την πτώση τους θα κάνει να σειστεί η γη, και οι θρηνωδίες τους ως την Ερυθρά Θάλασσα θ’ ακουστούν.

22 Ο εχθρός σαν τον αετό θα πετάξει μ’ απλωμένα τα φτερά του πάνω στη Βοσρά· τη μέρα εκείνη οι καρδιές των γενναίων πολεμιστών της Εδώμ θα χτυπούν τρομαγμένες, σαν την καρδιά γυναίκας που γεννάει.

Διακήρυξη εναντίον της Δαμασκού

23 Για τη Δαμασκό: Η Χαμάθ και η Αρφάδ μείναν κατάπληκτες απ’ την κακή την είδηση που άκουσαν. Η αγωνία τις σκεπάζει σαν ταραγμένη θάλασσα και δεν μπορούν να ησυχάσουν.

24 Οι κάτοικοι της Δαμασκού παρέλυσαν, γυρίζουνε να φύγουν, τους κυριεύει πανικός. Αγωνία και πόνοι τούς κατέχουν, σαν τη γυναίκα που γεννάει.

25 Η Δαμασκός, η φημισμένη πόλη της χαράς μου, γιατί δεν παραδόθηκε χωρίς πόλεμο;

26 «Τώρα οι νέοι της στα σοκάκια της θα θανατωθούν κι όλοι της οι πολεμιστές θα εξολοθρευτούνε την ημέρα εκείνη», λέει ο Κύριος του σύμπαντος.

27 «Θα πυρπολήσω της Δαμασκού τα τείχη και η φωτιά θ’ αποτεφρώσει τα παλάτια του Βεν-Αδάδ».

Διακήρυξη εναντίον των αραβικών φυλών

28 Για την Κηδάρ και τα βασίλεια της Ασώρ, που τα είχε κυριέψει ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ.

Ο Κύριος διατάζει τους Βαβυλώνιους: «Σηκωθείτε κι επιτεθείτε στην Κηδάρ και καταστρέψτε τις φυλές που ζούνε στις στέπες της ανατολής.

29 Πάρτε τους τις σκηνές και τα κοπάδια τους· σηκώστε τα παραπετάσματά τους κι όλα τα σκεύη μέσα απ’ τις σκηνές τους. Πάρτε και τις καμήλες τους και πέστε στο λαό: “Τρόμος από παντού!”

30 »Κάτοικοι της Ασώρ φύγετε!» λέει ο Κύριος. «Σκορπίστε, κρυφτείτε σε κρυψώνες και μείνετε εκεί, γιατί ο βασιλιάς της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ έχει έτοιμες αποφάσεις και σχέδια εναντίον σας.

31 Σηκωθείτε, Βαβυλώνιοι», λέει ο Κύριος, «κι επιτεθείτε ενάντια σ’ αυτό το ανέμελο έθνος, που νόμιζε πως ζει με ασφάλεια. Οι πόλεις τους δεν έχουν πύλες ούτε αμπάρες. Ζουν εκεί απομονωμένοι.

32 Αρπάξτε τις καμήλες τους και πάρτε για λάφυρα τα κοπάδια τους. Εγώ ο Κύριος θα διασκορπίσω αυτούς με τα κομμένα μαλλιά σ’ όλες τις κατευθύνσεις των ανέμων· θα φέρω από παντού την καταστροφή τους.

33 Και θα γίνει η Ασώρ κρησφύγετο των τσακαλιών· θα ερημωθεί για πάντα. Ποτέ κανένας δε θα κατοικήσει εκεί ούτε θα πάει να μείνει έστω για λίγο».

Διακήρυξη εναντίον της Ελάμ

34 Στην αρχή της βασιλείας του Σεδεκία στον Ιούδα, είπε ο Κύριος στον προφήτη Ιερεμία, σχετικά με την Ελάμ:

35 «Ο Κύριος του σύμπαντος λέει: “θα συντρίψω την πρώτη δύναμη της Ελάμ, που είναι οι τοξότες της.

36 Θα φέρω εναντίον της τους τέσσερις ανέμους από τις τέσσερις άκρες του ουρανού, και θα διασκορπίσω τους κατοίκους της σ’ όλους αυτούς τους ανέμους· δε θα υπάρχει έθνος που να μην καταφύγουν κυνηγημένοι οι κάτοικοι της Ελάμ.

37 Θα τους κάνω να πανικοβληθούν μπροστά στους αιμοβόρους εχθρούς τους και θα τους καταστρέψω στο φοβερό θυμό μου. Θα εξαπολύσω πόλεμο εναντίον τους ωσότου τους αποτελειώσω.

38 Θα καταστρέψω βασιλιά και άρχοντες στην Ελάμ και θα στήσω το δικό μου θρόνο εκεί”.

39 »Αργότερα όμως θ’ αλλάξω την τύχη των κατοίκων της Ελάμ», λέει ο Κύριος.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/49-e94e3a5ab0dee63ba3c48b2d483c7dfe.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 50

Διακήρυξη εναντίον της Βαβυλώνας

1 Ο Κύριος μίλησε στον προφήτη Ιερεμία σχετικά με την πόλη της Βαβυλώνας και με τη χώρα των Βαβυλωνίων:

2 Στείλτε διακήρυξη στα έθνη! Κάντε σινιάλο με σημαίες! Κηρύξτε το και τίποτα μην κρύψετε. Πείτε ότι κυριεύτηκε η Βαβυλώνα! Ντροπιάστηκαν τα είδωλά της, συντρίφθηκαν οι βδελυροί θεοί της. Ντροπή για τον Βηλ, συντριβή για τον Μαρδούκ.

3 Ένα έθνος απ’ το βορράέρχεται εναντίον της. Θα την ερημώσει, έτσι που κανένας πια δε θα κατοικεί σ’ αυτήν· άνθρωποι και ζώα θα φύγουν και θα διασκορπιστούν.

4 «Όταν θα έρθει εκείνος ο καιρός», λέει ο Κύριος, «θα επιστρέψουν οι κάτοικοι του Ισραήλ και του Ιούδα μαζί, και θα ’ρθουν κλαίγοντας ν’ αναζητήσουν τον Κύριο, το Θεό τους.

5 Θα ρωτήσουν για το δρόμο προς τη Σιών και θα πάνε σ’ αυτήν λέγοντας: “ελάτε να ενωθούμε με τον Κύριο με διαθήκη αιώνια, που δε θα τη λησμονήσουμε ποτέ”.

6 Χαμένο κοπάδι κατάντησε ο λαός μου. Οι βοσκοί τους τούς παραπλάνησαν. Τους οδήγησαν στα βουνά και τους τριγύριζαν από βουνό σε βουνό, έτσι που ξέχασαν το μαντρί τους.

7 Όλοι όσοι τους συναντούσαν τους κατασπάραζαν. Οι εχθροί τους έλεγαν: “τι φταίμε εμείς αν αυτοί αμάρτησαν στον Κύριο, που είναι η πηγή της δικαιοσύνης, η ελπίδα των προγόνων τους;”»

Τιμωρία των Βαβυλωνίων – Συγχώρηση του υπολοίπου του Ισραήλ

8 Ο Κύριος λέει: «Φύγετε απ’ τη Βαβυλώνα! Βγείτε απ’ τη χώρα των Βαβυλωνίων! Βιαστείτε να βγείτε πρώτοι, όπως τα τραγιά, μπροστά απ’ το κοπάδι.

9 Εγώ θα ξεσηκώσω και θα φέρω ενάντια στη Βαβυλώνα πολλά και μεγάλα έθνη απ’ το βορρά, που θα της επιτεθούν και θα την κυριέψουν. Όλοι αυτοί είναι καλοί πολεμιστές· κανένα βέλος τους δεν ξεστοχάει.

10 Η Βαβυλώνα θα γίνει λάφυρό τους κι αυτοί που θα τη λεηλατήσουν θα χορτάσουν λάφυρα!

11 »Εμπρός! Χαρείτε, πανηγυρίστε, Βαβυλώνιοι, που λεηλατήσατε την ιδιοκτησία μου. Τώρα χοροπηδάτε σαν τα μοσχάρια στη χλόη και χρεμετίζετε σαν τ’ άλογα τα δυνατά.

12 Αλλά η μάνα σας η Βαβυλώνα θα καταντροπιαστεί· περίγελως θα γίνει αυτή που σας γέννησε· θα καταντήσει το τελευταίο από τα έθνη. Θα γίνει έρημος ξερή κι αδιάβατη.

13 Θα μείνει ακατοίκητη και θα ερημωθεί απ’ άκρη σ’ άκρη, γιατί ο Κύριος οργίστηκε. Όποιος θα περνάει από τη Βαβυλώνα θα τα χάνει, θα νιώθει φρίκη για όλες τις πληγές της».

14 Παραταχθείτε ολόγυρα ενάντια στη Βαβυλώνα! Όσοι κρατάτε τόξο τοξέψτε εναντίον της! Μη λυπηθείτε τα βέλη, γιατί αμάρτησε στον Κύριο.

15 Αλαλάξτε ολόγυρά της! Παραδόθηκε! Έπεσαν οι πύργοι της, γκρεμίστηκαν τα τείχη της! Αυτό είναι η εκδίκηση του Κυρίου. Εκδικηθείτε την· κάντε της ό,τι έκανε κι αυτή στους άλλους!

16 Μην αφήσετε κανέναν ζωντανό στη Βαβυλώνα, που θα μπορούσε να σπείρει ή να θερίσει με το δρεπάνι τον καιρό του θερισμού. Από τη φρίκη του πολέμου οι ξένοι θα φύγουν για τη χώρα τους, θα γυρίσουν στο λαό τους.

17 Ο Ισραήλ είναι σαν το χαμένο πρόβατο, που το ’χουν κυνηγήσει τα λιοντάρια. Πρώτα του επιτέθηκε ο βασιλιάς της Ασσυρίας, έπειτα ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, ο Ναβουχοδονόσορ, τού σύντριψε τα κόκαλα.

18 Γι’ αυτό, ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: «Θα τιμωρήσω το βασιλιά της Βαβυλώνας και τη χώρα του, όπως τιμώρησα το βασιλιά της Ασσυρίας.

19 Τον Ισραήλ όμως θα τον ξαναφέρω στη μάντρα του· θα βοσκήσει στο όρος Κάρμηλος και στη Βασάν και τίποτα δε θα του λείψει απ’ ό,τι παράγεται στο βουνό του Εφραΐμ και στην περιοχή της Γαλαάδ.

20 Εκείνο τον καιρό, μάταια θ’ αναζητάει κανείς την ανομία στο βασίλειο του Ισραήλ και την αμαρτία στο βασίλειο του Ιούδα· δε θα τις βρίσκει· θα συγχωρήσω όσους αφήσω να ζήσουν».

Η ανταπόδοση για την καταστροφή του ναού

21 Ο Κύριος λέει: «Επιτεθείτε εναντίον της χώρας Μεραθαΐμ και εναντίον των κατοίκων της Φεκώδ!Θανατώστε τους, καταστρέψτε τους τελείως· καθετί που μένει πίσω τους προσφέρετέ το αφιέρωμα στον Κύριο. Κάνετε όλα όσα σας διέταξα».

22 Θόρυβος πολέμου ακούστηκε στη χώρα, καταστροφή έγινε μεγάλη.

23 Πώς κομματιάστηκε το σφυρί που σύντριβε όλη τη γη! Πώς έγινε η Βαβυλώνα θέαμα αποτρόπαιο ανάμεσα στα έθνη!

24 «Εγώ σου έστησα παγίδα, Βαβυλώνα», λέει ο Κύριος. «Πιάστηκες δίχως να το καταλάβεις· βρέθηκες μέσα της παγιδευμένη, γιατί αντιστάθηκες σ’ εμένα τον Κύριο».

25 Ο Θεός, ο Κύριος του σύμπαντος, άνοιξε την οπλοθήκη του και έβγαλε τα όπλα της οργής του,γιατί αυτό είναι το έργο του στη χώρα των Βαβυλωνίων.

26 «Επιτεθείτε εναντίον της από τα πέρατα της γης!» τα πρόσταξε. «Τις αποθήκες της ανοίξτε, κάντε την σωρούς ερείπια· καταστρέψτε την ως ανάθεμα στον Κύριο. Τίποτα να μη μείνει απ’ αυτήν!

27 Σφάξτε όλους τους νέους! Οδηγήστε τους σαν τα μοσχάρια στη σφαγή. Αλίμονό τους! Ήρθε η μέρα τους, ο καιρός που θα πληρώσουν για τις πράξεις τους!»

28 Ακούστε! Αυτοί που γλίτωσαν από τη Βαβυλώνα έφυγαν κι ήρθαν ν’ αναγγείλουν στη Σιών την εκδίκηση του Κυρίου, του Θεού μας, την εκδίκηση γι’ αυτά που είχαν κάνει στο ναό του.

Η υπερηφάνεια της Βαβυλώνας τιμωρείται

29 Συγκαλέστε όλους τους τοξότες ενάντια στη Βαβυλώνα! Στρατοπεδέψτε ολόγυρα εναντίον της! Κανένας απ’ αυτήν να μην ξεφύγει! Ανταποδώστε της ανάλογα με τα έργα της, γιατί περηφανεύτηκε απέναντι στον Κύριο, στον Άγιο Θεό του Ισραήλ.

30 Ο Κύριος λέει: «Γι’ αυτό οι νέοι της θα φονευθούν στα σοκάκια της, θα εξαφανιστούν εκείνη την ημέρα.

31 »Είμαι εναντίον σου, υπερήφανη Βαβυλώνα», λέει ο Θεός, ο Κύριος του σύμπαντος. «Έφτασε η μέρα σου, ο καιρός που θα πληρώσεις για τις πράξεις σου.

32 Η περήφανη Βαβυλώνα θα σκοντάψει και θα πέσει και κανένας δε θα βρίσκεται να τη σηκώσει· θα βάλω φωτιά στις πόλεις της, που θα καταφάει και όλα τα περίχωρά της».

Ο Κύριος επιτυγχάνει την απελευθέρωση του λαού του

33 Ο Κύριος του σύμπαντος λέει: «Οι κάτοικοι του Ισραήλ, μαζί και του Ιούδα, καταδυναστεύτηκαν. Όλοι αυτοί που τους αιχμαλώτισαν, τους κρατούν με τη βία· αρνούνται να τους ελευθερώσουν.

34 Εγώ, ο λυτρωτής τους όμως είμαι δυνατός. Κύριος του σύμπαντος είναι το όνομά μου. Θα τους υποστηρίξω εξάπαντος στη δίκη τους, για να ειρηνέψω τη χώρα και να φέρω τρόμο στους κατοίκους της Βαβυλώνας».

35 Ο Κύριος λέει: «Θάνατος στους Βαβυλώνιους, στους κατοίκους της πρωτεύουσας, στους άρχοντές της και στους σοφούς της!

36 Θάνατος στους μάντεις της! Θα χάσουν το μυαλό τους. Θάνατος στους πολεμιστές της! Θα κατατρομάξουν.

37 Θάνατος στ’ άλογά τους, στις άμαξές τους και σ’ όλο το ανάμικτο πλήθος, που βρίσκεται μαζί τους! Θα δειλιάσουν σαν τις γυναίκες. Καταστροφή στους θησαυρούς τους! Θα διαρπαχθούν.

38 Ξηρασία στα νερά τους! Να στερέψουν. Γιατί είναι χώρα ειδώλων· με τα είδωλά τους έχουν πλανηθεί.

39 Γι’ αυτό θα κατοικήσουν σ’ αυτήν αγριόγατες, τσακάλια και στρουθοκάμηλοι· δε θα κατοικηθεί ποτέ πια στο μέλλον από ανθρώπους.

40 Όπως καταστράφηκαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα και τα περίχωρά τους, έτσι θα συμβεί και με τη Βαβυλώνα: Κανένας δε θα ξανακατοικήσει πια σ’ αυτήν, ούτε θα θέλει να μείνει εκεί», λέει ο Κύριος.

Οι εχθροί από το βορρά

41 Ένας λαός έρχεται απ’ το βορρά· έθνος μεγάλο και βασιλιάδες δυνατοί θα ξεσηκωθούν από τις άκρες της γης.

42 Τόξο και ακόντιο θα κρατούν· είναι σκληροί και άσπλαχνοι, είναι καβάλα στ’ άλογα κι ο θόρυβος που κάνουν ακούγεται σαν τη βουή της θάλασσας· παρατάσσονται για μάχη εναντίον σου, ωραία Βαβυλώνα!

43 Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας άκουσε την είδηση και παρέλυσαν τα χέρια του. Τον κατέλαβε αγωνία και τον έπιασαν πόνοι, σαν τη γυναίκα που είναι να γεννήσει.

