Categories
ΨΑΛΜΟΙ

ΨΑΛΜΟΙ 89 [88]

Πού είναι, Κύριε, οι υποσχέσεις που έδωσες στο Δαβίδ;

1 Μασχίλ του Εθάν του Εζραΐτη.

2 Κύριε, τις καλοσύνες σου

αιώνια θα τις ψάλλω·

από γενιά σ’ άλλη γενιά

θα λέω για την πιστότητά σου.

3 Είπα:

«Η αγάπη σου αιώνια διαρκεί·

στερεωμένη στα ουράνια η πιστότητά σου».

4 Κι είπες: «Έκανα συμφωνία με τον εκλεκτό μου

και στο Δαβίδ το δούλο μου ορκίστηκα:

5 Για πάντα θα στεριώσω τους απογόνους σου·

το θρόνο σου θα τον στηρίζω

από γενιά σ’ άλλη γενιά.»

(Διάψαλμα)

6 Πανηγυρίζουν οι ουρανοί,

τα θαυμαστά σου έργα, Κύριε,

και στων αγίων τη σύναξη ανυμνείται

η πιστότητά σου.

7 Γιατί, ποιος θα μπορούσε με τον Κύριο

στα ουράνια να συγκριθεί;

ποιος τάχα στους θεούς ανάμεσα

με τον Κύριο μοιάζει;

8 Ο Θεός φοβερός πολύ μες στων αγίων τη σύσκεψη·

και τρομερός αφάνταστα

σ’ όσους τον περιβάλλουν.

9 Κύριε, του σύμπαντος Θεέ,

ποιος είναι σαν κι εσένα;

ποιος σαν εσένα, Κύριε, ισχυρός;

Είσαι όλος πιστότητα.

10 Εσύ δαμάζεις τη θαλασσοταραχή·

το σάλο των κυμάτων εσύ τον γαληνεύεις.

11 Εσύ διαπέρασες, πάταξες τη Ραάβ·

μ’ ενέργειες της δύναμής σου

τους εχθρούς σου τους σκόρπισες.

12 Σ’ εσένα ουρανοί

και γη ανήκουν.

Στην οικουμένη και σ’ ό,τι τη γεμίζει

εσύ έδωσες υπόσταση.

13 Βορρά και νότο δημιούργησες εσύ·

το Θαβώρ κι ο Ερμών αναγαλλιάζουν στ’ όνομά σου.

14 Δικός σου είναι ο δυνατός βραχίονας·

το χέρι σου είναι ισχυρό,

η δεξιά σου υψωμένη.

15 Δικαιοσύνη και ευθυκρισία

είν’ το θεμέλιο του θρόνου σου·

η καλοσύνη κι η πιστότητα

την παρουσία σου προαγγέλλουν.

16 Μακάριος είν’ ο λαός

που ξέρει μ’ ενθουσιασμό να σ’ εξυμνεί!

Με το φως, Κύριε, πορεύονται

της ύπαρξής σου.

17 Στο όνομά σου κάθε μέρα αγάλλονται,

με τη δικαιοσύνη σου ευτυχούν.

18 Γιατ’ είσαι εσύ της δύναμής τους καύχημα

και με την εύνοιά σου το κύρος μας υψώνεις.

19 Γιατί ο Κύριος είν’ η προστασία μας,

ο Άγιος Θεός του Ισραήλ, ο βασιλιάς μας.

20 Μίλησες τότε με όραμα

στους ευσεβείς σου και είπες:

«Σ’ έναν γενναίο έδωσα βοήθεια·

ανέδειξα τον εκλεκτό μέσ’ από το λαό.

21 Βρήκα το δούλο μου το Δαβίδ,

τον έχρισα με τ’ άγιο μου το λάδι,

22 ώστε να τον στεριώνει η δύναμή μου

και η ισχύς μου να τον κραταιώνει.

23 Δε θα κερδίσει απ’ αυτόν ο εχθρός

κι ο άνομος δε θα τον καταβάλει.

24 Μπροστά του θα συντρίψω τους εχθρούς του

και θα πατάξω αυτούς που τον μισούν.

25 Η αλήθεια μου κι η αγάπη μου

μαζί του θα ’ναι·

και με την παρουσία μου την ενεργό το κύρος του θα αυξηθεί.

