Θα την ξυπνήσω την αυγή
1 Ωδή του Δαβίδ.
2 Θεέ, είν’ η καρδιά μου στεριωμένη.
Θα ψάλω και θα παίξω μουσική.
Εμπρός, ψυχή μου!
3 Ξύπνα άρπα και κιθάρα μου,
θέλω εγώ τον ήλιο να ξυπνήσω.
4 Θα σε δοξολογήσω στους λαούς μέσα, Κύριε,
στα έθνη μέσα ύμνους θα σου ψάλω.
5 Γιατ’ είναι πιο μεγάλη
κι απ’ τους ουρανούς η αγάπη σου,
και φτάνει ως τα σύννεφα η πιστότητά σου.
6 Υψώσου ως απάνω στους ουρανούς, Θεέ,
πάνω σ’ ολόκληρη τη γη ας είναι η δόξα σου!
7 Για να ελευθερωθούν οι αγαπητοί σου,
σώσε μας με τη δύναμή σου
και δώσ’ μου απόκριση.
8 Ο Θεός μίλησε
μέσα στον άγιο του ναό:
«Θα θριαμβεύσω, θα σας μοιράσω τη Συχέμ
και την κοιλάδα της Σουκώθ
θα σας παραχωρήσω.
9 Δικός μου είν’ ο Γαλαάδ,
δικός μου ο Μανασσής·
ο Εφραΐμ, η περικεφαλαία μου,
και νομοθέτης μου ο Ιούδας.
10 Είν’ η Μωάβ λεκάνη όπου νίβομαι,
και ρίχνω το σανδάλι μου στη χώρα του Εδώμ·
πολεμική ιαχή ενάντια στων Φιλισταίων τη χώρα θ’ αλαλάξω».
11 Ποιος θα με φέρει στην οχυρωμένη πόλη;
και ποιος θα μ’ οδηγήσει ως την Εδώμ;
12 Ποιος άλλος από σένα, Θεέ, που μας απέρριψες,
και που δε βγαίνεις πια στον πόλεμο,
Θεέ, με τις στρατιές μας;
13 Δώσ’ μας βοήθεια στον εχθρό ενάντια·
είναι ανώφελη η ανθρώπινη βοήθεια.
14 Με το Θεό μαζί μας
θα κάνουμε σπουδαία κατορθώματα·
εκείνος θα συντρίψει τους εχθρούς μας.
—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/31/32k/PSA/108-292c1fc5433fce7b6d83f4b4ffb9daef.mp3?version_id=173—