44 «Καθώς λιοντάρι από τη λόχμη του Ιορδάνη στα πράσινα λιβάδια έρχεται, έτσι ξάφνου θα εμφανιστώ κι εγώ· και τότε εκείνοι θα χαθούν από τη χώρα τους. Όποιος είναι ο εκλεκτός μου, αυτόν θα τον εγκαταστήσω αρχηγό εκεί. Ποιος είναι όμοιός μου; Και ποιος μπορεί να με προστάξει τι να κάνω; Ποιος είναι ο ηγεμόνας, που θα μπορέσει να μου αντισταθεί;»

45 Γι’ αυτό ακούστε του Κυρίου το σχέδιο, όπως το σκέφτηκε ενάντια στη Βαβυλώνα, τα σχέδια που ετοίμασε ενάντια στους κατοίκους αυτής της χώρας. Όλοι τους, ως και τα παιδιά τους, το δίχως άλλο στην αιχμαλωσία θα συρθούν σαν κοπάδι· το δίχως άλλο η χώρα τους θα εκκενωθεί.

46 Ο θόρυβος από την πτώση της Βαβυλώνας θα κάνει να σειστεί η γη, και η θρηνωδία της στα έθνη θ’ ακουστεί.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/50-e8d187461574c54aa262691400800def.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 51

Η κρίση του Θεού εναντίον της Βαβυλώνος

1 Ο Κύριος λέει: «Εγώ θα σηκώσω άνεμο καταστροφικό ενάντια στη Βαβυλώνα και στους κατοίκους της.

2 Θα στείλω ξένους να χτυπήσουν τη Βαβυλώνα. Αυτοί θα τη λιχνίσουν σαν το άχυρο, που ο άνεμος το παρασέρνει· τη μέρα της συμφοράς θα περικυκλώσουν την πόλη και θα την ερημώσουν.

3 Θα δώσω εντολή οι τοξότες να στοχεύουν τους τοξότες της και όλους τους θωρακοφόρους στρατιώτες της: “μη λυπηθείτε τους νέους της! Καταστρέψτε όλη τη στρατιά της!”»

4 Οι νεκροί θα γεμίσουν τη χώρα των Βαβυλωνίων και οι πληγωμένοι από το ξίφος θα κείτονται στους δρόμους της.

5 Γιατί ο Θεός, ο Κύριος του σύμπαντος, δεν έχει εγκαταλείψει τους κατοίκους του Ισραήλ και του Ιούδα, αν και η χώρα τους γέμισε ανομίες ενάντια στον Άγιο Θεό του Ισραήλ.

6 Φύγετε απ’ τη Βαβυλώνα για να γλιτώσετε, κάτοικοι του Ισραήλ και του Ιούδα! Μη χαθείτε εξαιτίας της ανομίας της! Ήρθε ο καιρός να εκδικηθεί ο Κύριος, ν’ ανταποδώσει στους Βαβυλώνιους ανάλογα με τα έργα τους.

7 Χρυσό ποτήρι στου Κυρίου το χέρι ήταν η Βαβυλώνα, που μεθούσε όλη την οικουμένη. Απ’ το κρασί της έπιναν τα έθνη και παραφρονούσαν.

8 Ξαφνικά αυτό το ποτήρι έπεσε και συντρίφθηκε. Έθνη θρηνήστε γι’ αυτήν! Βάλτε βάλσαμο στον πόνο της, ίσως γιατρευτεί.

9 Αλλά τα έθνη απάντησαν: «Μεταχειριστήκαμε φάρμακα για τη Βαβυλώνα, αλλά δεν γιατρεύτηκε. Εγκαταλείψτε την κι ας γυρίσουμε καθένας στη χώρα του, γιατί η καταδίκη της έφτασε ως τον ουρανό, υψώθηκε ως τα σύννεφα».

10 Οι κάτοικοι του Ισραήλ και του Ιούδα λένε: «Ο Κύριος μας έδωσε το δίκιο μας. Ελάτε να διηγηθούμε στη Σιών το έργο του Κυρίου του Θεού μας!»

Οι Μήδοι πραγματοποιούν την τιμωρία του Θεού

11 Ο Κύριος υποκίνησε τους βασιλιάδες της Μηδίαςμε σκοπό να καταστρέψουν τη Βαβυλώνα· η εκδίκηση του Κυρίου είναι εκδίκηση για το ναό του: «Ακονίστε τα βέλη! Ετοιμάστε τις ασπίδες!

12 Δώστε το σήμα της επίθεσης στα τείχη της Βαβυλώνας! Ενισχύστε τη φρουρά! Βάλτε σκοπιές! Στήστε παγίδες!» Ο Κύριος πραγματοποιεί ό,τι έχει αποφασίσει κι ό,τι έχει εξαγγείλει ενάντια στους κατοίκους της Βαβυλώνας.

13 Εσείς που κατοικείτε πλάι στα πλατιά ποτάμια κι έχετε πολλούς θησαυρούς, ήρθε το τέλος σας! Πράγματι, αρκετά παράνομα κέρδη αποκτήσατε.

14 Ο Κύριος του σύμπαντος υποσχέθηκε με όρκο στον εαυτό του να φέρει εχθρούς που θα επιτεθούν ενάντια στη Βαβυλώνα σαν πλήθος ακρίδες, αλαλάζοντας εναντίον σας.

15 Αυτός δημιούργησε τη γη με τη δύναμή του· στερέωσε την οικουμένη με τη σοφία του και άπλωσε τους ουρανούς με τη σύνεσή του.

16 Όταν αυτός διατάζει συγκεντρώνονται πλήθος τα νερά στον ουρανό και ανεβαίνουν σύννεφα από τις άκρες της γης. Δημιουργεί αστραπές που φέρνουν βροχή κι εξαποστέλλει τον άνεμο από τις αποθήκες του.

17 Έτσι όλοι οι άνθρωποι αποδεικνύονται ανόητοι παρ’ όλα όσα ξέρουν. Ντροπιάζονται οι κατασκευαστές των ειδώλων, γιατί τα χυτά τους είδωλα είναι ψεύτικα· δεν υπάρχει σ’ αυτά πνοή.

18 Είναι όλα τους ματαιότητα και έργο πλάνης· στον καιρό της τιμωρίας τους θα καταστραφούν.

19 Ο Θεός του Ισραήλ δεν είναι σαν αυτά. Αυτός είναι ο δημιουργός των πάντων· και διάλεξε το λαό του Ισραήλ για να του ανήκει. Κύριος του σύμπαντος είναι το όνομά του.

Το τέλος της Βαβυλώνας

20 Ο Κύριος λέει: «Βαβυλώνα, είσαι το σφυρί μου, το όπλο του πολέμου. Μ’ εσένα σύντριψα τα έθνη και κατέστρεψα τα βασίλεια.

21 Μ’ εσένα σύντριψα άλογα και καβαλάρηδες, άμαξες μαζί με τους οδηγούς τους.

22 Σύντριψα άντρες και γυναίκες, γέρους και νέους, αγόρια και κορίτσια.

23 Μ’ εσένα σύντριψα βοσκούς με τα κοπάδια τους, γεωργούς με το ζευγάρι τα ζώα τους, κυβερνήτες κι αξιωματούχους.

24 Αλλά θα δείτε», λέει ο Κύριος, «πώς θ’ ανταποδώσω στη Βαβυλώνα και στους κατοίκους της όλο το κακό που έκαναν ενάντια στη Σιών.

25 »Είμαι εναντίον σου, Βαβυλώνα, βουνό καταστροφής», λέει ο Κύριος, «που κατέστρεψες όλη τη γη. Θ’ απλώσω το χέρι μου εναντίον σου και θα σε κατρακυλίσω από τους βράχους· θα σε κάνω βουνό της στάχτης.

26 Δε θα απομείνει σ’ εσένα ούτε πέτρα για να χρησιμοποιηθεί είτε στη γωνία είτε στο θεμέλιο· θα μείνεις έρημη για πάντα!»

Το τέλος της Βαβυλώνας πλησιάζει

27 Δώστε το σήμα της επίθεσης ενάντια στη Βαβυλώνα! Σαλπίστε με τη σάλπιγγα ν’ ακούσουν όλα τα έθνη! Ετοιμάστε τα να πολεμήσουν εναντίον της! Πείτε στα βασίλεια του Αραράτ, του Μίνι και του Ασκενάζνα επιτεθούν εναντίον της. Διατάξτε αξιωματικούς να συγκεντρώσουν στρατιώτες. Μαζέψτε άλογα πολλά σαν σμήνος από ακρίδες.

28 Ετοιμάστε τα έθνη να πολεμήσουν εναντίον της, τους βασιλιάδες της Μηδίαςμε τους κυβερνήτες και τους αξιωματούχους της και όλες τις χώρες που είναι κάτω από την εξουσία τους.