26 Θ’ απλώσω ως τη θάλασσα την εξουσία του,

και την κυριαρχία του ως τους ποταμούς.

27 Αυτός θα πρέπει να ομολογήσει:

“εσύ ’σαι ο πατέρας μου,

της σωτηρίας μου σιγουριά, Θεός μου”.

28 Κι εγώ προνόμια σ’ αυτόν

πρωτότοκου θα δώσω·

υπέρτατον στης γης τους βασιλιάδες θα τον κάνω.

29 Γι’ αυτόν την εύνοιά μου θα κρατήσω αιώνια·

τη διαθήκη μου απαράβατη μ’ αυτόν.

30 Τους απογόνους του για πάντα θα τους διατηρήσω,

το θρόνο του όσο θα υπάρχει ο ουρανός.

31 Αν οι απόγονοί του

το νόμο μου εγκαταλείψουν

και με τις εντολές μου σύμφωνα δεν πορευτούν,

32 αν παραβούν τα διατάγματά μου

και δεν τηρήσουν τις δικές μου εντολές,

33 θα τιμωρήσω αυστηρά τις παραβάσεις τους,

και για τις ανομίες τους θα τους δώσω συμφορές.

34 Αλλά δε θ’ αποσύρω απ’ αυτόν το έλεός μου,

και την πιστότητά μου δε θα τη διαψεύσω.

35 Δε θα παραβώ τη διαθήκη μου,

και ό,τι βγήκε από τα χείλη μου δε θα το αθετήσω.

36 Μία φορά ορκίστηκα στην αγιότητά μου·

δε θ’ απογοητεύσω το Δαβίδ.

37 Οι απόγονοί του αιώνια θα υπάρχουν·

κι ο θρόνος του

όπως απέναντί μου ο ήλιος κι η σελήνη,

38 αιώνια στεριωμένος θα ’ναι

–μάρτυρες αξιόπιστοι είναι τα ουράνια».

(Διάψαλμα)

39 Ωστόσο εσύ, Κύριε, απώθησες τον εκλεκτό σου

και τον βδελύχθηκες·

και εναντίον του οργίστηκες πολύ.

40 Τη συμφωνία με το δούλο σου την απαρνήθηκες·

το διάδημά σου το ξευτέλισες στη γη.

41 Όλα τα τείχη του τα γκρέμισες,

ερείπια έκανες τα οχυρά του.

42 Στο δρόμο όσοι περνούν τον λεηλατούν·

στους γείτονές του έγινε περίγελως.

43 Τη νίκη χάρισες στους αντιπάλους του,

χαρά έδωσες σ’ όλους τους εχθρούς του.

44 Την κόψη του σπαθιού του στόμωσες

και δεν του παραστάθηκες στον πόλεμο.

45 Το μεγαλείο του το αφάνισες,

το θρόνο του τον γκρέμισες στη γη.

46 Λιγόστεψες της νιότης του τις μέρες,

τον γέμισες ντροπή.

(Διάψαλμα)

47 Ως πότε, Κύριε, θα κρύβεσαι;

για πάντα σαν φωτιά θα λαμπαδιάζει

η οργή σου;

48 Θυμήσου πόσο η ζωή μου διαρκεί,

πόσο προσωρινό το δημιούργησες

το γένος των ανθρώπων.

49 Είναι κανείς που να μπορεί να ζει,

χωρίς ο θάνατος να τονε φτάνει;

ή να μπορεί να σώσει τη ζωή του

από την εξουσία του άδη;

(Διάψαλμα)

50 Πού είναι, Κύριε,

η ευσπλαχνία σου η γνώριμη από παλιά,

που στο Δαβίδ την υποσχέθηκες

με την πιστότητά σου;

51 Θυμήσου, Κύριε, πώς πρόσβαλαν τους δούλους σου!

Πόσων λαών τους χλευασμούς πρέπει να υποστώ;

52 Κύριε, χλευάζουν οι εχθροί σου το βασιλιά που έχρισες·

ναι, τρέχουνε πίσω του και τον χλευάζουν.

53 Ευλογητός ας είσαι, Κύριε, στον αιώνα!

Αμήν, αμήν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/PSA/89-f624bc83d402ae17d48e426a7272c4e6.mp3?version_id=173—

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *