Η νίκη του Θεού πάνω στους κακόγλωσσους
1 Στον πρωτοψάλτη. Ψαλμός του Δαβίδ.
2 Άκουσε, Θεέ,
της θρηνωδίας μου τη φωνή·
από τον κίνδυνο του εχθρού
φύλαξε τη ζωή μου.
3 Κρύψε με
απ’ τις συνωμοσίες των κακούργων,
απ’ των παράνομων τη σύναξη.
4 Ακόνισαν τη γλώσσα τους σαν ξίφος,
κατεύθυναν τα βέλη τους λόγια πικρά,
5 για να τοξεύουν στα κρυφά τον άψογο·
άξαφνα του ρίχνουν με το τόξο
και δε φοβούνται.
6 Αμετακίνητοι στο πονηρό τους έργο,
συμβούλια κάνουν,
πώς τις παγίδες τους να κρύψουν·
και λεν:
«Ποιος θα τις δει;»
7 Εγκλήματα σχεδιάζουν λέγοντας:
«Είμαστε έτοιμοι· η δουλειά καλά μελετημένη».
Ανεξερεύνητη η καρδιά
κι η σκέψη κάθε ανθρώπου.
8 Αλλά ο Θεός έριξε πάνω τους τα βέλη του
και ξαφνικά βρεθήκαν πληγωμένοι.
9 Άφησε να καταστραφούν από τη γλώσσα τους·
όλοι όσοι τους βλέπουνε
κουνάνε το κεφάλι.
10 Όλοι οι άνθρωποι φοβήθηκαν,
διαλάλησαν το έργο του Θεού
και ό,τι έπραξε, καλά το καταλάβαν.
11 Στον Κύριο βρίσκει ο δίκαιος τη χαρά του,
σ’ αυτόν και την ελπίδα του·
όλες οι τίμιες καρδιές θα τον δοξάζουν.
—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/PSA/64-af8c861e83cf4eee1700ba2eb5833333.mp3?version_id=173—