29 Η γη θα σειστεί και θα πονέσει, γιατί ο Κύριος θα εκτελέσει τα σχέδιά του ενάντια στη Βαβυλώνα και θα την ερημώσει· κανείς πια δε θα κατοικεί σ’ αυτήν.

30 Οι πολεμιστές της Βαβυλώνας απόκαμαν να πολεμάνε κι έμειναν στα οχυρώματα· έχασαν τη δύναμή τους δείλιασαν σαν γυναίκες. Τα σπίτια της πόλης κάηκαν, οι αμπάρες της συντρίφθηκαν.

31 Ο ένας ταχυδρόμος τρέχει πίσω από τον άλλον, ο ένας αγγελιοφόρος ακολουθεί τον άλλο, για ν’ αναγγείλουν στο βασιλιά της Βαβυλώνας πως η πόλη κυριεύθηκε απ’ άκρη σ’ άκρη!

32 «Τα περάσματα πιάστηκαν και οι καλαμιώνες κάηκαν! Οι πολεμιστές μας πανικοβλήθηκαν!»

33 Ο Κύριος του σύμπαντος, ο Θεός του Ισραήλ, λέει: «Η όμορφη Βαβυλώνα είναι σαν ένα αλώνι που το ’χουν κιόλας ετοιμάσει για να ποδοπατήσουν το σιτάρι. Ακόμα λίγο και θα ’ρθεί γι’ αυτήν ο καιρός του θερισμού».

Ο Θεός αναλαμβάνει να υποστηρίξει το λαό του

34 Ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλιάς της Βαβυλώνας, μάς τάραξε, μας κατασπάραξε, μας άφησε σαν αδειανό δοχείο. Μας κατάπιε σαν δράκοντας· γέμισε την κοιλιά του με τα τρυφερά μας κομμάτια και το υπόλοιπο το πέταξε.

35 Οι κάτοικοι της Σιών θα πουν: «Η αδικία που έγινε σ’ εμάς, να γίνει και στη Βαβυλώνα· γι’ αυτά που υποφέραμε εμείς, ας πληρώσουν οι κάτοικοι της Βαβυλώνας».

36 Ο Κύριος απαντάει στην Ιερουσαλήμ: «Εγώ θα σας υποστηρίξω και θα πάρω εκδίκηση για σας! Θα ξηράνω τα ποτάμια της Βαβυλώνας και θα στερέψω τις πηγές της.

37 Η πόλη θα γίνει σωρός από λιθάρια και κατοικία τσακαλιών· θα προκαλεί κατάπληξη και φρίκη. Κανένας δε θα υπάρχει να κατοικεί σ’ αυτήν.

38 »Ας βρυχιούνται όλοι μαζί οι Βαβυλώνιοι σαν τα λιοντάρια· ας σκούζουν σαν τα λιονταράκια.

39 Όταν θα έχουν εξαφθεί στα συμπόσιά τους θα τους ποτίσω ώσπου να μεθύσουν και να ’ρθούν στο κέφι· ύστερα για πάντα να κοιμηθούν, να μην ξυπνήσουνε ποτέ.

40 Θα τους πάω για σφάξιμο καθώς τ’ αρνιά, σαν τα κριάρια και τους τράγους».

Θρήνος για τη Βαβυλώνα

41 Πώς κυριεύτηκε η Σησάχ!Πώς κατακτήθηκε η πιο ένδοξη πόλη της γης! Πώς έγινε η Βαβυλώνα θέαμα απαίσιο για τα έθνη!

42 Η θάλασσα ανέβηκε πάνω απ’ τη Βαβυλώνα· τη σκέπασαν τ’ αγριεμένα κύματα.

43 Οι πόλεις της έχουν ολέθρια όψη· άνυδρη στέπα έγινε η γη της. Κανείς πια εκεί δεν κατοικεί ούτε κανείς μέσ’ από ’κει διαβαίνει.

Ο Βηλ και τα περίφημα τείχη θα πέσουν

44 Ο Κύριος λέει: «Θα λογαριαστώ με το Βηλ, το θεό της Βαβυλώνας, και θα τον κάνω να ξεράσει όλα όσα καταβρόχθισε. Τα έθνη πια δε θα συνάζονται για τη λατρεία του. Ακόμα και τα τείχη της Βαβυλώνας θα γκρεμιστούν.

45 »Βγείτε μέσ’ απ’ αυτήν, λαέ μου, για να σωθείτε, γιατί ο φοβερός θυμός μου θα ξεσπάσει εναντίον της».

Παράκληση για τους Ισραηλίτες

46 Μην αποθαρρύνεστε και μη φοβάστε από τις φήμες που στη χώρα διαδίδονται. Γιατί κάθε χρονιά διαδίδεται και μια καινούργια φήμη, πότε η μια πότε η άλλη. Στη χώρα κυριαρχεί η καταδυνάστευση, κι ο ένας εξουσιαστής τον άλλο εξουσιαστή κοιτάζει να τον ρίξει.

47 Ο Κύριος λέει:

«Έρχεται ο καιρός που θα λογαριαστώ με τα είδωλα της Βαβυλώνας. Η χώρα θα καταντροπιαστεί, κι όλοι θα σκοτωθούν οι κάτοικοί της.

48 Τότε όλα όσα υπάρχουν στον ουρανό και στη γη θα φωνάξουν από χαρά, όταν θα πέσει η Βαβυλώνα στα χέρια του έθνους που θα έρθει απ’ το βορράγια να την καταστρέψει».

Η αμετάκλητη απόφαση του Κυρίου

49 Η Βαβυλώνα προκάλεσε το θάνατο πολλών ανθρώπων σ’ όλη τη γη. Επειδή όμως προκάλεσε το θάνατο τόσων πολλών Ισραηλιτών, τώρα θα πέσει και η ίδια.

50 Εσείς που γλιτώσατε το θάνατο φύγετε, μη στέκεστε! Θυμηθείτε τον Κύριο, έστω και μακριά από την πατρίδα σας, θυμηθείτε την Ιερουσαλήμ.

51 Εσείς λέτε: «Μας απογοήτευσε ο Κύριος κι όλοι μάς κοροϊδεύουν. Η ντροπή σκέπασε το πρόσωπό μας, γιατί ξένοι μπήκαν στον άγιο ναό του Κυρίου».

52 Ο Κύριος όμως απαντάει: «Έρχονται μέρες που θα λογαριαστώ με τα είδωλα της Βαβυλώνας. Τότε σ’ όλη τη χώρα θ’ ακούγονται τα βογγητά των πληγωμένων.

53 Κι αν ακόμα η Βαβυλώνα υψωθεί ως τον ουρανό και κατασκευάσει εκεί οχυρό απόρθητο, εγώ κι εκεί ακόμη θα της στείλω τους εξολοθρευτές της».

Ο θόρυβος της μεγάλης πόλης θα πάψει

54 Ακούστε τις κραυγές που έρχονται απ’ τη Βαβυλώνα, τον κρότο της μεγάλης καταστροφής της χώρας.

55 Ο Κύριος καταστρέφει τη Βαβυλώνα και μετατρέπει τις φωνές της σε σιγή. Τα κύματα των εχθρών ξεσπούν απάνω της· ο ήχος τους ακούγεται σαν θόρυβος από πολλά νερά.

56 Ήρθε ο εξολοθρευτής ενάντια στη Βαβυλώνα κι οι μαχητές της πιάστηκαν, τα τόξα τους θρυμματίστηκαν· γιατί ο Κύριος είναι Θεός που κάνει ανταπόδοση κι εξάπαντος θ’ ανταποδώσει επάξια.

57 «Θα μεθύσω τους άρχοντές της και τους σοφούς της, τους κυβερνήτες της, τους αξιωματούχους της, και τους πολεμιστές της. Θα κοιμηθούν τον ύπνο τον αιώνιο και ποτέ πια δε θα ξυπνήσουν», λέει ο βασιλιάς που το όνομά του είναι Κύριος του σύμπαντος!

58 Ο Κύριος του σύμπαντος λέει: «Τα πλατιά τείχη της Βαβυλώνας τελείως θα γκρεμιστούν και οι ψηλές της πύλες θα πυρποληθούν».

Έτσι οι λαοί μάταια κουράζονται· και τα έθνη μοχθούν για τη φωτιά.

Το μήνυμα ρίχνεται στον Ευφράτη

59-60 Το τέταρτο έτος της βασιλείας του, ο βασιλιάς του Ιούδα Σεδεκίας πήγε στη Βαβυλώνα. Τον συνόδευε ο Σεραΐας, γιος του Νηρία κι εγγονός του Μαασία, αρμόδιος για το κατάλυμα του βασιλιά. Στο μεταξύ ο Ιερεμίας είχε γράψει σ’ ένα βιβλίο όλες αυτές τις συμφορές που πρόκειτο να συμβούν στη Βαβυλώνα. Έδωσε λοιπόν αυτό το βιβλίο στο Σεραΐα και του είπε:

61 «Όταν φτάσεις στη Βαβυλώνα, φρόντισε να διαβάσεις δυνατά στο λαό όλα όσα είναι γραμμένα εδώ.

62 Έπειτα να προσευχηθείς μ’ αυτά τα λόγια: “εσύ, Κύριε, μίλησες γι’ αυτό τον τόπο και είπες ότι θα τον καταστρέψεις, έτσι που να μην απομείνει τίποτα ζωντανό σ’ αυτόν, ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, αλλά να ερημωθεί για πάντα”.

63 Αφού τελειώσεις την ανάγνωση του βιβλίου προς το λαό, θα δέσεις σ’ αυτό μια πέτρα και θα το ρίξεις στον ποταμό Ευφράτη,

64 και θα πεις: “έτσι θα βυθιστεί η Βαβυλώνα! Θα βουλιάξει και δε θα σηκωθεί ποτέ πια, ύστερα από τα δεινά που ο Κύριος θα φέρει πάνω της. Οι Βαβυλώνιοι θα αποδυναμωθούν”».

Εδώ τελειώνουν τα λόγια του Ιερεμία.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/51-24936f3f3c152bfc1337b7cea17798f2.mp3?version_id=173—

Categories
ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ 52

Ο Ναβουχοδονόσορ αιχμαλωτίζει το Σεδεκία

1 Ο Σεδεκίας ήταν είκοσι ενός ετών όταν έγινε βασιλιάς, και βασίλεψε έντεκα χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Η μητέρα του καταγόταν από τη Λιβνά και ονομαζόταν Χαμουτάλ, κόρη του Ιερεμία.

2 Ο Σεδεκίας έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, όπως ακριβώς είχε κάνει κι ο αδερφός του ο Ιωακίμ.

3 Με όσα έκαναν οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ και του Ιούδα προκάλεσαν την οργή του Κυρίου τόσο, που τους έδιωξε από μπροστά του.

Ο Σεδεκίας επαναστάτησε εναντίον του Ναβουχοδονόσορ, βασιλιά της Βαβυλώνας.

4 Έτσι, τη δέκατη μέρα του δέκατου μήνα του ένατου έτουςτης βασιλείας του Σεδεκία, ο Ναβουχοδονόσορ ήρθε με όλο το στρατό του στην Ιερουσαλήμ. Στρατοπέδευσε απέναντί της και κατασκεύασε πολιορκητικό τείχος γύρω από την πόλη.

5 Η πολιορκία κράτησε ως το ενδέκατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία,

6 οπότε έπεσε πολύ μεγάλη πείνα στην πόλη· δεν υπήρχε καθόλου τροφή για τους κατοίκους της.

Τότε, την ένατη μέρα του τέταρτου μήνα

7 οι Βαβυλώνιοι έκαναν ένα άνοιγμα στο τείχος της πόλης. Τη νύχτα ο βασιλιάς και οι πολεμιστές του Ιούδα βγήκαν από το διάδρομο που ένωνε τα δύο τείχη, πέρασαν κοντά από το βασιλικό κήπο και πήραν το δρόμο προς την κοιλάδα του Ιορδάνη, παρ’ όλο που οι Βαβυλώνιοι είχαν περικυκλώσει την πόλη.

8 Αλλά ο βαβυλωνιακός στρατός καταδίωξε το βασιλιά και τον πρόφτασε στις πεδιάδες της Ιεριχώ· τότε όλοι οι στρατιώτες του τον εγκατέλειψαν και διασκορπίστηκαν.

9 Οι Βαβυλώνιοι συνέλαβαν το Σεδεκία και τον έφεραν στο βασιλιά της Βαβυλώνας στη Ριβλά, στη χώρα της Χαμάθκι εκείνος έβγαλε καταδικαστική απόφαση εναντίον του.

10 Έβαλε να σφάξουν τους γιους του μπροστά στα μάτια του, καθώς και όλους τους άρχοντες του βασιλείου του Ιούδα, εκεί στη Ριβλά.

11 Μετά τύφλωσε το Σεδεκία και τον έδεσε με χάλκινες αλυσίδες· τον έφερε στη Βαβυλώνα και τον έβαλε στη φυλακή μέχρι που πέθανε.

Ο Ναβουχοδονόσορ ολοκληρώνει την καταστροφή της Ιερουσαλήμ

12 Τη δέκατη μέρα του πέμπτου μήνα του δέκατου ένατου έτους της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ, βασιλιά της Βαβυλώνας, ήρθε στην Ιερουσαλήμ ο Νεβουζαραδάν, αρχηγός της σωματοφυλακής του.

13 Αυτός έβαλε φωτιά στο ναό του Κυρίου, στα ανάκτορα και σ’ όλα τα σπίτια της Ιερουσαλήμ, ιδιαίτερα στα αρχοντικά της πόλης.

14 Τα βαβυλωνιακά στρατεύματα που τον ακολουθούσαν γκρέμισαν τα τείχη της Ιερουσαλήμ.

15 Και έσυρε ο Νεβουζαραδάν στην αιχμαλωσία τους φτωχούς του λαού και το υπόλοιπο του λαού που είχε απομείνει στην πόλη, όλους όσοι είχαν αυτομολήσει προς το βασιλιά της Βαβυλώνας.

16 Αλλά μερικούς από τους φτωχότερους της χώρας τούς άφησε πίσω, για να καλλιεργούν τα αμπέλια και τα χωράφια.

17 Οι Βαβυλώνιοι έσπασαν τους χάλκινους στύλους του ναού του Κυρίου, τις βάσεις και τη χάλκινη λεκάνη, και μετέφεραν το χαλκό τους στη Βαβυλώνα.

18 Επίσης πήραν τους λέβητες, τα φτυάρια, τα λυχνοψάλιδα, τις λεκάνες, τα θυμιατήρια και όλα τα χάλκινα σκεύη που χρησίμευαν για τη λατρεία στο ναό.

19 Πήρε ακόμα ο αρχηγός της σωματοφυλακής όλα τα χρυσά και τ’ ασημένια σκεύη, δηλαδή τα κύπελλα, τα πυροδοχεία, τις λεκάνες, τους λέβητες, τις λυχνίες, τα θυμιατήρια και τις φιάλες.

20 Δύο στύλους, τη χάλκινη λεκάνη που στηριζόταν σε δώδεκα χάλκινα μοσχάρια, που τα είχε κατασκευάσει ο βασιλιάς Σολομών για το ναό του Κυρίου –ο χαλκός όλων αυτών των σκευών δεν ήταν δυνατό να ζυγιστεί.

21 Το ύψος κάθε στύλου ήταν δεκαοχτώ πήχεις, η περίμετρός του δώδεκα και το πάχος του τέσσερις δάκτυλοι· μέσα ήταν κούφιοι.

22 Το κιονόκρανο κάθε στύλου ήταν χάλκινο. Το ύψος κάθε κιονόκρανου ήταν πέντε πήχεις και ήταν διακοσμημένο με δικτυωτό και ρόδια ολόγυρα, όλα από χαλκό.

23 Όλα τα ρόδια που ήταν στο δικτυωτό ήταν εκατό, ενενήντα έξι από τα οποία μπορούσε κανείς να τα δει από κάτω.

24 Ο αρχηγός της σωματοφυλακής συνέλαβε τον αρχιερέα Σεραΐα, τον δεύτερο ιερέα Σοφονία και τους τρεις φρουρούς της πύλης του ναού.

25 Επίσης συνέλαβε έναν αξιωματούχο, που ήταν επικεφαλής των πολεμιστών, εφτά από τους συμβούλους του βασιλιά, το γραμματέα του αρχηγού του στρατού, υπεύθυνο για τη στρατολόγηση των κατοίκων της χώρας, καθώς και εξήντα επιφανείς άντρες απ’ το λαό· όλοι αυτοί βρίσκονταν στην πόλη.

26 Αυτούς τους πήρε ο Νεβουζαραδάν και τους έφερε στο βασιλιά της Βαβυλώνας, στη Ριβλά.

27 Εκείνος έδωσε διαταγή και τους σκότωσαν εκεί στη Ριβλά, στη χώρα της Χαμάθ.

Έτσι, ο λαός του Ιούδα οδηγήθηκε στην αιχμαλωσία, μακριά από τη χώρα του.

28 Αυτοί είναι οι αριθμοί των αιχμαλώτων: Το έβδομο έτος της βασιλείας του ο Ναβουχοδονόσορ πήρε μαζί του τρεις χιλιάδες είκοσι τρεις Ιουδαίους.

29 Το δέκατο όγδοο έτος της βασιλείας του πήρε στην αιχμαλωσία οχτακόσια τριάντα δύο άτομα από την Ιερουσαλήμ.

30 Και το εικοστό τρίτο έτος, ο αρχηγός της σωματοφυλακής Νεβουζαραδάν, πήρε στην αιχμαλωσία εφτακόσια σαράντα πέντε άτομα· σύνολο τέσσερις χιλιάδες εξακόσια άτομα.

Ο βασιλιάς της Βαβυλώνας αμνηστεύει τον Ιωαχίν

31 Τριάντα εφτά χρόνια από την αιχμαλωσία του βασιλιά Ιωαχίν, βασιλιάς της Βαβυλώνας έγινε ο Ευΐλ-Μερωδάχ.Και τον ίδιο χρόνο, την εικοστή πέμπτη μέρα του δωδέκατου μήνα, έδωσε αμνηστία στον Ιωαχίν και τον έβγαλε από τη φυλακή.

32 Του φέρθηκε με ευμένεια και τον τίμησε περισσότερο από τους άλλους βασιλιάδες, που ήταν μαζί του αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα.

33 Έτσι, του επιτράπηκε να βγάλει τα ρούχα της φυλακής και να συντρώγει με το βασιλιά το υπόλοιπο της ζωής του.

34 Επίσης, όσο ζούσε, του παρέχονταν κάθε μέρα από το βασιλιά της Βαβυλώνας όλα τα απαραίτητα για τη συντήρησή του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/JER/52-9ed32d676a15f98decd884b3ee13bc21.mp3?version_id=173—

Categories
ΘΡΗΝΟΙ

ΘΡΗΝΟΙ 1

Θλίψη για την αιχμαλωσία της Σιών

1 Αχ, αλίμονο, πώς έμεινε έρημη

η πόλη που είχε άλλοτε τόσο πολύ λαό!

Αυτή που ήταν ονομαστή στα έθνη ανάμεσα

απόμεινε σαν χήρα·

των πόλεων η πριγκίπισσα υποδουλώθηκε.

2 Κλαίει και κλαίει όλη τη νύχτα αδιάκοπα,

τα δάκρυα τα μάγουλά της αυλακώνουν.

Απ’ όλους που την αγαπήσανε κανείς

δε βρίσκεται να την παρηγορήσει.

Όλοι οι φίλοι της την εγκατέλειψαν·

της έγιναν εχθροί.

3 Μετά τη θλίψη και το βάρος της δουλείας,

ο λαός του Ιούδα στην αιχμαλωσία σύρθηκε.

Τώρα μένει στα έθνη ανάμεσα και ησυχία δε βρίσκει·

οι διώκτες του τον φέραν σε αδιέξοδο

τον πίεσαν σκληρά.

4 Οι δρόμοι που οδηγούνε στη Σιών πενθούν,

γιατί κανείς πια στις γιορτές δεν έρχεται.

Ερημωθήκαν όλες της οι πύλες,

οι ιερείς της πικρά αναστενάζουνε,

θλίβονται οι κόρες της,

κι η ίδια πολύ είναι πικραμένη.

5 Οι αντίπαλοί της πάνω της κυριάρχησαν,

οι εχθροί της ζουν ευτυχισμένοι,

γιατί ο Κύριος την ταλαιπώρησε για τις πολλές της ανομίες.

Τα νεαρά παιδιά της τα ’διωξε ο εχθρός

και πορευθήκαν στην αιχμαλωσία.

6 Κι η πόλη της Σιών όλη τη δόξα της την έχασε·

οι άρχοντές της γίνανε σαν ελάφια

που δε βρίσκουν τροφή·

κι είναι σχεδόν χαμένη η δύναμή τους,

καθώς τρέχουνε να ξεφύγουν απ’ το διώκτη τους.

7 Η Ιερουσαλήμ στης δυστυχίας της

και στης κατάπτωσης τις μέρες

θυμάται όλη τη λαμπρότητα

που είχε τον παλιό καιρό.

Όταν όμως ο λαός της έπεσε στα χέρια του εχθρού

ούτ’ ένας δεν βρέθηκε να τη βοηθήσει.

Την κοίταζαν οι εχθροί της και γελούσαν

βλέποντας την κατάντια της.

8 Η Ιερουσαλήμ αμάρτησε πολύ,

γι’ αυτό κι έγινε καταγέλαστη.

Όλοι όσοι την εκτιμούσαν, τώρα την περιφρονούν,

γιατί βλέπουν τη γύμνια της·

κι αυτή αναστενάζει

κι από την άλλη στρέφεται μεριά.

9 Το φόρεμά της φέρνει τα ίχνη της ντροπής της·

τέτοιο τέλος δεν τό ’χε ποτέ φανταστεί.

Έπεσε τόσο χαμηλά, χωρίς ούτ’ ένας να βρεθεί

να την παρηγορήσει.

Φωνάζει η πόλη: «Κύριε, δες τη θλίψη μου·

άκου τον πώς καυχιέται ο εχθρός μου!»

10 Ο εχθρός το χέρι του άπλωσε

σ’ όλους τους θησαυρούς της·

κι αυτή είδε το ναό της να πατούν,

τα έθνη εκείνα που είχε προστάξει ο Κύριος

να μη μπουν μέσα στην κοινότητά του.

11 Αναστενάζουν όλοι της οι κάτοικοι,

ψωμί ζητούν·

δίνουνε τα στολίδια τους, για να ’βρουν τροφή,

έτσι που στη ζωή να κρατηθούνε.

Η πόλη φωνάζει: «Κύριε, κοίταξε,

δες πόσο είμαι καταφρονεμένη!»

12 Κράζει προς τους διαβάτες:

«Αχ, όλοι εσείς, κοιτάξτε με και πέστε αν υπάρχει

πόνος σαν το δικό μου πόνο, που μου εδόθη,

και που μ’ αυτόν ο Κύριος με βασάνισε

τη μέρα της φοβερής του οργής.

13 Από ψηλά έριξε φωτιά στα κόκαλά μου

και τα κατέστρεψε·

δίχτυ στα πόδια μου άπλωσε,

κάτω με πέταξε, μ’ έκανε νά υποφέρω,

για πάντα να πονώ.

14 Έκανε ο Κύριος ζυγό τις αμαρτίες μου,

τις έσφιξε γερά απάνω στο λαιμό μου,

έτσι η δύναμή μου ατόνησε.

Ο Κύριος με παρέδωσε στα χέρια εκείνων,

που δεν μπορώ να τους αντισταθώ.

15 Ο Κύριος μακριά μου απέρριψε

όλους τους άντρες μου, τους ισχυρούς·

πλήθος συγκέντρωσε εναντίον μου,

για να συντρίψει τους πολεμιστές μου.

Πάτησαν του Ιούδα το λαό

καθώς στο πατητήρι τα σταφύλια.

16 Γι’ αυτό εγώ κλαίω· τα μάτια δάκρυα πλημμυρίζουν,

γιατ’ είναι μακριά μου ο παρηγορητής μου

εκείνος που θα μου ξανάδινε ζωή·

αφανιστήκαν τα παιδιά μου,

γιατί ο εχθρός ήταν πολύ ισχυρός».

17 Τα χέρια της άπλωσε ικετευτικά η Σιών,

αλλά κανείς δεν την παρηγορεί·

ο Κύριος επιστράτευσε στον Ιακώβ ενάντια

τους γύρω του εχθρούς·

η Ιερουσαλήμ έγινε μισητή γι’ αυτούς.

18 «Ο Κύριος έχει δίκιο που έτσι μου φέρεται,

γιατί εναντιώθηκα στους λόγους του.

Ακούστε όμως όλοι εσείς εδώ οι λαοί,

κοιτάξτε με στον πόνο μου.

Οι κοπελιές μου και τα παλικάρια μου

φύγαν για την αιχμαλωσία.

19 Κάλεσα αυτούς που με είχαν αγαπήσει

αλλά με πρόδωσαν·

οι ιερείς μου κι οι πρεσβύτεροί μου

στην πόλη πέθαναν γυρεύοντας τροφή,

για να πάρουν δυνάμεις.

20 Κοίταξε, Κύριε, πόσο πολύ υποφέρω·

φλογίζονται τα σπλάχνα μου,

μέσα μου αναταράζεται η καρδιά μου,

τόσο πολύ που σου εναντιώθηκα.

Έξω αφανίζει τα παιδιά μου το ξίφος,

και μέσα το θανατικό.

21 Οι εχθροί μου μ’ άκουσαν ν’ αναστενάζω!

Αλλά κανείς να με παρηγορήσει δεν υπάρχει.

Όλοι τους άκουσαν και χάρηκαν

για την καταστροφή που μου προξένησες εσύ.

Ας έρθει η ημέρα που εξάγγειλες,

για να υποφέρουνε κι αυτοί όπως εγώ.

22 Μην παραβλέψεις την κακία τους· Κύριε,

και σ’ αυτούς κάνε ότι έκανες σ’ εμένα,

για όλες τις αμαρτίες μου.

Γιατί πολλοί ’ναι οι αναστεναγμοί μου,

κι είν’ η καρδιά μου ανήμπορη».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/LAM/1-1eae263ae4086282fd425be8af48e390.mp3?version_id=173—

Categories
ΘΡΗΝΟΙ

ΘΡΗΝΟΙ 2

Οι θλίψεις της Σιών προέρχονται από τον Κύριο

1 Αλίμονο, πώς εξευτέλισε ο Κύριος πάνω στο θυμό του

την πόλη της Σιών!

Τη δόξα του Ισραήλ την έριξε από τον ουρανό στη γη·

τη μέρα της οργής του δεν λογάριασε

του θρόνου του το υποπόδιο –το ναό.

2 Ο Κύριος δίχως οίκτο κατέστρεψε όλα του Ιακώβ τα κτήματα·

γκρέμισε πάνω στο θυμό του τα οχυρά του λαού του Ιούδα·

έριξε κάτω στο έδαφος και ταπείνωσε

το βασιλιά τους και τους άρχοντές του.

3 Θυμό γεμάτος τσάκισε

όλη του Ισραήλ τη δύναμη·

το χέρι το δεξί του το αποτράβηξε,

όταν ήρθε ο εχθρός

και άναψε στον Ιακώβ φωτιά μεγάλη,

που όλα τριγύρω τα εξαφάνισε.

4 Τέντωσε σαν εχθρός το τόξο του,

το βέλος στέριωσε στο χέρι το δεξί του

και σαν αντίπαλος χτύπησε

καθετί που τα μάτια μας ευχαριστούσε·

σαν φωτιά το θυμό του ξέχυσε

στη σκηνή πάνω της πόλης της Σιών.

5 Ο Κύριος σαν εχθρός μας έγινε!

Κατέστρεψε τον Ισραήλ,

κατέστρεψε όλα του τ’ ανάκτορα,

γκρέμισε τα οχυρά του,

κι έφερε στο λαό του Ιούδα

θλίψεις και στεναγμούς.

6 Ξήλωσε το ναό του σαν να ήταν παράγκα σε κήπο,

διέλυσε τη γιορταστική σύναξή του.

Ο Κύριος έκανε το λαό της Σιών

να λησμονήσει και γιορτές και Σάββατα,

και στην έξαψη πάνω της οργής του

αποδοκίμασε και το βασιλιά και τους ιερείς.

7 Ο Κύριος κατεδάφισε το θυσιαστήριό του,

το ναό του τον περιφρόνησε,

σε χέρια εχθρικά παρέδωσε

της πόλης τα τείχη.

Φωνές εχθρών ακούστηκαν στον οίκο του Κυρίου,

όπως ηχούσαν τον καιρό της δικής μας γιορτής.

8 Ο Κύριος είχε σκεφτεί το τείχος να γκρεμίσει

της πόλης της Σιών·

τέντωσε γύρω της σχοινί με αποφασιστικότητα,

ώσπου να φέρει την καταστροφή.

Έκανε και το πρόχωμα και το τείχος να πενθήσουν·

έπεσαν και τα δυο μαζί.

9 Οι πύλες της Σιών σωριάστηκαν στη γη·

τους μοχλούς της τους κομμάτιασε.

Ο βασιλιάς κι οι άρχοντές της βρίσκονται

αιχμάλωτοι ανάμεσα στα έθνη·

οι ιερείς της πια το νόμο δεν διδάσκουν·

ούτε οι προφήτες της παίρνουν αποκαλύψεις

με οράματα απ’ τον Κύριο.

10 Οι πρεσβύτεροι της Σιών

κάθονται χάμω σιωπηλοί,

ρίχνουνε στάχτη πάνω στο κεφάλι τους,

φοράνε ρούχα πένθιμα.

Οι κόρες της Ιερουσαλήμ

με θλίψη γέρνουν το κεφάλι τους στη γη.

11 Τα μάτια μου μαράθηκαν από τα δάκρυα,

αναταράχτηκαν τα σπλάχνα μου,

δεν μπορώ να κρύψω την απελπισία μου

μπρος στου λαού μου την κατάρρευση,

ενώ πεθαίνουνε τα βρέφη και τα νήπια

στης πολιτείας τα σοκάκια.

12 Φωνάζουν στις μανάδες τους,

γιατί πεινάνε και διψούν·

σαν τους τραυματίες λιποθυμούν

στης πολιτείας τα σοκάκια,

και ξεψυχούν στην αγκαλιά της μάνας τους.

13 Αγαπημένη Ιερουσαλήμ, με τι να σε συγκρίνω;

με τι να πω πως είσαι όμοια;

και με τι να σε παραβάλω

και πώς να σε παρηγορήσω, πόλη της Σιών;

Η συμφορά σου είναι μεγάλη σαν τη θάλασσα·

ποιος θα μπορούσε απ’ αυτήν να σε γιατρέψει;

14 Όσα οι προφήτες σου είδανε για σένα

ήταν οράσεις ψεύτικες κι απατηλές.

Δε σου φανέρωσαν την ανομία σου,

για ν’ αποτρέψουν έτσι την αιχμαλωσία σου,

αλλά σου δώσαν ψεύτικους χρησμούς, παραπλανητικούς.

15 Όλοι όσοι περνούν στο δρόμο κατά ’δω

χτυπούν χαιρέκακα τα χέρια τους,

κουνάνε το κεφάλι για τα ερείπια της Ιερουσαλήμ

σιγανά τραγουδώντας:

«Αυτή είναι η πόλη που την ονομάζανε

της ομορφιάς αποκορύφωμα,

χαρά όλης της γης;»

16 Όλοι οι εχθροί σου σε κακολογούν·

σφυρίζουν, τρίζουνε τα δόντια

και φωνάζουν:

«Την καταστρέψαμε! Αυτή είναι η ημέρα

που περιμέναμε·

ήρθε, την είδαμε!»

17 Ο Κύριος έκανε ό,τι είχε αποφασίσει,

ξεπλήρωσε τις απειλές

που είχε εξαγγείλει από καιρό·

ανελέητος όλα τα κατέστρεψε,

έκανε τον εχθρό σου να χαρεί για σένα,

τους αντιπάλους σου τους έκανε να θριαμβεύσουν.

18 Πόλη της Σιών, τα τείχη σου ας φωνάξουνε

στον Κύριο να σ’ ελεήσει!

Άσε να τρέξουνε σαν χείμαρρος

μέρα και νύχτα ακούραστα τα δάκρυά σου,

τα μάτια σου χωρίς σταματημό.

19 Σήκω πάλι και πάλι μες στη νύχτα

και πες τον πόνο σου στον Κύριο.

Ξέχυσε την καρδιά σου σαν νερό μπροστά του,

ύψωσε προς αυτόν δεητικά τα χέρια σου,

και παρακάλεσε για των παιδιών σου τη ζωή,

για τα παιδιά που από την πείνα ξεψυχούν

στις άκριες των δρόμων.

20 Κοίταξε, Κύριε, και δες σε ποιον τα έκανες αυτά!

Ήταν σωστό να τρώνε οι γυναίκες τα παιδιά τους

που τα γεννήσαν και τα περιποιήθηκαν;

να θανατώνονται οι ιερείς και οι προφήτες

και μάλιστα μες στο αγιαστήριό σου;

21 Παιδιά και γέροντες είναι στο χώμα ξαπλωμένοι·

το ξίφος θέρισε τα παλικάρια και τις κοπελιές μου·

τη μέρα της οργής σου τους θανάτωσες,

χωρίς συμπόνια τους σφαγίασες.

22 Σαν να ’τανε μέρα γιορτής

από παντού τους φοβερούς εχθρούς μου

μάζεψες,

κι ούτ’ ένας δεν διασώθηκε ούτε ξέφυγε,

τη μέρα, Κύριε, της οργής σου.

Όλα μου τα παιδιά που τα μεγάλωσα και τα περιποιήθηκα

ο εχθρός μού τα εξολόθρεψε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/LAM/2-607d2058fd740c5c93eacc6ebac38624.mp3?version_id=173—

Categories
ΘΡΗΝΟΙ

ΘΡΗΝΟΙ 3

Ελπίδα στο έλεος του Θεού για αποκατάσταση

1 Εγώ είμαι ο άνθρωπος που γνώρισε τη δυστυχία

απ’ το ραβδί της οργής του Κυρίου.

2 Με έσυρε και μ’ έφερε μέσ’ στο βαθύ σκοτάδι, όχι στο φως.

3 Όλο εμένα χτυπάει καθημερινά.

4 Βασάνισε τη σάρκα και το δέρμα μου

και σύντριψε τα κόκαλά μου·

5 με απέκλεισε από παντού,

με περιστοίχισε με πίκρα και με πόνο.

6 Να ζήσω μέσα στο σκοτάδι μ’ έβαλε,

σαν τους νεκρούς του παρελθόντος.

7 Σε τείχη μέσα μ’ έκλεισε και δεν μπορώ να βγω·

μου ’κανε πιο βαριές τις αλυσίδες μου.

8 Ακόμη κι όταν με φωνές τον ικετεύω,

πνίγει την προσευχή μου

για να μη φτάσει ως αυτόν.

9 Τους δρόμους μου τους έφραξε με πέτρες πελεκητές

κι έτσι ακολούθησα λαθεμένο μονοπάτι.

10 Για μένα έγινε σαν αρκούδα

και σαν λιοντάρι που ενεδρεύει.

11 Μ’ έβγαλε απ’ το δρόμο μου

και μ’ έκανε κομμάτια,

με αφάνισε.

12 Το τόξο μου το τέντωσε

και για σημάδι μ’ έβαλε στο βέλος του.

13 Τα βέλη όλα της φαρέτρας μου

τα έμπηξε στα νεφρά μου.

14 Έγινα του λαού μου ο περίγελως,

το αδιάκοπο, χλευαστικό τραγούδι τους.

15 Πίκρες με χόρτασε,

με πότισε φαρμάκι.

16 Χαλίκια με τα δόντια μου με έκανε να φάω.

Μ’ έριξε μες στη στάχτη,

17 μου πήρε την ειρήνη της ψυχής μου,

τι είναι ευτυχία το λησμόνησα,

18 και είπα: «Χάθηκε η δύναμή μου,

αυτή η ελπίδα που ερχόταν απ’ τον Κύριο».

19 Ν’ αναλογίζομαι τη θλίψη και την ταλαιπωρία μου

είναι δηλητήριο και χολή.

20 Αδιάκοπα τα σκέφτομαι και θλίβεται η ψυχή μου.

21 Μα η ελπίδα έρχεται ετούτο όταν θυμάμαι:

22 πως του Κυρίου η ευσπλαχνία δεν εξαντλήθηκε,

ούτε και τέλειωσε το έλεός του.

23 Την κάθε αυγή ξαναγεννιούνται·

κι είν’ η πιστότητά του απέραντη.

24 Είπα: «Ο Κύριος για μένα είναι το παν,

γι’ αυτό και θα ’χω την ελπίδα μου σ’ αυτόν».

25 Ο Κύριος είναι καλός σ’ όποιον τον εμπιστεύεται,

σ’ αυτόν που τον αναζητάει.

26 Είναι καλό να περιμένει κάποιος σιωπηλά

από τον Κύριο τη βοήθεια.

27 Καλό είναι για τον άνθρωπο

να ’χει απ’ τα νιάτα του υπομείνει δυσκολίες.

28 Ας περιμένει κι ας σιωπά,

αφού ο Κύριος τις επιτρέπει.

29 Ας ταπεινώνεται ως τη γη· ίσως υπάρχει ακόμα ελπίδα.

30 Και τα χτυπήματα ας τα δέχεται,

τις ταπεινώσεις ας τις υπομένει.

31 Γιατί ο Κύριος δεν θα τον ταλαιπωρεί για πάντα.

32 Κι όταν τις στενοχώριες δίνει,

πάλι γίνεται σπλαχνικός·

τόσο είναι μεγάλη η αγαθότητά του.

33 Δε χαίρεται όταν στενοχωρεί

κι όταν πικραίνει τους ανθρώπους.

34 Όταν ποδοπατιούνται

της χώρας μας οι αιχμάλωτοι,

35 όταν στα μάτια του Υψίστου μπρος

καταπατιέται το δίκιο ενός ανθρώπου,

36 όταν στο δικαστήριο κάποιος αδικείται,

αυτά ο Κύριος τάχα δεν τα βλέπει;

37 Ποιος είν’ αυτός που όταν πει κάτι, γίνεται;

Ο Κύριος δεν είναι εκείνος που προστάζει;

38 Αν κάτι γίνεται κακό ή κάτι καλό,

ο Ύψιστος το πρόσταξε!

39 Για ποιο πράγμα ο άνθρωπος μπορεί να παραπονεθεί,

αφού, παρόλα του τα λάθη,

βρίσκεται ακόμα στη ζωή;

40 Ας εξετάσουμε τον τρόπο της ζωής μας

κι ας τον διερευνήσουμε,

στον Κύριο ας επιστρέψουμε.

41 Καρδιές και χέρια στο Θεό του ουρανού ας υψώσουμε,

κι ας του προσευχηθούμε:

42 «Αμαρτήσαμε, αποστατήσαμε

κι εσύ ακόμα δε μας το συγχώρησες!

43 Σε κατέλαβε ο θυμός σου και μας καταδίωξες,

δίχως συμπόνια μάς εξόντωσες.

44 Με σύννεφο σκεπάστηκες,

έτσι που να μην μπορεί να το περάσει η προσευχή μας.

45 Μας έκανες σκουπίδια,

βδέλυγμα στους λαούς ανάμεσα.

46 Όλοι οι εχθροί μας με τα λόγια τους

μας κοροϊδεύουν.

47 Τρόμος και θάνατος έπεσε πάνω μας,

ερήμωση και καταστροφή.

48 Χειμάρρους δάκρυα κατεβάζουνε τα μάτια μου,

γιατί ο λαός μου καταστράφηκε!

49 Τα μάτια μου γίναν πηγές αστέρευτες χωρίς σταματημό,

50 ωσότου ο Κύριος να σκύψει

από τα ουράνια και να δει.

51 Τα μάτια μου με κάνουν και πονώ

από το συνεχές κλάμα για την πόλη μου.

52 «Εκείνοι που χωρίς λόγο μ’ εχθρεύονται,

με καταδίωξαν σαν να ’μουνα πετούμενο.

53 Μ’ έριξαν ζωντανό μες σ’ ένα λάκκο

και κλείσαν με μια πλάκα το άνοιγμα.

54 Τα νερά έφτασαν στο λαιμό μου

και μέσα μου είπα:

“χάθηκα!”

55 Επικαλέστηκα το όνομά σου, Κύριε,

απ’ τα βαθιά του λάκκου.

56 Είπα: “το αυτί σου μην το κλείσεις

στο στεναγμό μου, στην κραυγή μου”.

Και τη φωνή μου εσύ την άκουσες.

57 Όταν σε φώναξα ήρθες κοντά

και μού ’πες: “μη φοβάσαι!”

58 Έγινες υπερασπιστής μου, Κύριε, στη δίκη μου,

έσωσες τη ζωή μου.

59 Κύριε, ξέρεις το άδικο που μού ’γινε·

απόδωσέ μου δικαιοσύνη!

60 Είδες όλο το μίσος τους,

όλα τα πονηρά τους σχέδια εναντίον μου.

61 Άκουσες, Κύριε, τις προσβολές τους,

όλα τα πονηρά τους σχέδια εναντίον μου.

62 Τα λόγια των εχθρών μου και οι σκέψεις τους

είν’ εναντίον μου όλη την ημέρα.

63 Κοίτα τους: είτε κάθονται είτε σηκώνονται,

εγώ είμαι το ειρωνικό τους το τραγούδι.

64 Κύριε, ανταπόδωσέ τους σύμφωνα με τα έργα τους.

65 Σκλήρυνε την καρδιά τους·

ας πέσει πάνω τους η κατάρα σου.

66 Μες στην οργή σου καταδίωξέ τους,

κι από τη γη εξαφάνισέ τους, Κύριε».

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/LAM/3-13acc724be22049adc1f2a086f4428fb.mp3?version_id=173—